Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

«ΠΟΙΜΝΙΟ ή ΕΛΛΗΝΑΣ;» (Μέρος Πρώτον)

Δέον και ιδεώδες είναι να γνωρίζουν οι άνθρωποι τι πιστεύουν, γιατί τότε είναι νοήμονες και ως νοήμονες και ευφυείς λειτουργούν και αναπτύσσουν πολιτεία νοημόνων και ευφυών. Όσο περισσότερο γνωρίζουν, τόσο περισσότερο αναπτυγμένη είναι η κοινωνία. Η αμάθεια γεννάει πνευματική φτώχεια, καθυστέρηση και υποβίβαση του ανθρώπου. Πάνω στην αμάθεια στηρίζεται ο σχηματισμός ποιμνίων. Γνώρισμα λοιπόν των ποιμνίων είναι η αμάθεια, η έλλειψη λογικής, η έλλειψη ευφυΐας και η κυριαρχία του ασυνειδήτου, του άμορφου συναισθήματος και η καταρράκωση της προσωπικότητας.
Περί ποιμνίων γενικώς
Από τα ποίμνια, άλλα μεν αποτελούνται από τετράποδα ζώα, άλλα δε από δίποδα. Χαρακτηριστικό αυτών είναι ότι είναι άβουλα και ως εκ τούτου χρειάζονται πάντοτε έναν υπεράνω αυτών κυρίαρχο, έναν ποιμένα. Τα τετράποδα ποίμνια, ως γνωστόν, διαβιούν σε ορισμένο τόπο, τον ποιμνιοχώρο και κοιμούνται ή αρμέγονται, αν πρόκειται περί προβάτων, στο ποιμνιοστάσιο, που κοινώς και ευπρεπώς αποκαλείται μαντρί. Τα δίποδα ποίμνια δεν έχουν κατ’ ανάγκη ποιμνιοχώρο, διότι δεν βόσκουν χορτάρια αλλά άλλου είδους ποιμνιοτροφή, μα ούτε και κατ’ ανάγκη οικοδομημένο ποιμνιοστάσιο διαθέτουν και σ’ αυτό διαφέρουν των τετραπόδων.
Από τα τετράποδα ζώα, άλλα εκ φύσεως σχηματίζουν αγέλες, άλλα ουδέποτε ποιμνιοποιούνται. Οι λέοντες, λόγου χάριν, ζουν σε αγέλες, αλλά ουδείς θνητός και ουδέποτε μέχρι σήμερον έχει γίνει ποιμενάρχης λεόντων. Μα ούτε ποιμενάρχης ή ποιμήν λύκων έχει εμφανιστεί. Χαρά λοιπόν στους λέοντες και λύκους, ακόμη και στις γάτες, που δεν απέκτησαν ποιμένα. Σ’ αυτά αξίζει το νόημα της ελευθερίας. Οι αγελάδες όμως, πιο αφελείς, έχουν αποκτήσει βουκόλους και παρά την τερατώδη δύναμη τους, ανέχονται και τον ζυγό. Ιδεώδες όμως τετραποδικό ποίμνιο είναι η αγέλη των προβάτων, τα οποία πρόβατα, αγαθά και άτολμα, αποκτούν ποιμένα και, αν τον χάσουν ψάχνουν για έναν άλλο. Γιατί ο δούλος πάντοτε ψάχνει κύριο, αφού κύριος ο ίδιος ούτε έμαθε να είναι, ούτε και επιθυμεί, αφού ευθύνες κυρίου θα ‘χει. Δίνει λοιπόν το πρόβατο ευχαρίστως την ελευθερία του στον ποιμένα και του λέει: «Πάρε την ελευθερία μου, το γάλα μου και τα μαλλιά μου και τελικά το κρέας μου, αλλά όσο θα ζω θα με φροντίζεις αναλόγως, με την βοήθεια της ποιμενικής σου ράβδου». Αλίμονο στα ζώα που έμαθαν να κηδεμονεύονται από ποιμένα. Αιωνίως θα τρέφουν την δουλεία τους υπό την σκέπη και κυριαρχία των δεσποτών κυρίων.
Από τα δίποδα δυο κατηγορίες υπάρχουν, πτηνά και άνθρωποι. Εκ των πτηνών άλλα μεν ζουν ελεύθερα πετώντας στους ουρανούς, άλλα δε περπατούν επί της γης, αφού έχουν χάσει την πτητική τους ικανότητα. Όλοι υποθέτω θαυμάζουν τον αετό, γιατί είναι βασιλέας των αιθέρων και ουδέποτε απέκτησε ποιμένα. Υπάρχουν όμως οι πάπιες, οι χήνες και οι όρνιθες και οι τελευταίες έμαθαν να ζουν σε ορνιθοτροφεία κάτω από την βαρβαρότητα του ποιμένα πτηνοτρόφου, ή κοινώς κοτά. Έδωσαν λοιπόν στον ορνιθοφρουρό την ελευθερία τους, τα αυγά τους, τα παιδιά τους και το κρέας τους τέλος, ίσως και τα πούπουλα τους και την κοτσιλιά τους με ανταμοιβή καλαμπόκι και ψαροτροφές. Από την χαρά τους μάλιστα καθημερινώς γεννούν και, ανόητες ούσες, κακαρίζουν από πάνω. Πόσο ανόητο γίνεται λοιπόν το πτηνό όταν αποκτά ορνιθοφρουρό ή κοτά!
Ερχόμαστε τέλος στην τελευταία κατηγορία των δίποδων, τον άνθρωπο, με τον οποίο θα ασχοληθούμε στο εξής. Αυτό το είδος είναι το παραδοξότερο των λοιπών ζώων, γιατί άλλοτε ζει ελεύθερο ως θεός και άλλοτε δούλος και ποίμνιο ως το χειρότερο των ζώων. Από τους παραδοξοτέρους των ανθρώπων είναι ο ελληνικός άνθρωπος, γιατί παρουσιάζει έντονα αντιφατικά γνωρίσματα όσο κανένας άλλος. Αυτό δε γιατί καταλήγει στις ακρότητες, είτε είναι ελεύθερος, μέγας δημιουργός, γίγας και ημίθεος, είτε δούλος, υποτακτικό ποίμνιο, καταγέλαστο πειθήνιο ον, μαζοχούμενος αχθοφόρος ποιμένων, δεσποτών και ποιμεναρχών.
Από τα ανθρώπινα ποίμνια άλλο είναι περιστασιακό, δηλαδή ένας πρόσκαιρος όχλος, άλλο περισσότερης διάρκειας, άλλο δε είναι μόνιμο, αιώνιο και αυτό είναι το γνήσιο ποίμνιο, όπως το ποίμνιο του Θεού. Ο μεν όχλος δεν έχει κατ’ ανάγκη οχλάρχη ή ποιμένα, ποίμνιο όμως δεν υπάρχει χωρίς ποιμένα. Γι’ αυτό, αν ρωτήσεις κάποιον ποιμνιοποιημένο τίνος ποιμενάρχη ποίμνιο είναι, θα σου αποκριθεί ευχαρίστως, γιατί γνωρίζει τον ποιμένα του, στον οποίο είναι αλυσοδεμένος κατά βούληση. Μα ούτε ποιμήν ή ποιμενάρχης υπάρχει άνευ ποιμνίου, αν ρωτήσεις δε αυτόν ή αυτήν τίνος ποιμνίου δεσπότης είναι, σου απαντά μετά χαράς την ονομασία, σου περιγράφει τον βαθμό υπακοής, το ποσοστό συμμετοχής και εν γένει το πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι το ποίμνιο στην μαντροποίησή του και στο άρμεγμά του. Καθαρό μάλιστα παράδειγμα και υπόδειγμα ποιμνίου είναι το χριστεπώνυμο ορθόδοξο ποίμνιο. Εξ ίσου καθαρό υπόδειγμα ποιμενάρχη είναι το χριστόδουλο ιερατείο, το οποίο είναι ποιμενικό προς τα κάτω, προς το ποίμνιο που εξουσιάζει και, δουλικό προς τα άνω, γι’ αυτό και χριστόδουλο. Αυτή δε ακριβώς η θέση και αντίληψη, δηλαδή δουλικός προς τα άνω και δεσποτικός προς τα κάτω, διαπερνά ολόκληρο το χριστεπώνυμο ποίμνιο στην καθημερινή του ζωή, είτε στην οικογένεια, είτε στον δήμο, είτε στην κοινωνία. Γι’ αυτό, να φοβάσαι τον ποιμνιοποιημένο άνθρωπο, γιατί ως προϊστάμενος σου γίνεται δεσπότης τύραννος και ως υφιστάμενος σου γίνεται χαμερπής δούλος. (Η Συνέχεια στο Δεύτερο Μέρος)
Πηγή: Αποσπάσματα από το βιβλίο «Ποίμνιο ή Έλληνας;» (Τρύφων Ολύμπιος, καθηγητής Πανεπιστημίου Στοκχόλμης)    http://www.pare-dose.net/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου