Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Ο ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής Φυλής από τα 1770 έως τα 1836.
Υπαγόρευσε Θεόδωρος Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνης. [Κρατήσαμε την ορθογραφία της έκδοσης του 1846]
...
25 Μαρτίου ήτον η ημέρα της γενικής επαναστάσεως. Οι Άγγλοι έμαθαν ότι έλαβα κάτι γράμματα, και ήλθε η Αστυνομία για να με εξετάση την νύκτα, αλλ’ εγώ τα γράμματα τά είχα φυλάξει.
Εις τας 3 Ιανουαρίου… και εις τας 6 Ιανουαρίου εβγήκα εις την Μάνη εις του καπετάν Παναγιώτη του Μούρντζινου το σπήτι· - Εις αυτό το διάστημα, πριν να εβγώ εις την Πελοπόννησον, επήγα εις τους Κορφούς με την πρόφασιν να ζητήσω 4,000 τάλληρα από μισθούς μου του Μέτλαντ, και δια να ανταμώσω τον Ιωάννη Καποδίστρια· τον αντάμωσα· εκάθησα 30 ημέρας και επέστρεψα οπίσω εις την Ζάκυνθο· - εκεί ωμιλήσαμε πολλά περί της υποθέσεως.
Εδώ τελειώνει η ζωή μου η περασμένη, και αρχινά της επαναστάσεως· οσάκις έμβαινα εις δούλευσιν έμβαινα πάντοτε με την συμφωνία, ότι από την Επτάνησον να μην απομακρύνωμαι, και να μην πολεμώ παρά εις Τούρκικο τόπο, και το φόρεμα να μην εβγάλω· εις τα νησιά εγνωρίσθηκα με τους Βοτζαραίους, και έκαμα τον Μάρκο Βότζαρη αδελφοπητό.
(…)
Τέλος πάντων το μυστήριον της εταιρίας άρχισε να διαδίδεται εις κάθε λογής ανθρώπους και καλούς και κακούς, και εβιασθήκαμε να κινήσωμε μίαν ώραν αρχήτερα την επανάστασιν.
Ο Ντιόγος το εμαρτύρησε εις τον Αλή-Πασά. Έτζι λοιπόν εις τας 3 Ιανουαρίου ανεχώρησα από την Ζάκυνθον, και εις τας 6 Ιανουαρίου έφθασα εις την Σκαρδαμούλα εις του πατρικού μου φίλου Καπετάν Παναγιώτη Μούρτζινου.
Το κίνημά μας έγεινε εις τας 22 Μαρτίου εις την Καλαμάταν· Από τας 6 του Ιανουαρίου έως εις τας 22 Μαρτίου, επροσπάθησα, ενέργησα εις την Μάνην να ενώσωμεν διάφορα σπήτια Μανιάτικα κατά την συνήθειάν τους, και τούς ενώσαμεν, τούς αδελφώσαμεν· έστειλα και εις τας επαρχίας της Μεσσηνίας, Μιστρός, Καρύταινας, Φαναριού, Λεονταριού, Αρκαδίας, της Τριπολιτζάς, και ήλθαν εκεί οπού ευρισκόμουν, και τούς έλεγα, ότι: την ημέρα του Ευαγγελισμού να ήναι έτοιμοι, και κάθε Επαρχία να κινηθή εναντίον των Τούρκων των τοπικών, και να τούς πολιορκήσουν εις τα διάφορα φρούρια, καθώς οι Αρκαδιανοί να πολιορκήσουν το Νεόκαστρο, οι Μοθωναίοι την Μοθώνη, και ούτω καθεξής.
(…)
Εις τας 23 Μαρτίου επιάσαμε τούς Τούρκους εις την Καλαμάτα, τον Αρναούτογλην σημαντικόν Τούρκον της Τριπολιτζάς. Είμεθα, 2,000 Μανιάτες, ο Πετρόμπεης, ο Μούρτζινος, Κυβέλος.
(…)
Εις την Καλαμάτα εκάμαμε Συνέλευσι, πόθεν να πρωτοκινήσωμε τα στρατεύματα. Οι Καλαματιανοί εκατάφεραν τον Μπέη να πάμε εις την Κορώνη δια να μην βάλουν σπαθί οι Τούρκοι εις τους Χριστιανούς· εγώ δεν εστρέχθηκα, είπα να πάμε εις την παλαιάν Αρκαδίαν, εις το κέντρο διά να βοηθούμε τους άλλους· τότενες τούς είπα: εάν μου δώσετε βοήθεια από τούτο το στράτευμα, καλώς, ειμή αναχωρώ να υπάγω εις το Κέντρο. Είχα λάβει γράμμα από τον Κανέλο, μ’ επροσκαλούσε, ότι είχε 10,000 άρματα, και να έμβω επί κεφαλής.
Του Μούρτζινου αρρώστησε το παιδί του ο Διονύσιος, και έτζι δεν εκίνησαν όλοι οι Μανιάται· έλαβα 200 από αυτόν και 70 από τον Μπέη με τον Καπετάν Βοϊδή και με 30 εδικούς μου εγενήκαμε 300, και έκοψα ευθύς 2 σημαίες με Σταυρό και εκίνησα.
Οι Ανδρουσιανοί Τούρκοι, 360 άνδρες, μανθάνοντας ότι είμεθα ασκέρι φεύγουν, πάνε 'ς τα Κάστρα της Μεσσηνίας. Κινώντας εγώ, είχαν μίαν προθυμίαν οι Έλληνες οπού όλοι με τας εικόνας έκαναν δέησι και ευχαριστήσεις· - Μου ήρχετο πότε να κλαύσω… από την προθυμίαν που έβλεπα. – Ιερείς έκαναν δέησι. Εις τον ποταμόν της Καλαμάτας ανασπασθήκαμε και εκινήσαμε.
Τας 24 τον Μάρτι 1821, εφθάσαμε εις ένα χωριό της Μεσσηνίας, Σκάλα λεγόμενον, που είναι καμμιά πενηνταριά οικογένειαις. Όσοι άνδρες ήτον, τούς έστειλα πεζοδρόμους, και τούς έλεγα: σύρτε 'ς τα Κάστρα, πολιορκήσετε, και σας προφθάνω με 3.000 στρατήγημα.
Την αυγήν εξημέρωσε εις ταις 25 του Ευαγγελισμού· έμαθαν εις το Λεοντάρι ότι εβγήκα με τόσαις χιλιάδες Μανιάταις, παίρνουν τα ζώα των ραγιάδων και αναχώρησαν διά την Τριπολιτζά.
Κινώντας από την Σκάλα, έριξα καμμιά χιλιάδα τουφέκια, 3 μπαταριαίς διά να τ’ ακούση ο κόσμος να σηκωθή κατά την παραγγελίαν. Ακούοντες οι Γαραντζαίοι τα τουφέκια, εσκότωσαν τους Κεχαϊάδες – αυτοί ήθελαν να φύγουν – και έγινε η αρχή του σκοτομού.
(…)
Εγώ εις τα 25 όπου εκίνησα από την Σκάλα, ’βγαίνωντας εις το Δερβένι του Λεονταριού, απάντησα ένα πεζοδρόμο σταλμένον από τον Βασίλη Μπούτουνα Καριώτη, και μου έγραφε, ότι: οι Τούρκοι της Καρυταίνης και ο Βοΐβοδας του Ημελακίου Μουσταφάς Ριζιώτης εκλείσθηκαν εις το παλιόκαστρο της Καρύταινας και 2 προεστοί της Καρύταινας ο Σπήλιος Κουλάς και ο Μιχαλής δεν ήτον εις την εταιρία ’μβασμένοι και δεν ήξευραν τι εγίνετο, και επαρακίνησαν τούς Τούρκους να μη φύγουν, αλλά να μείνουν εις το Κάστρο· ο Κάμπος της Καρύταινας δεν ηθέλησε να πιάση τα άρματα· έτζι μ’ έγραφε αυτός.
Εγώ δεν έλλειψα να κάμω μία προσταγή, και επάτησα την βούλα μου· όποιο χωριό δεν ήθελε να ακολουθήση την φωνήν της Πατρίδος τζεκούρι και φωτιά.
Μανθάνωντας ότι εβγήκα εις το Δερβένι, οι 70 καβαλαραίοι ευθύς αναχώρησαν δια την Τριπολιτζά· εγώ επήγα εις ένα χωριό Τετέμπεη ανάμεσα Λεοντάρι και Καρύταινα.
Οι Μανιάτες μου είπαν: να πάμε εις το Λεοντάρι· τους είπα, να πάρωμε χαλκώματα; - Την αυγή εξημέρωσε, 'ς ταις 26, έριξα 1,000 τουφέκια· έκαμα να πάγω εις την Καρύταινα να ακαρτερέσω τους Φαναρίτας και τους Καρυτινούς, και ακούοντες ταις μπατερίαις ο κόσμος εκινήθηκαν όλοι.
Εις τον δρόμον απάντησα ένα γράμμα του Βασίλη Μπούτουνα, και μου έλεγε: ιδές το γράμμα των Φαναριτών που κάθονται εις την Σουλτίνα· το έγραφαν εις τους Καρυτινούς Τούρκους και έγραφε το γράμμα, ότι· αύριο περνάμε διά Τριπολιτζά· είμεθα τόσοι· ετοιμασθείτε να ενωθούμε· ευγήκε ο Κολοκοτρώνης με τόσαις χιλιάδες Μανιάτες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου