Τρίτη 16 Μαΐου 2017

ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΤΡΙΣ ΟΠΟΥ ΦΩΝΑΖΕΙ - Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΣΑΣ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΤΗΝ ΩΦΕΛΗΣΕ, ΤΩΡΑ ΟΜΩΣ ΤΗΝ ΑΦΑΝΙΖΕΙ

ΕΠΙΚΑΙΡΟ….
Ἀνοίξατε τὰ ὦτα τοῦ νοός σας καὶ προσέξετε εἰς τοὺς λόγους τῆς Ἑλλάδος, ὁποία ἀσθενὴς καὶ γεμάτη ἀπὸ πληγάς, μὲ θλιβερὰν φωνὴν σᾶς ὁμιλεῖ λέγουσα:
«Ὦ Ἕλληνες! Ὦ τέκνα μου! Ποῦ μὲ ἀφήσετε; Πῶς δὲν σᾶς πονεῖ δι᾿ ἐμέ; Διατί μ᾿ ἐπαρατήσατε; Διατί φεύγετε καὶ δὲν ἐπιστρέφετε πλέον; Τί σᾶς ἔκαμα καὶ δὲν μ᾿ ἐνθυμεῖσθε; Εἰς τί σᾶς ἔβλαψα καὶ δὲν μὲ ἀγαπᾶτε; Ποία μήτηρ ἐστάθη δυστυχεστέρα ἀπὸ ἐμένα; Τί οὖν, ἀγαπητοί; Τί στοχάζεσθε; Τί ἀποφασίζετε;»
Εἶναι ἡ πατρὶς ὁποὺ φωνάζει εἰς τέτοιον τρόπον. Αὐτὴ εἶναι ὁποὺ κλαίει καὶ ὀδύρεται. Ἡ ἀπουσία σας ποτὲ δὲν τὴν ὠφέλησεν, τώρα ὅμως τὴν ἀφανίζει.
Oἱ Ἕλληνες ἔχουσι χρείαν ἀπὸ τὴν παρουσίαν σας. Μὴν δίδετε κακὸν παράδειγμα καὶ τῶν ἄλλων, δι᾿ ἀγάπην τῆς πατρίδος, καὶ νὰ φθάσητε ὕστερον νὰ ἰδῆτε - ὃ μὴ γένοιτο, Θεέ μου! - τὴν Ἑλλάδα ἔρημον.
Στοχάζεσθε, μήπως καὶ δὲν κερδίσετε εἰς τὴν πατρίδα, ὅσα κερδίζετε μακρὰ ἀπ᾿ αὐτήν; Ἀλλ᾿ ὅσα ἂν κερδίσητε εἰς τί σᾶς ὠφελῶσι, ἂν εἶσθε ὀρφανοὶ ἀπὸ πατρίδα; Εἶναι μερικοί, ὁποὺ νομίζουν τάχατες, ὅτι δὲν τοὺς μέλει διὰ τὴν πατρίδα των, ἀλλὰ ματαίως προσπαθοῦν νὰ ἀπατήσουν τὴν φύσιν· μία μικρὴ θέρμη, μία διαφορὰ μὲ ἄλλον τινά, καὶ μία ἀνάμνησις τῶν συγγενῶν, ἀρκετῶς ἀποδεικνύει εἰς αὐτοὺς τὴν ἡδύτητα καὶ ἀνάγκην μιᾶς πατρίδος.
Διατί λοιπὸν τόσας ἀποικίας καὶ αἰωνίους ξεχωρισμοὺς ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς σας καὶ φίλους σας; Εἶναι μερικοὶ Ἕλληνες, ὁποὺ δὲν γνωρίζουν τοὺς ἀδελφούς των καὶ τοὺς πατέρας των, καὶ οἱ περισσότεροι ξενιτευμένοι λείπουσι ἀπὸ τὴν πατρίδα των ἢ τριάντα ἢ εἴκοσι ἢ δέκα χρόνους τὸ ὀλιγότερον.  Ἴσως δὲν σᾶς καλοφαίνεται νὰ τυραννῆσθε, ἀδελφοί μου, καὶ καταδέχεσθε νὰ τυραννῶνται οἱ συγγενεῖς σας, καὶ ἐσεῖς νὰ τρυφῆτε καὶ νὰ σπαταλᾶτε μακρὰ ἀπὸ αὐτούς; Πῶς ἠμπορεῖτε νὰ σφαλίζετε τοὺς ὀφθαλμούς σας, χωρὶς νὰ σᾶς τρομάζῃ κάθε στιγμὴ θλιβερὰ εἰκὼν τῆς Ἑλλάδος μὲ τὸ μέσον τῶν ὀνείρων;
Ἴσως νομίζετε πὼς ἀπὸ μακρόθεν ὠφελεῖτε περισσότερον, παρὰ ἂν εἶσθαν παρόντες; Ὤ, πόσον λανθάνεσθε, ἀγαπητοί μου.
Ποῖος, λέγω, νὰ ἀποκριθῇ τοῦ μητροπολίτου, ὅταν ἐξαπλωμένος εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ οἰκίσκου καὶ χαϊδεύοντας τὸ γένειόν του, ἐκφωνῇ κανένα ἀρχιεπισκοπικὸν παραλογισμόν, καὶ οἱ λοιποὶ ὁμοφώνως λέγουσι εὐθὺς τὸ ναί, ἂν ἐσεῖς λείπετε; ἀγαπητοί, διατί δὲν τὸ στοχάζεσθε;
Μήπως, ἀδελφοί μου, προσμένετε νὰ ἐλευθερωθῇ πρῶτον Ἑλλάς, καὶ ἔπειτα νὰ ὑπάγητε ἐσεῖς; Τότε εἶναι τὸ ἴδιον, ὡσὰν νὰ ἐλέγετε, ὅτι δὲν θέλομεν νὰ ἐλευθερωθῇ ποτέ. Οἱ περισσότεροι σχεδὸν ἀπὸ τοὺς ξενιτευμένους, ἔχουσιν αὐτὸν τὸν ἄλογον στοχασμόν, καὶ χωρὶς ἐντροπὴν λέγουσι ὅτι, «ὅταν ἐλευθερωθῇ ἡ Ἑλλάς, εὐθὺς θέλομεν μισεύσει δι᾿ ἐκεῖ». Τόσον ἐχαλινώθησαν ἀπὸ τὴν ψευδευτυχίαν τῶν ἀλλογενῶν!
Θέλετε, ἴσως, νὰ κτίσητε πύργον χωρὶς θεμέλια; Καὶ ποῖος θέλετε νὰ σᾶς ἐλευθερώσῃ τὴν πατρίδα, καὶ ἐσεῖς νὰ λείπητε;
Δὲν ἐντρέπεσθε κἂν ἀπὸ τοὺς ἀλλογενεῖς, ὁποὺ σᾶς ἀκούουν νὰ λέγητε τὰ τοιαῦτα;
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑ ΠΑΡΑ ΑΝΩΝΥΜΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΣ – ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ: ΟΙ ΣΥΝΕΡΓΟΙ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ- Ἐν Ἰταλίᾳ. 1806. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου