Ο
διαπρεπέστερος από τους επίγονους του Μ. Αλεξάνδρου. Ήταν γιος του Αντίγονου
του Μονόφθαλμου και της Στρατονίκης. Ακολούθησε τον πατέρα του όταν το -322
ήρθε σε ρήξη με τον επιμελητή του θρόνου της Μακεδονίας, Περδίκα και κατέφυγε
στον Αντίπατρο.
Το -319
παντρεύτηκε την Φίλα, χήρα του Κρατερού και κόρη του Αντίπατρου για να
εδραιωθεί η συμμαχία που είχε συνάψει ο αδερφός της Κάσσανδρος με τον πατέρα του
Δημητρίου και τον Πτολεμαίο, εναντίον του Ευμένους και του Πολυπέρχοντος.
Το -317
ο Δημήτριος επικεφαλής 1000 εταίρων πολέμησε εναντίον του Ευμένους και
διακρίθηκε για την γενναιότητά του και τις στρατηγικές του ικανότητες. Το -316
ήταν επικεφαλής του δεξιού κέρατος του στρατού του πατέρα του, συμβάλλοντας
αποφασιστικά στη νίκη του Αντιγόνου εναντίον του Ευμένους στη μάχη της Γαβιηνής
.
Το -313,
ως αρχιστράτηγος των δυνάμεων του πατέρα του στη Συρία, πολέμησε στη Γάζα κατά
του Πτολεμαίου, μάχη που έχασε αν και πολέμησε με τόλμη και αποφασιστικότητα. Την
ίδια χρονιά εκστράτευσε στη Μυσούντα της Συρίας εναντίον του Κίλλη στρατηγού
του Πτολεμαίου αιχμαλωτίζοντάς τον. Στη συνέχεια καταλαμβάνει την Βαβυλώνα.
Το -307
με πολυάριθμο στρατό και 250 πλοία έφτασε στο Σούνιο και από κει με 20 πλοία
μπήκε στο λιμάνι του Πειραιά διακηρύσσοντας ότι έρχεται ως ελευθερωτής για να
αποκαταστήσει το πάτριο πολίτευμα. Οι Αθηναίοι των υποδέχτηκαν ως απελευθερωτή
και του απένειμαν θεϊκές τιμές. Προς τιμήν του αύξησαν τις αττικές φυλές από 10
σε 12 και ονόμασαν την 11η «Αντιγονίδα» και την 12η
«Δημητριάδα». Ο μήνας Μουνηχίων ονομάστηκε «Δημητριώνας» και η γιορτή Διονύσια
ονομάστηκε «Δημήτρια». Καθιερώθηκαν ετήσιοι αγώνες και βωμός προς τιμήν του.
Το -306
ο Δημήτριος ανέλαβε την αρχηγία του πολέμου εναντίον του Πτολεμαίου. Στη
Σαλαμίνα της Κύπρου νίκησε στη στεριά τον Μενέλαο, αδελφό του Πτολεμαίου και
στη θάλασσα τον ίδιο τον Πτολεμαίο. Την ίδια χρονιά εκστράτευσε εναντίον της
Αιγύπτου αλλά απέτυχε. Μετά την αποτυχία αυτή στράφηκε εναντίον της Ρόδου,
συμμάχου του Πτολεμαίου και αξιόλογης ναυτικής δύναμης. Και εδώ δεν κατάφερε
τον αντικειμενικό του σκοπό.
Το -304
εγκαταλείπει το νησί, αφού πρώτα υπογράφει ειρήνη σύμφωνα με την οποία οι
Ρόδιοι διατηρούν την ανεξαρτησία τους συμμαχώντας με τον Αντίγονο και το
Δημήτριο, όχι όμως κατά του Πτολεμαίου.
Το -304
εκστρατεύει κατά της Βοιωτίας και της Χαλκίδας και το -303 μπαίνει πάλι
θριαμβευτής στην Αθήνα, αφού πρώτα αναγκάζει τον Κάσσανδρο να λύσει την
πολιορκία της Αθήνας. Απολαμβάνει τιμές θεϊκές και μάλιστα οι Αθηναίοι τον
βάζουν να κατοικήσει στον οπισθόδομο του Παρθενώνα λέγοντας ότι η θεά ήθελε να
τον φιλοξενήσει.
Τον
χειμώνα του ιδίου έτους διώχνει από το Άργος και τις αρκαδικές πόλεις τις
φρουρές των αιγυπτιακών και μακεδονικών στρατευμάτων.
Στο
Άργος παντρεύεται την Δηιδάμεια, αδελφή του βασιλιά της Ηπείρου, Πύρρου. Στην
Κόρινθο ανακηρύσσεται αρχιστράτηγος και αμέσως μετά πλέει για την Κέρκυρα την
οποία απελευθερώνει και επιστρέφει στην Αθήνα.
Το -302
εκστρατεύει εναντίον του Κασσάνδρου αλλά ο Αντίγονος τον καλεί στην Έφεσο για
να πολεμήσει εναντίον του Λυσίμαχου και του Σελεύκου. Αρχικά νίκησε στη Λάμψακο
αλλά στη μεγάλη μάχη της Ιψού ηττήθηκε και εκεί σκοτώνεται και ο πατέρας του
Αντίγονος. Μετά την αποτυχία του πηγαίνει στην Κόρινθο και εκεί μαθαίνει ότι οι
Αθηναίοι δεν τον αναγνωρίζουν πια!
Το -299,
ο Σέλευκος κάνει γαμπρό του το Δημήτριο δίνοντας του ως γυναίκα την κόρη του
Στρατονίκη.
Στην
προσπάθειά του να καταλάβει τη Σπάρτη τον καλεί ο Αλέξανδρος, γιος του
Κάσσανδρου να τον βοηθήσει ενάντια στον αδελφό του, τον Αντίπατρο. Ο Αλέξανδρος
αποπειράθηκε να τον δηλητηριάσει αλλά ο Δημήτριος τον σκοτώνει και
ανακηρύσσεται βασιλιάς της Μακεδονίας.
Αναλαμβάνοντας
τη διακυβέρνηση της Μακεδονίας χάνει το μεγαλύτερο μέρος από το κράτος του
πατέρα του. Μετά από διάφορες μάχες στη Μακεδονία, πηγαίνει στη Μ. Ασία όπου
κυριεύει τις Σάρδεις και επιτίθεται εναντίον της Κιλικίας και του Αγαθοκλή.
Μετά από πολλές περιπλανήσεις παραδίδεται στο Σέλευκο, ο οποίος τον έκλεισε στο
φρούριο της Αττάλειας όπου και πεθαίνει από το ποτό και την κραιπάλη. Κηδεύτηκε
με τιμές στην Κόρινθο ενώ ο Πλούταρχος γράφει γι΄ αυτόν συγκρίνοντας τον με τον
Αντώνιο.
Ο
χαρακτηρισμός του Δημήτριου ως πολιορκητή ξεκινάει από την πολιορκία της Σαλαμίνας της Κύπρου και
ολοκληρώνεται με την πολιορκία της Ρόδου που κράτησε ένα χρόνο. Πολιόρκησε την
πόλη από στεριά και από θάλασσα. Κατασκεύασε και τοποθέτησε σε δύο δεμένα πλοία
φορτηγά μία διπλή χελώνι η οποία προστάτευε τους άντρες από τα βλήματα των
οξυβελών και των πετροβόλων καθώς και δύο τετραόροφους πύργους, ψηλότερους από
τα τείχη της πόλης, που και αυτοί ήταν δεμένοι και τοποθετημένοι πάνω σε
φορτηγά πλοία. Ακόμη μετέτρεψε ελαφρότερα πλοία σε επιθετικά με τρισπίθαμους
οξιβελείς καταπέλτες ικανούς να βάλλουν σε απόσταση 500 μέτρων βέλη 65
εκατοστών ώστε να παρενοχλούν τους Ροδίους όταν προσπαθούσαν να επισκευάσουν τα
τείχη τους.
Στην
πολιορκία από τη στεριά, αφού συγκέντρωσε 30.000 τεχνίτες και εργάτες, καθώς
και μερικούς από τους ικανότερους μηχανικούς της εποχής, όπως ο Ηγήτωρ και ο
Επίμαχος, κατασκεύασε την μεγαλύτερη «ελέπολι» ( εννεαώροφο πύργο πάνω σε
τροχούς) που το ύψος ξεπερνούσε τους 90 πήχεις και το πλάτος της βάσης τους 45
πήχεις. Επανδρωνόταν με πάνω από 200 άνδρες και πάνω είχε μεγάλους λιθοβόλους
καταπέλτες που έριχναν πέτρινα βλήματα των 90 κιλών, καθώς και οξυβελείς
καταπέλτες που έριχναν μεγάλα βέλη σε απόσταση 500 μέτρων.
Ο
Δημήτριος χρησιμοποίησε τα τελειότερα μηχανικά μέσα της εποχής, μεγαλύτερα και
καλύτερα και από αυτά του Αλεξάνδρου στην πολιορκία της Τύρου. Κατασκεύασε
μεγάλες κριοφόρους χελώνες που προκαλούσαν ρήγματα στα τείχη καθώς και μεγάλες
χωστρίδες οι οποίες επέτρεπαν στους άνδρες τη ακίνδυνη προσπέλαση των τειχών.
Υπήρξε
αναμφιβόλως μεγάλης αξίας στρατιωτικός και πολιτικός άνδρας. Επιβαλλόταν στο
περιβάλλον του με τη μεγαλοπρέπειά του και την ωραία και επιβλητική του
εμφάνιση αλλά και την υπεροπτική του στάση.
Οι
εκστρατείες του είχαν ως κύριο σκοπό την ικανοποιήση του στρατιωτικού του
μένους και της μεγάλης του φιλοδοξίας χωρίς βαθύτερο εκπολιτιστικό περιεχόμενο.
Ήταν επιρρεπής στο ποτό και τις απολαύσεις από τα οποία και πέθανε.
Αποσπούσε
τον θαυμασμό και την κολακεία των υπηκόων του όταν ήταν παρών, ενώ τον
συκοφαντούσαν κατά την απουσία του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Ιστορία
του ελληνικού έθνους , ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε.
2.
ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα
3.
Εγκυκλοπαίδεια "ΗΛΙΟΣ"