Αν ο
κυνικός Αντισθένης είχε δίκαιο και είναι " αρχή παιδεύσεως η των ονομάτων
επίσκεψις", ο σύγχρονος μεγάλος
δάσκαλος του έθνους, μας δίνει με τον δικό του μοναδικό τρόπο, εβδομήντα και
πλέον ονόματα με κατάληξη σε -κλης και -κλεια. Γιατί σε αυτούς τους ανθρώπους
τα πάντα ήταν εν σοφία.
Εμπεδοκλής
πάει να ειπεί ο άντρας που κατέχει έμπεδο κλέος. Εκείνος, δηλαδή, που η καλή
του υπόληψη μένει σταθερή.
Θέλεις γιατί
η φύση έτσι τον μοίρανε θέλεις για τον αγώνα του να προσφέρει στο βαθύτερο κύτταρο
του κόσμου και της ανθρώπινης ύπαρξης την τιμή που τους αρμόζει θέλεις για το τίμημα
που πλήρωσε για να ξεχρεώσει το δώρο της ζωής, το δώρο δηλαδή που κάνει η φύση
στον καθένα μας με το να μας γεννήσει άνθρωπο και όχι ζώο κάποιου άλλου είδους
θέλεις για το έργο που εδημιούργησε, και το αφήκε διαθήκη ευεργεσίας και χάρης
στις ερχόμενες γενεές, ο Εμπεδοκλής είναι ο άντρας που προορίστηκε ν' αφήκει τη
δόξα του ανώλεθρη στη μνήμη των ανθρώπων. Όσο χρόνο, εννοείται, θα υπάρχουν οι άνθρωποι
σε τούτο το γαλαζοπράσινο πλανήτη, που χορεύει στα κοντινά κράσπεδα του αστέρα
μας. Τεσσερεσήμισυ τώρα δισεκατομμύρια χρόνια.
To
ονομαστικό του Εμπεδοκλή τον διατάζει, λοιπόν, έναν στη λίστα των ονομάτων της
δόξας. Σ' έναν κώδικα προσφωνήσεων έκτακτα θαλερό στην κλασική Ελλάδα. Γιατί
είναι τόσα τα ονόματα τα σημαντικά της δόξας, όσα περίπου και τα ονόματα των
αστερισμών στον ουρανό.
Το
δεδομένο τούτο υποδηλώνει την προαίρεση των ελλήνων, αντί για την αθανασία της
ψυχής, ή τη ζωή μετά θάνατο στους ουρανούς και τη δόλια δειλία που τα γέννησε, να
ψηφίσουν τη δόξα των προσώπων στη γη και στη μνήμη των ανθρώπων. Αυτό που απλά
το λέμε ενδοκοσμική αθανασία.
Δίνω,
λοιπόν, πρώτη την καταδήλωση της δόξας που οφείλεται στην τιμιότητα και στην
υπεροχή. Αγνοκλής, Αγαθοκλής, Αμεινοκλής, Αριστοκλής, Λαμπροκλής, Τιμοκλής, Κρατησικλής,
Ιεροκλής.
Ύστερα
φέρνω τη δόξα που χάριζε στους έλληνες ο δύσκολος και γνήσιος δεσμός τους με
την πόλη. Η ανταύγεια, ας πούμε, που άφηναν στα πρόσωπα οι δυνατές και
καθαρτήριες αστραπές της Αγοράς και του Δήμου. Αγορακλής, Δαμοκλής, Δημοκλής, Δικαιοκλής,
Ηγησικλής, Στασικλής, Στρατοκλής, Ανδροκλής, Ξενοκλής, Νικοκλής, Φιλοκλής.
Μετά
συμπροπέμπω τη δόξα που κατάγεται από τη χωρητικότητα, από την καπατσοσύνη, από
τη ελεύθερη και πλατιά αναπνοή των ελλήνων, που την έκαμνε τέτοια η αψευδής σχέση
τους με την άπειρη φύση. Βαθυκλής, Ευρυκλής, Μεγακλής, Ευθυκλής, Παντακλής,
Τηλεκλής, Φανοκλής, Μενεκλής, Εχεκλής, Φερεκλής, Νεοκλής.
Ακολουθεί
η δόξα που στεφάνωνε τον τίμιο ορίζοντα των επαγγελμάτων. Η εργασία στους
έλληνες, που δεν εγνώριζαν από αεριτζήδες και παρασιτοδίαιτους. Ούτε από
κομπίνες και μηχανές, και φοροδιαφυγάδες. Ιπποκλής, Ιατροκλής, Ναυσικλής, Ιεροκλής,
Πυθοκλής, Ναυκλής, Θηριακλής, Εργοκλής, Λυσικλής, Αλεξικλής, Κτησικλής.
Στο
πλάγι της στέκει η δόξα που έστελνε απόηχο στα πρόσωπα η ρωμαλέα γλώσσα των
ελλήνων, ωσάν το σύστοιχο του ρωμαλέου βίου τους. Εδώ το δείγμα ανεβαίνει μέσα
από τις προθέσεις της γραμματικής τέχνης. Αμφικλής, Προκλής, Αντικλής, Επικλής.
Ακόμη
ευρίσκουμε τη δόξα των προσώπων που αντιδονούσε σαν ευαρέσκεια και ευγνωμοσύνη
στους τόπους και στους θεούς. Αθηνοκλής, Λεσβοκλής, Διοκλής, Θεοκλής,
Μοιρακλής. Από κοντά αποκρατά η δόξα που κατασημαίνει την ποικιλία αιτίων και
αιτιατών μιας κοινωνίας ελεύθερης. Πατροκλής, Μητροκλής, Ονομακλής, Αυτοκλής, Τερψικλής,
Θουκλής, Θυμοκλής, Χαρικλής, Οϊκλής.
Και
τελευταία περπατεί η δόξα του θηλυκού γένους, που δεν απουσίασε ποτέ από τις
καθημερινές και τις σκόλες της ζωής μας.
Η
Αμφίκλεια του θηλυκού δισυπόστατου, η Κρατησίκλεια της επιβολής, η Χαρίκλεια της
αγαλίασης, η Πολύκλεια της αφθονίας, η Ιερόκλεια της ευσέβειας, η Πρόκλεια της
τάξης, η Ροδόκλεια της ευωδιάς, οι Ευρύκλεια και Αμφίκλεια τροφός και μάνα του
μεγάλου Οδυσσέα.
Αυτά
είναι τα ονόματα της δόξας που τιμούν ακόμη και την ανωνυμία ενός λαού, που
ήτανε δήμος και σπάνια εκαταστάθηκε όχλος. Που ήτανε εκκλησία και δεν
εκατάντησε ποτέ εκκλησιά.
Εάν
ερευνήσεις την ατομικότητα στο καθένα από τα ονόματα αυτά, θα ανακαλύψεις μια
άρτια δράση ανθρώπου μέσα στο κοινωνικό εορτολόγιο των ελλήνων. Γιατί το καθένα
τους ονομάζει κι ένα λειτουργό. Ονομάζει το γλύπτη, τον ολυμπιονίκη, τον ιατρό,
το μαθηματικό, τον ποιητή, το ρήτορα, το στρατηγό, τον αιρετό άρχοντα, τον
πολιτικό αναμορφωτή, το ζωγράφο, τον πολεμιστή, τον εφευρέτη, τον ιδρυτή
αποικίας, το μηχανικό, τον αστρονόμο, τον ενάρετο πολίτη.
Πέρα
όμως από τούτο το ονομαστικό προσκλητήριο πεσόντων, υπάρχει και η επωνυμία των
περίλαμπρων ηρώων. Ετούτοι είναι μετρημένοι, είναι όλοι τους ακέραιοι, και προσωπικά
ακουστοί.
Πρώτος
στην τάξη είναι ο Ηρακλής, ο ευφυής ευεργέτης των ανθρώπων. Τη δόξα του κρίνουμε
πως δεν την έλαβε από τους άθλους που ετέλεσε. Την έλαβε κυρίως από την ορθή
κρίση του, όταν ευρέθηκε στο αφεύγατο σταυροδρόμι να διαλέξει ανάμεσα στη στάση
ζωής που τη λέμε κακία, και στη στάση ζωής που τη λέμε αρετή. Ο Ηρακλής είπε,
κατά και τον Καβάφη, το μεγάλο Όχι στην κακία, και έδειξε στον άνθρωπο το δρόμο
τον παντοτινό. Η επιλογή αυτή, όταν διόδεψε ως το τέλος την ιδική του Οδύσσεια,
έφερε τον Ηρακλή να πεθάνει ένα θάνατο παρόμοιο μ' εκείνον του Εμπεδοκλή. Ο Ηρακλής δένει τη δόξα του με το όνομα της
σεβαστής πρωτοθεάς Ήρας, με το θείο μαστό της, και με το Γαλαξία μας. Γιατί,
καθώς τη θήλαζε, σαν δάγκωσε τη θηλή και την πόνεσε, τού 'σπρωξε πέρα το
κεφαλάκι η θεά, τινάχτηκε το γάλα της, και έγινε ο Γαλαξίας.
Δεύτερος
στέκεται ο Θεμιστοκλής, που θέμις και νόμος, ορίζουν να δοξάζεται στην ελληνική
ιστορία για δύο λόγους. Πρώτα
γιατί εστάθηκε ο αρχιτέκτονας της σωτηρίας των ελλήνων στη φοβερή ώρα των
Μηδικών. Και ύστερα, γιατί 'ναι ο ένας από τους ελάχιστους μέγιστος εφευρέτης
των ελληνικών στρατηγημάτων. Και την Ελλάδα μέσα στη λαίλαπα του χρόνου γνωρίζουμε
πως την έσωσαν τα στρατηγήματα. Οδυσσέας και δούρειος ίππος στην Τροία. Κολοκοτρώνης
και Δερβενάκι στη μεγάλη Επανάσταση. Θεμιστοκλής και Ξέρξου απάτη στη Σαλαμίνα.
Τρίτος
είναι ο Περικλής Ξανθίππου. Τον περιβάλλει η δόξα, όπως ο ίδιος περιβάλλει με
κύκλο την εποχή που έζησε. Ο χρυσός αιώνας του Περικλή, που λένε. Έγινε ονομαστός,
γιατί υλοποίησε την ιδέα της εταίρας Ασπασίας να χτίσει την Ακρόπολη. Και γιατί
εκφώνησε για νέους νεκρούς μπροστά σε κενοτάφιο ένα λόγο σπουδαίο, που είχε
αττική τη γλώσσα και το ήθος δωρικό. Όπως ακριβώς και ο Παρθενώνας του, που
είναι δωρική οικοδομή ίωνα εργολάβου. Η Ακρόπολη του ωραία σαν το άνθος του
μενεξέ. Και ο Επιτάφιος του ωραίος σαν τον έφηβο Μενέξενο. Τον επιτάφιο λόγο
της Ασπασίας, που κατάγραψε ο Πλάτων.
Είναι
ακόμη ο Μνησικλής, ο αρχιτέκτονας των Προπυλαίων. Το όνομα του μένει μνήμη της δόξας
του σε όσους περνούν την πύλη της Ακρόπολης.
Είναι ο
Ευκλής του «Χαίρετε! νενικήκαμεν». Εκλεκτός ανάμεσα σε όλους τους χαρωπούς
πεσόντες, που τους υμνούν τα Ηρώα των πόλεων. Και ο πρώτος μαραθωνοδρόμος
ολυμπιονίκης, που τίμησε με αυτοθάνατο το αθλητικό του ιδεώδες. Όπως με αυτοθάνατο
είχε τιμήσει και ο Λυκούργος το έργο της νομοθεσίας του.
Είναι ο
Καλλικλής. Είναι ο δεινός συζητητής στα
ρητορικά του πλατωνικού Γοργία, και αναιμική φιγούρα στο μυθιστόρημα του Σεφέρη.
Ετεοκλής,
το όνομα της αληθινής δόξας. Είχε πατέρα τον ακριβό Οιδίποδα, και αδερφό το
μεταίχμιο Πολυνείκη. Τον Πολυνείκη τον εκατασπάραξαν οι γύπες και τα όρνεα μέσα
στην παγωνιά και το φως. Αφανίστηκε τον ελληνικό αφανισμό θανάτου. Έτσι όπως
είχε ικετέψει κάποτε βλοσυρά ο Αίαντας το Δία:
αφάνισε μας
μες στο φως!
Ετούτο
τον ελληνικό αφανισμό τον είχε κιόλας καθιερώσει από παλιά η διαλεκτική του
Προμηθέα με το γύπα του στο όρος του Καυκάσου. Άφησα τελευταίο το Σοφοκλή, τον
ποιητή των δύο Οιδιπόδων. Του Οιδίποδα τυράννου που είναι της ζωής, και του Οιδίποδα
επί Κολωνώ που είναι του θανάτου.
Από
τους εβδομήκοντα έλληνες σε -κλης που ονομάτισα, για να σχολιάσω το όνομα Εμπεδοκλής,
ο Σοφοκλής είναι ο πιο σιμοτινός του.
Ο
τραγικός ποιητής της Αττικής και ο προσωκρατικός φιλόσοφος της Σικελίας είναι
οι δύο ζεμένοι στο άρμα, που έχει ηνίοχο τον αθάνατο Θάνατο. Ο Σοφοκλής με τον
Οιδίποδα στον Κολωνό ετραγούδησε το πήδημα του Εμπεδοκλή στην Αίτνα, ύστερα από
είκοσι πέντε χρόνους.
Δημητρης
Λιαντινης (Γκεμμα, Εδω Μεσολογγι!)