|
Μαρμάρινο σύμπλεγμα Έρωτα και Ψυχής Μουσείο Λούβρου.
Tου ιταλού γλύπτη
Antonio Canova (1757-1822).
Αποδίδεται η στιγμή που ο Έρωτας
ξαναζωντανεύει την Ψυχή.
Είναι επίσης ευρέως γνωστό και ως
«Η Αναγέννηση της
Ψυχής από το Φιλί του Έρωτα».
|
Μας
είπανε θεϊκό ζευγάρι στα αρχαία χρόνια και ο Απουλήιος μας συνταίριαξε μια
χαρά. Εμένα την Ψυχή και σένα τον Έρωτα. Ή μήπως αντίστροφα;
Την
ιστορία μας εσείς οι αναγνώστες την ξέρετε. Είναι ένα παραμύθι αγάπης και
αγώνα, με πάθη, ζήλιες, σκληρές δοκιμασίες, απολαύσεις και απαγορεύσεις,
αδικίες και τιμωρίες, βαθύ πόνο και προπάντων με άθλους που όταν ολοκληρώνονται
οδηγούν στην ευτυχία. Νομίζω πως μοιάζει με την ιστορία κάθε ζευγαριού που
ερωτεύεται και περνάει δια πυρός και σιδήρου για να διατηρήσει τη σχέση του
ενάντια στις κάθε λογής αντιξοότητες…
Κοντολογίς,
μια φορά κι ένα καιρό, η Αφροδίτη, μητέρα του αγαπημένου μου Έρωτα, ορμώμενη
από τυφλή ζήλεια για την ομορφιά μου, τον έστειλε να με χτυπήσει με τα βέλη
του, ώστε να επιθυμήσω «τον χειρότερο από το ανθρώπινο είδος» (Απ., Μετ. 4.31).
Και καθώς δεν με ήθελε κανείς και έμενα απάντρευτη, αδιάφορη και η ίδια για
υμέναιους, οι δικοί μου -κατόπιν χρησμού- με έστειλαν στις εσχατιές από όπου ο
Ζέφυρος με οδήγησε στα δώματα του Έρωτα. Ο φτερωτός θεός μου, έχοντας τρυπηθεί
ο ίδιος από τα βέλη του και ξέχειλος από πόθο για μένα, έσμιξε μαζί μου, αλλά
κράτησε κρυφή την ταυτότητα και τη θεϊκή του φύση και μάλιστα μου ζήτησε να μην
τον δω ποτέ στο φως. Η ένωσή μας ήταν μαγική και η ευτυχία μας κράτησε κάμποσο
καιρό.
Ωστόσο,
ένα βράδυ παρασυρμένη από τον φθόνο των αδελφών μου που μου έβαζαν λόγια ότι ο
αγαπημένος μου ήταν ένα τέρας, άναψα ένα λυχνάρι και είδα καθαρά την υπέροχη
μορφή του. Τότε ακριβώς τον έχασα. Ένιωσε προδομένος απ’ την πράξη μου.
Απελπισμένη
άρχισα να τον ψάχνω παντού, να λιώνω απ’ τη Θλίψη και την Έγνοια, ήθελα να πεθάνω, ώσπου συνάντησα την
Αφροδίτη έμπλεη μένους εναντίον μου. Τρεις άθλους μου ζήτησε να κάνω για να
εξιλεωθώ που πλήγωσα το γιο της. Να ξεχωρίσω χιλιάδες ανάμεικτους σπόρους
δημητριακών, να μαζέψω μαλλί χρυσών προβάτων, να φέρω απ’ τον Άδη- κλεισμένη σε
κουτί- λίγη από την ομορφιά της Περσεφόνης. Τους έκανα και με το παραπάνω.
Ο
Έρωτας με έσωσε απ’ τον αιώνιο ύπνο και εξιλεωμένη πια έφτασα με τον καλό μου
στον Όλυμπο, έγινα θεά κι εγώ πίνοντας αμβροσία και παντρεύτηκα τον Έρωτα.
Απέκτησα φτερά πεταλούδας, δώρο του Δία, ώστε να μοιάζω με τον αγαπημένο μου.
Κάναμε μαζί και ένα παιδάκι, την Ηδονή. Τέλος καλό, όλα καλά. Και ζήσανε αυτοί
καλά κι εμείς καλύτερα.
Και
όμως… δεν είναι έτσι. Δεν θα ’πρεπε να είναι έτσι στην πραγματική ζωή. Έχοντας
πονέσει τόσο πολύβαθα καλέ μου Έρωτα, αναρωτιέμαι: γιατί τόσος πόνος, γιατί
τόση αντάρα, τόσες λαβωματιές κατάστηθα, τόση απελπισία, γιατί τόσος θάνατος
τεφρώνει το μεθύσι της ερωτικής λαύρας; Εγώ Ψυχή και συ Έρωτας δεμένοι στις
αόρατες κλωστές του πόθου και της λαχτάρας του ενός για τον άλλο, ο ένας μέσα
στον άλλο ν’ αρμενίζουμε σε θάλασσες οργασμικές… τι πιότερο χρειάζεται; Γιατί ο
ποθέρως μόνο δε φτάνει; Γιατί ανακατεύονται οι άλλοι με τη ζήλεια τους, το
φθόνο, την κακεντρέχεια και προσπαθούν να διαλύσουν το δεσμό μας; Γιατί
φωλιάζει σύντομα μέσα μας η αμφιβολία, η έλλειψη εμπιστοσύνης, ο εγωισμός,
γιατί ζητούνται όρκοι, υποσχέσεις, αιωνιότητες; Σάμπως, δεν ξέρουμε ότι αυτά
φέρνουν Προδοσία; Στο τέλος χωρισμό; Φαρμάκι η γεύση στα χείλια, στην ψυχή… θανατέρως.
Δε
ζήτησα ν΄ αγαπηθώ μήτε και ν’ αγαπήσω. Όμορφα ζούσα στο μικρόκοσμό μου, Ψυχή
μόνη, ολάκερη, περήφανη, δυνατή, ασφαλής και ωραία. Ήρθες εσύ Έρωτα και όλα
άλλαξαν… εγώ άλλαξα. Αφοπλίσθηκα, παραδόθηκα αμαχητί στο ερωτικό μεθύσι,
ρούφηξα μέχρι σταγόνας το μαγιολίκι φίλτρο, έγινα τρωτή, εμμονική για σένα,
κυκλώνω τον κύκλο γύρω-γύρω, χωρίς αρχή και τέλος… δε βγαίνω απ’ αυτόν. Τον
δικό σου κύκλο; Το δικό μου; Το δικό μας; Τρεις οι άθλοι. Τρελαίνομαι… δεν
είμαι πια η Ψυχή… μόνο η ΚατωΚοσμική σκιά της. Μια χρυσαλλίδα είμαι που ανάσανε
για μια στιγμή.
Και συ
Έρωτα; Χαμένος αλλού, προδομένος και αυστηρός κριτής σα θεός, μόνος μακριά,
ερωτοδαρμένος κι ανήμπορος, ν’ αναμασάς ακατάπαυστα τον άπονο τον πόνο μέχρι να
ματώσεις, μέχρι να ματώσω. Και όλο να φεύγεις, να φεύγεις… Πολύς στη δειλία,
λίγος στο θάρρος για συγχώρεση. Νοτισμένος απ’ το ένστικτο και μόνο. Έκπτωση ζωής. Το τίμημα.
Διαφυγή;
Υπάρχει διαφυγή; Υπάρχει ίαση; Πώς γίνεται ο έρωτας Φιλότητα; Ποιο είναι το
Ανδρόγυνο και ποια η γνώση; Πώς μετουσιώνεται το θηλυκό, απεκδυόμενο τα
αρσενικά στοιχεία του, και πώς το αρσενικό απεκδυόμενο τα θηλυκά; Πώς
συμπυκνώνονται τα δύο υπερεγώ σ’ Ένα; Πώς ξεπερνάς τα ανθρώπινα όρια; Ποιο
είναι το ταξίδι, ποιος ο Οδυσσέας και ποια η Ιθάκη;
ΑΓΑΠΗ
λέει ο συγγραφέας. Αυτήν που κατακτούν η Ψυχή και ο Έρωτας μαζί, όταν
συγχρωτιστούν βαθιά και ωριμάσουν. Άλλο τι δεν ξέρω.
-------------------------------------------
-Έρωτα
είσαι εδώ, ψυχή μου;
-Ψυχή
εδώ είμαι, έρωτά μου.
-------------------------------------------
Βασιλική
Χριστοπούλου, Αρχαιολόγος http://anaskafi.blogspot.gr/
---------------------