Η ψυχή
φέρει τήν γνώσιν τών ΙΔΕΩΝ μέ τήν είσοδον της εις τό ανθρώπινον σώμα (Φαίδρ.
249). Η αναγνώρισις τών ΙΔΕΩΝ ενυπάρχει
από τήν πρό τής
ενσαρκώσεώς της κατάστασιν (Φαίδων 76Ε – 77Β καί 92D – E).
Ο Πλάτων
παραδέχεται τήν μυστηριακήν διδασκαλίαν τής μετενσαρκώσεως (Φαίδων 83D «… ώστε
ταχύ πάλι πίπτειν εις άλλο σώμα»), τήν οποίαν εδραιώνει διά τής θεωρίας τών αντιθέσεων (Φαίδ.
70C – 72E) καί τής θεωρίας τής
αναμνήσεως (Φαίδ. 72Ε – 77Β καί Θεαίτ. θεωρία τών εκμαγείων καί τής
Μνημοσύνης 191D, Φίληβος 33C – 36B).
Εις
ατομικόν επίπεδον αι ΙΔΕΑΙ είναι αποτυπώματα/δακτυλίδια, τά οποία φέρει η ψυχή
επί τού κηρού μέ τό σύνολον τών αναμνήσεών της εκ τών προγενεστέρων της βίων. Συνεπώς η γνώσις τών αισθητών γίνεται διά
τής αναγνωρίσεως εις αυτά τής γενεσιουργού των αιτίας, πού είναι αι ΙΔΕΑΙ, αι
αποτυπωθείσαι εις τό εκμαγείον τής ψυχής. Αι αφηρημέναι έννοιαι, αι οποίαι
είναι αόρατοι (Ιδέα τής σωφροσύνης, τής οσιότητος, τής φιλίας κλπ.), δέν θά ήτο
δυνατόν νά γίνουν ούτε αντιληπταί, ούτε κατανοηταί άνευ τής προϋπάρξεως τών
Ιδεών/δακτυλιδιών, τα οποία αφήνουν τά αποτυπώματά των εις τό εκμαγείον/κερί
τής ψυχής.
Τά
αισθητά δέν θά ήτο δυνατόν νά γίνουν κατανοητά, αλλά μόνον αντιληπτά, διότι
είναι αεί ρέοντα καί μεταβλητά. Καθίστανται νοητά, εφ’όσον αι αεί προϋπάρχουσαι
ΙΔΕΑΙ, είναι μόνιμαι καί «αεί ωσαύτως έχουν» εις τήν ψυχήν, χωρίς ποτέ νά
αλλοιούνται. Είναι αι
αποτυπώσεις, τάς οποίας μεταφέρει η ψυχή από βίον εις βίον.
Πάς
άνθρωπος έχει μίαν «δυνάμει» προκαταβολικήν γνώσιν τής ΙΔΕΑΣ τής Αρετής. Δέν
τήν κατέχει. (Πολιτεία 617Ε, «Αρετήν
δέ αδέσποτον, ήν τιμών καί ατιμάζων πλέον καί έλαττον αυτής έκαστος έξει. Αιτία
ελομένου θεός αναίτιος»).
Όμως η
«δυνάμει» υπάρχουσα γνώσις, καί όχι κατοχή τής Αρετής εις τήν ψυχήν, δέν είναι
αρκετή. Τό άτομον είναι ανάγκη νά τήν επαναφέρη εις τήν συνείδησιν διά τής
αναμνήσεως (θεωρία
τής αναμνήσεως Θεαίτ.191D – 195Β) καί
τής εντριφήσεως εις τάς ιδιότητάς της (Διάλογοι, Χαρμίδης «περί σωφροσύνης»,
Λάχης «περί ανδρείας», Πολιτεία «περί δικαίου»). Η φρόνησις, η τρίτη ιδιότης της
Αρετής, επανέρχεται εις πολλούς διαλόγους τού Πλάτωνος, διότι άνευ φρονήσεως αι
άλλαι ιδιότητες δέν έχουν ουσιαστικήν αξίαν. Περί φρονήσεως, λέγει τά εξής ο
Σωκράτης εις τήν Πολιτείαν:
«Οι
άλλες αρετές λοιπόν πού ονομάζονται αρετές τής ψυχής είναι σχεδόν παρόμοιες μέ
τίς αρετές τού σώματος, γιατί πραγματικώς ενώ στήν αρχή δέν υπάρχουν, ύστερα
αποκτώνται μέ τήν συνήθεια καί τήν εξάσκηση. Η αρετή όμως τής φρονήσεως, καθώς φαίνεται, έχει πολύ
περισσότερο θεϊκή προέλευση εν
σχέση μέ κάθε άλλο πράγμα, δέν χάνει ποτέ τήν δύναμη της, ανάλογα δέ μέ τήν
περιστροφή της γίνεται χρήσιμη καί ωφέλιμη ή τουναντίον άχρηστη καί βλαβερή, (Πολιτεία
518D – E).
Μέ
οδηγόν πάντοτε τήν ΙΔΕΑΝ τού Αγαθού, η ψυχή θά πρέπει νά ενεργοποιήση καί νά εφαρμόση τήν αρετήν εις τήν
πρακτικήν τής καθημερινότητος τού βίου. Υπάρχει μέθοδος πρός τούτο;
Η ψυχή
οφείλει διά τού συνεχούς αυτοελέγχου, τού προσωπικού της δικαστηρίου, «τόν λόγον διδόναι», νά
εξετάζη συνεχώς τάς πράξεις τού βίου της (Σοφ. 230Α, Πρωτ. 336C,
Πολ. 344D, Θεαίτ. 190 «καλώ καί τήν
δόξαν λόγον ειρημένον… αλλά σιγή πρός αυτόν»), ώστε διά τού προσωπικού ελέγχου, αλλά καί τήν κριτικήν τών
συνανθρώπων της, νά βελτιώνη τάς ενυπάρχουσας ιδιότητας τής Αρετής υπό τήν
επίβλεψιν πάντοτε τής Ιδέας τού Αγαθού.
«Τόν
έλεγχον λεκτέον, ως άρα μεγίστη καί κυριωτάτη τών καθάρσεών εστι». (Ο κριτικός έλεγχος είναι ο πιό σπουδαίος καί
μεγάλος καθαρμός, Σοφιστής,
230d).
Η
Μαιευτική τού Σωκράτους καί η Διαλεκτική τού Πλάτωνος θά ήτο εις θέσιν νά
επαναφέρουν τήν ίασιν εις τήν πάσχουσα ψυχή τής ανθρωπότητος, εάν επανήρχοντο
εις τήν πράξιν διά τής Παιδείας καί τού ορθού Λόγου.
Αλτάνη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια με χαρακτηρισμούς, με προσβλητικό ή υβριστικό περιεχόμενο, με γλωσσοδιαστροφικά «γκρίκλις» και με ειρωνικό και αλαζονικό ύφος,
ΔΕΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ.