ΠΛΑΤΩΝΟΣ – Συμπόσιον
ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΣ. Λοιπόν, με το που ο Παυσανίας έπαυσε — για να κάνω λεκτικό παιχνίδι, κατά τη διδασκαλία των σοφών— συνέχισε να διηγείται ο Αριστόδημος, είχε σειρά να μιλήσει ο Αριστοφάνης, αλλά — θες βαρυστομάχιασε, θες κάτι άλλο; — τον έπιασε λόξιγκας και δεν μπορούσε ν᾽ αγορεύσει· [185d] αλλά, καθώς ο γιατρός Ερυξίμαχος ξάπλωνε στο ανάκλιντρο που βρισκόταν δεξιά του, του είπε:
«Ερυξίμαχε, έχεις υποχρέωση ή να σταματήσεις τον λόξιγκά μου ή να πάρεις το λόγο στη θέση μου, ωσότου μου περάσει».
Κι ο Ερυξίμαχος είπε: «Εντάξει, θα κάνω και το ένα και το άλλο· δηλαδή, θα πάρω τη σειρά σου και θα μιλήσω· κι εσύ, όταν σου περάσει, τη δική μου. Και όση ώρα μιλώ εγώ, αν ο λόξιγκας έχει την καλή διάθεση να σου περάσει με το να κρατάς την ανάσα σου για πολλή ώρα, πάει καλά· ειδάλλως, κάνε γαργάρες [185e] με νερό. Τώρα, αν είναι πολύ επίμονος, χώσε στη μύτη σου κάτι που να την ερεθίσει και φταρνίσου· κάνε το αυτό μια ή δυο φορές και, όσο κι αν είναι επίμονος, θα σου περάσει».
«Πάρε το λόγο χωρίς χασομέρια κι εγώ θα κάνω ό,τι μου λες» αποκρίθηκε ο Αριστοφάνης.
[189a] ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΣ. Συνεχίζοντας την αφήγησή του ο Αριστόδημος είπε ότι, παίρνοντας διαδοχικά το λόγο ο Αριστοφάνης, είπε: «Πέρασε και πάει, αφού όμως πρώτα, σύμφωνα με τη συνταγή σου, του πρόσφερα φτάρνισμα· κι έτσι παραξενεύτηκα που η ευεξία του σώματος θέλει τέτοιους θορύβους και γαργαλίσματα, καλή ώρα το φτάρνισμα· γιατί στη στιγμή, κυριολεκτικά μόλις του έδωσα το αντίδοτο, μου πέρασε».
Κι ο Ερυξίμαχος αποκρίθηκε: «Αριστοφάνη, καλέ μου, πρόσεχε τί πας να κάνεις. Τη στιγμή που παίρνεις το λόγο, το γυρίζεις στη γελοιοποίηση και μ᾽ αναγκάζεις ν᾽ αναλάβω [189b] την περιφρούρηση της ομιλίας σου, μήπως πεις καμιά σαχλαμάρα, την ώρα που είναι στο χέρι σου να μιλήσεις μ᾽ όλη σου την άνεση».
Κι ο Αριστοφάνης γελώντας
είπε: «Δίκιο έχεις, Ερυξίμαχε, και παίρνω
πίσω τα όσα είπα. Αλλά μη μου κάνεις
λογοκρισία, γιατί, αν εγώ φοβάμαι για
κάτι, για όσα είναι να πω, δεν είναι μήπως
πω κάτι που θα μας κάνει να γελάσουμε
— γιατί αυτό θα ήταν κέρδος και η Μούσα
μου θα ᾽νιωθε σα να βρίσκεται στο σπίτι
της — αλλά μήπως πω σαχλαμάρες».
«Αριστοφάνη,
είπε ο Ερυξίμαχος, μου έριξες την πετριά
και πας να γλιτώσεις απ᾽ τα χέρια μου,
αλλά να ᾽σαι προσεχτικός κι όσο κρατήσει
η ομιλία σου να ᾽χεις στο μυαλό σου ότι
θα λογοδοτήσεις· [189c] δεν αποκλείεται
όμως, αν το δω αλλιώς, να σ᾽ αφήσω ήσυχο».
ΠΛΑΤΩΝ – Συμπόσιον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια με χαρακτηρισμούς, με προσβλητικό ή υβριστικό περιεχόμενο, με γλωσσοδιαστροφικά «γκρίκλις» και με ειρωνικό και αλαζονικό ύφος,
ΔΕΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ.