Ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πρόκλος κατόρθωσε να συλλάβει το σωκρατικό πνεύμα που διαπνέει τα πλατωνικά κείμενα όσο κανείς άλλος στη γενιά του. Θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στον κατάλογο των μεγάλων κλασικών φιλοσόφων (Σωκράτης, Πλάτων, Ηράκλειτος, Παρμενίδης κ.λπ).
Παρατίθεται παρακάτω ένα έξοχο απόσπασμα του Πρόκλου από το έργο του "Εις τον Πλάτωνα πρώτον Αλκιβιάδη Α΄", για την δαιμονολογία του Σωκράτη, το οποίο αποκαλύπτει τη δαιμόνια φύση και ενέργεια του Σωκράτη:
Παρατίθεται παρακάτω ένα έξοχο απόσπασμα του Πρόκλου από το έργο του "Εις τον Πλάτωνα πρώτον Αλκιβιάδη Α΄", για την δαιμονολογία του Σωκράτη, το οποίο αποκαλύπτει τη δαιμόνια φύση και ενέργεια του Σωκράτη:
"......Όπως ο αγαθός δαίμων βρίσκεται ως επί το πλείστον μαζί μας χωρίς να εμφανίζεται, μας παρέχει την πρόνοιά του δίχως να φαίνεται από πριν και με σιωπηρή παρουσία του στηρίζει μυστικά τις ζωές μας, έτσι και ο Σωκράτης έρχεται σιωπηλός πίσω από τον αγαπημένο του (εκάστοτε μαθητής ~ Αλκιβιάδης) και προνοεί για κείνον, χωρίς ακόμα να τον κάνει κοινωνό της συναναστροφής του. Και όπως ακριβώς ο δαίμων φανερώνει τον εαυτό του σε όσους έφτασαν στο υψηλότερο σημείο της προς τούτο καταλληλότητας, τους μιλά και τους καθιστά κοινωνούς των λόγων του, κατά τη γνώμη μου, ο ίδιος ο Σωκράτης, απολαύοντας της παρουσίας του δαιμονίου, θεωρήθηκε αποδέκτης κάποιας φωνής, και κατ΄αυτόν τον τρόπο και ο θεϊκός εραστής μεταδίδει στον αγαπημένο του (μαθητή) τον λόγο του και τον καλεί προς τη δια μέσου των λόγων συναναστροφή τη στιγμή ακριβώς που βλέπει την εντός εκείνου ζωή να αρχίζει να ξελύνεται από τα "δεσμά"της ύλης, να αποσυνθέτει το μεγάλο πλήθος των "εραστών"και να υπερνικά τις γήινες και χθόνιες ενασχολήσεις της......".
Στην Αρχαιότητα η λέξη Δαίμων (αρσενικό και θηλυκό) ήταν, ίσως, η πιο ευσεβής λέξη. Παράγεται από το ρήμα δαίω (: μοιράζω στον καθένα την τύχη του). Στην Ελληνική θεολογία δεν υπάρχει κακός θεός ή κακά πνεύματα. Όλα τα δαιμονικά, αγγελικά ή οποιαδήποτε άλλα πνευματικά όντα είναι αναβαθμητικές απορροές των θεοτήτων. Η λέξη δαίμων, αν και συνυπήρχε με τη λέξη Θεός, εντούτοις, αναφερόταν περισσότερο στην απρόσωπη και απροσδιόριστη δύναμη, ενώ ο θεός στην ανθρωπόμορφη θεϊκή οντότητα. Η έννοια του δαίμονος ήταν καθοριστική για την πρόοδο της ανθρώπινης ψυχής για αυτό και ο ρόλος του φαίνεται να ισοδυναμούσε σχεδόν με τον ρόλο της Μοίρας, της Ειμαρμένης.
Επίσης, στη λέξη Δαίμονα απέδιδαν την έννοια του φύλακα αγγέλου «κατά φύλακα δαίμονα». Από εδώ και η λέξη ευδαιμονία (: ευτυχία, προσδιόριζε τον έχοντα την εύνοια του Δαίμονος).
Οι δαίμονες στην Ελληνική θεολογία είναι πνευματικές οντότητες (ως αγγελικά όντα) που μεσολαβούν μεταξύ θεών και ανθρώπων. Οι θνητοί άνθρωποι είναι αδύνατον να επικοινωνήσουν με τους θεούς. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την μεσολάβηση των Δαιμόνων. Αυτό έκανε και ο Σωκράτης. Το δαιμόνιό του μεσολαβούσε, προκειμένου να επικοινωνεί με το Θεό Απόλλωνα.
Οι δαίμονες στην Ελληνική θεολογία είναι πνευματικές οντότητες (ως αγγελικά όντα) που μεσολαβούν μεταξύ θεών και ανθρώπων. Οι θνητοί άνθρωποι είναι αδύνατον να επικοινωνήσουν με τους θεούς. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την μεσολάβηση των Δαιμόνων. Αυτό έκανε και ο Σωκράτης. Το δαιμόνιό του μεσολαβούσε, προκειμένου να επικοινωνεί με το Θεό Απόλλωνα.
Bασίλης Kάλφας
Καθηγητής Φιλοσοφίας Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (απόσπασμα):
Καθηγητής Φιλοσοφίας Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (απόσπασμα):
Ο Ξενοφών, ο οποίος δεν ήταν παρών στη δίκη του Σωκράτη, είναι σχεδόν σίγουρος ότι πίσω από τις κατηγορίες βρίσκεται το σωκρατικό δαιμόνιο. «Είχε διαδοθεί η φήμη ότι ο Σωκράτης ισχυριζόταν ότι το δαιμόνιο τού έδινε μαντικά σημάδια (σημαίνειν) γι’ αυτό τελικά νομίζω ότι κυρίως τον κατηγόρησαν ότι εισάγει καινά δαιμόνια» (Απομνημονεύματα Ι, 1,2).
Aναρωτιέται, πώς είναι δυνατόν να κατηγορηθεί ως ασεβής κάποιος που προσφέρει θυσίες στα δημόσια ιερά και που «καταφεύγει φανερά στη μαντική» μέσω του δαιμονίου του.
Για τον Ξενοφώντα, το σωκρατικό δαιμόνιο είναι μια μορφή θεϊκού οιωνού, η οποία δεν διαφέρει καθόλου από τα άλλα θεϊκά σημάδια που χρησιμοποιούν οι μάντεις.
Για τον Ξενοφώντα, το σωκρατικό δαιμόνιο είναι μια μορφή θεϊκού οιωνού, η οποία δεν διαφέρει καθόλου από τα άλλα θεϊκά σημάδια που χρησιμοποιούν οι μάντεις.
Ο Σωκράτης μέσω του δαιμονίου προέβλεπε το μέλλον, τόσο γι’ αυτά που θα συμβούν στον ίδιο όσο και στους άλλους, και η μαντική του ικανότητα αυτομάτως σήμαινε ότι ήταν θεοσεβής. Μόνο στους θεοσεβείς οι θεοί δείχνουν τέτοια σπάνια εύνοια. Αυτή η γραμμή ερμηνείας γίνεται κυρίαρχη στη μεταγενέστερη Αρχαιοελληνική Γραμματεία, όπου ο Σωκράτης παρουσιάζεται να προλέγει όχι μόνο τις μελλοντικές πράξεις ατόμων, αλλά και την έκβαση πολιτικών και στρατιωτικών γεγονότων, όπως η σικελική καταστροφή.
«Mια φωνή μέσα μου…»
Είμαστε σίγουροι ότι το δαιμόνιο έπαιζε έναν σημαντικό ρόλο στην προσωπικότητα του Σωκράτη. Εικάζουμε ότι αυτή η προσωπική επικοινωνία του με το θείο ήταν κάτι που ενοχλούσε πολλούς από τους συγχρόνους του, ιδίως επειδή ο θεός που επικαλείται ο Σωκράτης ήταν ο Απόλλων, ο ευνοούμενος θεός της αριστοκρατικής παράταξης της Αθήνας. Και θεωρούμε πιθανό ότι το δαιμόνιο εμμέσως ή αμέσως έπαιξε ρόλο στη δίκη και την καταδίκη του Σωκράτη.
Το δαιμόνιο συνοδεύει τον Σωκράτη από τα παιδικά του χρόνια, είναι πάντοτε αποτρεπτικό και ποτέ προτρεπτικό, και εξηγεί την απόσταση του Σωκράτη από την ενεργό πολιτική στη δημοκρατική Αθήνα.
Λέει ο Σωκράτης στην απολογία του.
«Ίσως σας φανεί άτοπο ότι εγώ περιφέρομαι εδώ και κει και δίνω συμβουλές στον καθένα και πολυπραγμονώ, ενώ δεν τολμώ να ανέβω στο δημόσιο βήμα και να απευθυνθώ σε σας, στον δήμο, λέγοντας τη γνώμη μου για τα πράγματα της πόλης. Αιτία γι’ αυτό είναι αυτό που με ακούσατε να λέω πολλές φορές και σε πολλά μέρη, ότι δηλαδή μου παρουσιάζεται ένα θεϊκό δαιμόνιο, αυτό το δαιμόνιο που ο Μέλητος κοροϊδεύοντας το συμπεριέλαβε στην κατηγορία. Αυτό το πράγμα ξεκίνησε να μου συμβαίνει από τότε που ήμουν παιδί, μια φωνή που ακούω μέσα μου, η οποία όταν ακούγεται, με αποτρέπει να κάνω κάποιες πράξεις, αλλά δεν μου υποβάλλει ποτέ τι να κάνω. Αυτό με εμποδίζει να ασχοληθώ με τα πολιτικά πράγματα, και μου φαίνεται ότι πάρα πολύ καλά κάνει. Γιατί γνωρίζετε καλά, Αθηναίοι, ότι αν είχα επιχειρήσει από παλιά να ασχοληθώ με τα πολιτικά πράγματα, θα είχα ήδη από καιρό χαθεί και δεν είχα ωφελήσει ούτε εσάς ούτε τον εαυτό μου. Μη μου κρατάτε κακία επειδή λέω την αλήθεια. Γιατί κανένας άνθρωπος που εναντιώνεται με ειλικρίνεια στο πλήθος, στο δικό σας ή σε άλλο πλήθος, και που παρακωλύει την τέλεση πολλών αδικιών και παρανομιών στην πόλη, δεν θα είχε καταφέρει να διασώσει τον εαυτό του. Αυτός λοιπόν που υπερασπίζεται πραγματικά το δίκαιο, αν θέλει έστω και για λίγο να επιβιώσει, κατ’ ανάγκη θα πρέπει να ιδιωτεύει και όχι να συμμετέχει στο δημόσιο βίο» (31c-32a).
Σωκράτης:
ΑπάντησηΔιαγραφήΛοιπόν μου φαίνεται ότι προ παντός τούτο εννοεί περί των δαιμόνων, δηλαδή, διότι ήσαν φρόνιμοι και δαήμονες, τους ωνόμασε δαίμονας και βλέπομεν ότι εις την αρχαίαν γλώσσαν μας σύμφωνος είναι αυτή η λέξις. Ώστε καλά λέγει και αυτός και άλλοι πολλοί ποιηταί, όσοι λέγουν ότι, όταν αποθάνη κανείς ο οποίος ήτο αγαθός, αποκτά μεγάλην μοίραν και τιμήν και γίνεται δαίμων σύμφωνα με αυτό το όνομα το οποίον σημαίνει φρόνησιν. Ομοίως λοιπόν και εγώ φρονώ, ότι κάθε άνθρωπος, ο οποίος είναι αγαθός, είναι δαιμόνιος, και εν όσω ζη και αφού αποθάνη, και ορθώς ονομάζεται δαίμων.
ΠΛΑΤΩΝΟΣ – ΚΡΑΤΥΛΟΣ (ή περί ορθότητος ονομάτων)
“Δαίμονες”: Δαήμονες (= σοφοί).
Υπήρχε ο μύθος ότι όποιος σοφός και συνετός άνθρωπος (αυτοί ανήκαν κατά τον Ησίοδο στο χρυσό γένος των ανθρώπων) πέθαινε, αποκτούσε μεγάλες τιμές και δύναμη και γινόταν “δαήμονας” = δαίμονας.
Αυτάρ επειδή τούτο γένος κατά μοίρ’ εκάλυψεν, οι μεν δαίμονες αγνοί υποχθόνιοι καλέονται εσθλοί, αλεξίκακοι, φύλακες θνητών ανθρώπων.
Μόλις το γένος τούτο χωρίστηκε σε μέρη οι δαίμονες αγνοί και γήινοι ονομάζονται, λαμπροί, προστάτες από το κακό, φύλακες των ανθρώπων.
(Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, 121-123)
(σ.σ: Δαίμων=Δαήμων=Γνώστης. Το αντίθετο, αδαής)