Σάββατο 3 Ιουνίου 2017

Η ΠΡΩΙΜΗ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

«Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ» – Ο Κόσμος και η Φυσική
(Aπό το βιβλίο του Erwin Schrodinger)
Το Ελληνικό Πνεύμα συνέλαβε ή, πολύ περισσότερο, διείδε τη Φύση, οργανική ή ανόργανη, ως έμβιον Όλον, ως κινούμενο αρθρωτό Όλον, ως Σύμπαν. Και τούτο το συμπαντικό Όλον, με τη σειρά του, θεωρήθηκε ως «φυσική» ενότητα, δηλαδή δεν ήταν πια αντιληπτό ως κάτι το «υπερφυσικό».
Ως πατέρας της Ελληνικής αλλά και ολόκληρης της ύστερης Δυτικής Φιλοσοφίας θεωρείται ο Θαλής, ο οποίος άκμασε περί το -600 στη Μίλητο. Ένας από τους «Επτά Σοφούς», υπήρξε ο πρώτος που έθεσε το ερώτημα περί των απαρχών ή του πρώτου αιτίου κάθε ύπαρξης.
Πρώτη αρχή όλων των πραγμάτων ήταν γι’ αυτόν το νερό, κατανοούμενο όχι βέβαια υπό τη σημερινή έννοια ως χημική ένωση, αλλά ως κοσμικό στοιχείο που παράγει, γονιμοποιεί, τρέφει, συντηρεί και φέρει.
Ο Αναξιμένης, έδωσε στην πρωταρχική ύλη και πάλι το όνομα ενός στοιχείου, αυτό του αέρα σε αιθέρια μορφή, ο οποίος για τον Αναξιμένη σήμαινε συγχρόνως «πνοή ζωής» και ως παράσταση παρέμενε, κατά κάποιον τρόπο, αιωρούμενος μεταξύ έννοιας και συμβόλου.
Ο Παρμενίδης, που δρούσε στην ιταλική πόλη Ελέα, δεχόταν μία και μοναδική, σταθερή, δίχως αρχή, διαρκή πραγματικότητα του Είναι, της οποίας το σύμβολο ήταν γι’ αυτόν η τέλεια σφαίρα. Όμως, αυτή ακριβώς η αμετάβλητη πραγματικότητα αποκαλύφθηκε και εκπληρώθηκε στον Παρμενίδη μέσα από το παιχνίδι των εναλλαγών των εφήμερων στοιχείων, παιχνίδι που περιέγραψε αργότερα ο Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος  μια ιδιόμορφη παρουσία όμοια του Παράκελσου, ως διεργασία «μίξης» και «διάλλαξης», «σύνθεσης» και «αποσύνθεσης», αλλά παράλληλα αποδιδόταν στην επίδραση ανωτέρων συμπαντικών δυνάμεων, δυνάμεων έλξης και άπωσης, αγάπης και μίσους.
Όμως, μπορούσε άραγε μια τέτοια διεργασία, κατά την οποία το χάος μετατρεπόταν τελικά στο σύμπαν, να είναι μια διεργασία, τυφλή, διεπόμενη από την τύχη;
Ο Αναξαγόρας, σύγχρονος του Εμπεδοκλή, θεωρούσε τη διεργασία αυτή σχεδιασμένη και κατευθυνόμενη από μια ανώτερη πνευματική δύναμη, που την ονόμαζε Νου, παγκόσμιο νου, και η οποία γι’ αυτόν, αντίθετα προς τον οιονεί αιωρούμενο Λόγο του Ηράκλειτου, παρενέβαινε στην πραγματικότητα και μάλιστα ήταν μέρος αυτής ως η πλέον ανώτερη και πλέον ευκίνητη από κάθε ύλη, χωρίς ωστόσο να «αφομοιώνεται» από αυτήν την πραγματικότητα.
Στον Δημόκριτο τον Αβδηρίτη αποσυνδέθηκε τελικά αυτή η αντίληψη περί ενός «ad hoc δρώντος Νου» από εκείνη μιας τυφλής-μηχανικής «νομοτέλειας της Φύσης», της κινητήριας δύναμης οιονεί αναρίθμητων, διαφορετικών κατά μέγεθος, θέση και σχήμα, περιφερόμενων στον κενό χώρο ατόμων, τα οποία αποτελούσαν γι’ αυτόν τα τελευταία άφθαρτα και αναλλοίωτα βασικά συστατικά κάθε ύπαρξης.
Αναμφίβολα, τα μεγάλα ζητήματα της προσωκρατικής Φιλοσοφίας βρέθηκαν αργότερα στο επίκεντρο της Δυτικής σκέψης.
Το ίδιο αναμφίβολα, οι επιστημονικοί σπόροι της προσωκρατικής Φιλοσοφίας άνθησαν αργότερα οδηγώντας σε αδιαφιλονίκητα πορίσματα και γνώσεις.
https://ekivolosblog.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου