Οι Γίγαντες ήταν πολύ περισσότεροι από τους Τιτάνες, τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες. Κατοικούσαν στις δυτικές ακτές του Ωκεανού. Κάποτε ήρθαν σε σύγκρουση με τους Θεούς, την περίφημη Γιγαντομαχία. Η δύναμη των Γιγάντων ήταν αφάνταστη. Μπορούσαν να ξεκολλούν με ευκολία βράχους ολόκληρους και να τους εκσφενδονίζουν μακριά.
Ύπαρξη Γιγάντων αναφέρει ο Όμηρος (Οδύσσεια, η 59), όταν η Αθηνά πληροφορεί τον Οδυσσέα περί της ιστορίας των Φαιάκων στην Σχερία, λέγοντας μάλιστα πως οι γίγαντες απωλέσθησαν δύο γενεές πριν από τον Αλκίνοο.
Οδύσσεια, η 56 - 60
Ναυσίθοον
μὲν πρῶτα Ποσειδάων ἐνοσίχθων
γείνατο
καὶ Περίβοια, γυναικῶν εἶδος
ἀρίστη,
ὁπλοτάτη θυγάτηρ μεγαλήτορος
Εὐρυμέδοντος,
ὅς ποθ᾽ ὑπερθύμοισι
Γιγάντεσσιν βασίλευεν.
60 ἀλλ᾽ ὁ μὲν
ὤλεσε λαὸν ἀτάσθαλον, ὤλετο δ᾽ αὐτός,
Αρχή
αρχή, γέννησε τον Ναυσίθοο ο κοσμοσείστης
Ποσειδών
με την Περίβοια, γυναίκα
ασυναγώνιστη στην ομορφιά,
κόρη
στερνή του τολμηρού Ευρυμέδοντα, που
υπήρξε ο βασιλιάς
των υπερήφανων
Γιγάντων, ωσότου αφάνισε τον αλαζονικό
λαό του,
60 κι εξαφανίστηκε τότε κι
αυτός.
Αυτό συνδυαζόμενο με την υψηλή τεχνολογία των Φαιάκων στην Σχερία (πλοία που ταξίδευαν με αυτόματο πιλότο – αφού με την σκέψη σου σε πήγαιναν όπου ήθελες – όπως αναφέρεται στο Αρχαίο κείμενο), δείχνει ότι πρόκειται για παράδοση προκατακλυσμιαίου πολιτισμού.
https://el.wikipedia.org/ , https://el.wikipedia.org/ , http://www.greek-language.gr
----------------------------
1 σχόλιο:
ΓΙΓΑΝΤΟΜΑΧΙΑ (Απολλόδωρος 1.7.1.)
[…] η Γη, αγανακτισμένη για την τύχη των Τιτάνων [ο Δίας τους είχε ρίξει στον Τάρταρο], γέννησε από τον Ουρανό τους Γίγαντες, τεράστιους και ανίκητους, φοβερούς στην όψη, με πυκνά, πλούσια και μακριά μαλλιά και γένια και με λέπια φιδιού στα πόδια. Μερικοί λένε ότι γεννήθηκαν στις Φλέγρες, άλλοι πάλι στην Παλλήνη. Αυτοί εξακόντιζαν στον ουρανό πέτρες και φλεγόμενες δρυς. Απ’ όλους τους διέφερε ο Πορφυρίωνας και ο Αλκυονέας, που παρέμενε αθάνατος, όσο πολεμούσε στη γη που γεννήθηκε. Αυτός έδιωξε και τις αγελάδες του Ήλιου από την Ερύθεια. Στους θεούς δόθηκε σαφής χρησμός ότι κανένας τους δεν θα μπορούσε να σκοτώσει τους Γίγαντες, και ότι θα μπορούσαν να τους εξοντώσουν αν κάποιος θνητός συμμαχούσε μαζί τους. Όταν το πληροφορήθηκε η Γη, αναζήτησε ένα βοτάνι, για να μη σταθεί δυνατό να εξολοθρευτούν από κανένα θνητό. Αλλά ο Δίας απαγόρευσε στην Ηώ, στη Σελήνη και στον Ήλιο να φέγγουν και πρόλαβε αυτός και έκοψε το βοτάνι· με τη μεσολάβηση μάλιστα της Αθηνάς εξασφάλισε για σύμμαχο τον Ηρακλή. Και εκείνος σημάδεψε με το τόξο του πρώτα τον Αλκυονέα· αλλά πέφτοντας αυτός στη γη, ξανάβρισκε τις δυνάμεις του· με τη συμβουλή όμως της Αθηνάς ο Ηρακλής τον τράβηξε έξω από την Παλλήνη. 2 Και εκείνος λοιπόν με αυτόν τον τρόπο πέθανε. Ο Πορφυρίωνας πάλι, την ώρα της μάχης με τον Ηρακλή, όρμησε και στην Ήρα. Γιατί ο Δίας του ξύπνησε πόθο ερωτικό για τη θεά, η οποία, καθώς αυτός τις ξέσκιζε τα πέπλα θέλοντας να τη βιάσει, έβαλε τις φωνές καλώντας σε βοήθεια· και καθώς ο Δίας τον κατακεραύνωσε, ο Ηρακλής τον σκότωσε με το τόξο του. Όσο για τους υπόλοιπους, ο Απόλλωνας χτύπησε με τα βέλη του το αριστερό μάτι του Εφιάλτη και ο Ηρακλής το δεξιό· τον Εύρυτο τον σκότωσε ο Διόνυσος με τον θύρσο, τον Κλυτίο η Εκάτη με δαυλούς, τον Μίμαντα ο Ήφαιστος που τον χτύπησε με πυρακτωμένο σίδερο. Η Αθηνά με τη σειρά της, καθώς ο Εγκέλαδος το έσκαγε, έριξε επάνω του το νησί της Σικελίας, ύστερα έγδαρε τον Πάλλαντα και με το δέρμα του προστάτευε το σώμα της την ώρα της μάχης. Ο Πολυβώτης, κυνηγημένος μεσοπέλαγα από τον Ποσειδώνα, φθάνει στην Κω· και ο Ποσειδώνας έκοψε ένα κομμάτι του νησιού, που ονομαζόταν Νίσυρος, και το έριξε επάνω του. Ο Ερμής, φορώντας στην μάχη τη δερμάτινη περικεφαλαία του Άδη, σκότωσε τον Ιππόλυτο, η Άρτεμη τον +Γρατίωνα+, οι Μοίρες πολεμώντας με χάλκινα ρόπαλα, σκότωσαν τον Άγριο και τον Θόωνα, τους υπόλοιπους τους χτύπησε ο Δίας με κεραυνούς και τους εξόντωσε· και σε όλους εξαπέλυε τα βέλη του ο Ηρακλής και τους αποτελείωνε.
(Απολλόδωρος 1.7.1.)
Δημοσίευση σχολίου