Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020

ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ – ΦΥΣΙΚΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ

[Ο Σωκράτης μπορεί να χαρακτηριστεί ως ο σημαντικότερος φιλόσοφος της Αρχαιότητας. Αυτό φαίνεται και από τον διαχωρισμό των Αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων σε προσωκρατικούς και μετασωκρατικούς.]
Έρευνα και παρουσίαση
Νάσια Σοφοκλέους, Πηνελόπη Λοίζου
Οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι έζησαν και δίδαξαν μεταξύ του -7ου και του -5ου αιώνα, πριν δηλαδή από την εποχή της επιρροής του Σωκράτη. Παράλληλα ονομάστηκαν και φυσικοί φιλόσοφοι γιατί έδωσαν απαντήσεις στα ερωτήματα τους μελετώντας τη φύση γύρω τους.
Κύριο ερώτημά τους όπως και όλων των φιλοσόφων αργότερα ήταν η πηγή προέλευσης του κόσμου μας αλλά και του ίδιου του εαυτού μας. Επίσης παρατηρώντας της αλλαγές που συνέβαιναν στη φύση προσπάθησαν να βρουν τι κρύβεται πίσω από αυτές και να εξηγήσουν τα φυσικά φαινόμενα χωρίς να καταφύγουν στους μύθους της εποχής.
Όλοι οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι συμφωνούσαν πως πίσω από όλες τις αλλαγές στη φύση κρύβεται κάτι. Η αναζήτηση αυτού του κάτι και η απόδοσή του διαφέρει από φιλόσοφο σε φιλόσοφο.
Για παράδειγμα ο Θαλής πίστευε πως τα πάντα προέρχονταν από το νερό. Αντίθετα όμως ο Αναξιμένης θεωρούσε πως πρωταρχικό στοιχείο ήταν ο αέρας. Ο Δημόκριτος ανάπτυξε την πρώτη μορφή της ατομικής θεωρίας, ενώ ο Εμπεδοκλής μίλησε για δυνάμεις αγάπης και μίσους.
Χαρακτηριστικοί φιλόσοφοι της εποχής ήταν επίσης ο Αναξίμανδρος, ο Παρμενίδης, ο Ηράκλειτος και ο Αναξαγόρας.
Ο Θαλής λοιπόν παρατηρώντας σε ένα από τα ταξίδια του πόσο γόνιμη ήταν η γη γύρω από τον Νείλο πίστευε πως τα πάντα προέρχονται από το νερό, το οποίο και μπορούσε να πάρει πολλές μορφές όπως ο πάγος και οι υδρατμοί. Χωρίς να ξέρουμε σίγουρα πως το εννοούσε, αφού λίγα κείμενά του σώζονται στο έργο του Αριστοτέλη, υποστήριξε πως όλα είναι «γεμάτα θεούς»Σίγουρα όμως δεν εννοούσε τους θεούς του Ομήρου. 
Ο Αναξίμανδρος πίστευε πως ο κόσμος μας είναι ένας από τους πολλούς, αλλά δεν μπορούμε να τον κατανοήσουμε με τις αισθήσεις μας. Θεωρούσε πως η αρχή και το τέλος ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό από τα προϊόντα των αισθήσεών μας. Άρα αφού όλα έχουν μια αρχή και ένα τέλος, αυτό το κάτι, αυτό που κρύβεται πίσω από όλα πρέπει να μην έχει ούτε αρχή αλλά ούτε και τέλος. Το πρωταρχικό στοιχείο για τον Αναξίμανδρο ήταν το άπειρο.
Ο Αναξιμένης μίλησε για το δικό του πρωταρχικό στοιχείο, τον αέρα. Διαφωνούσε με το Θαλή, γιατί έλεγε πως το νερό δεν ήταν παρά συμπυκνωμένος αέρας, ο οποίος όταν πύκνωνε ακόμα περισσότερο γινόταν χώμα. Αντίθετα η φωτιά δεν ήταν παρά αραιωμένος αέρας.
Ο Παρμενίδης δίδασκε πως τίποτα δεν μπορεί να γεννηθεί από το τίποτα και τίποτα δεν μπορεί να εξαφανιστεί και να χαθεί μια για πάντα. Πίστευε λοιπόν στο είναι και όχι στο γίγνεσθαι και υποστήριζε ότι τα πάντα είναι σταθερά Ενώ αντιλαμβανόταν με τις αισθήσεις του τις αλλαγές της φύσης δεν μπορούσε να τις εξηγήσει με βάση τη λογική του. Αποφάσισε λοιπόν να εμπιστευτεί τη λογική του καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι οι αισθήσεις προκαλούν ψευδαισθήσεις και ότι η εμπιστοσύνη σε αυτές μας οδηγούν σε μια λανθασμένη εικόνα του κόσμου μας. Ο Παρμενίδης ήταν ένας από τους πρώτους ορθολογιστές.
Αντίθετα ο Ηράκλειτος πίστευε στο γίγνεσθαι και δίδασκε πως τα πάντα μεταβάλλονται. «Τα πάντα ρει» έλεγε. Ο Ηράκλειτος ερχόταν σε πλήρης αντίθεση με τον Παρμενίδη αφού είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στις αισθήσεις του. Είπε πως στη φύση έχουμε διαρκείς αντιθέσεις, μέσα από τις οποίες παρουσιάζεται και το θεϊκό στοιχείο. Το καλό και το κακό, η μέρα και η νύχτα, ο χειμώνας και το καλοκαίρι, ο πόλεμος και η ειρήνη αποτελούσαν μορφές αντιθέσεων για τον Ηράκλειτο. Το θεϊκό του στοιχείο το ονόμασε «λόγο», που παραπέμπει στη λογική. Σε μια λογική όμως όχι με την έννοια της λογικής του Παρμενίδη. Ο «λόγος του Σύμπαντος» ήταν μια λογική πέρα από τα πλαίσια που μπορούμε να κατανοήσουμε με τις αισθήσεις μας εμείς οι άνθρωποι, και διοικεί και καθορίζει τον κόσμο μας.
Ο Εμπεδοκλής έφερε μια νέα πνοή στις θεωρίες των φιλοσόφων της εποχής. Ήταν ο πρώτος που μίλησε για τέσσερα πρωταρχικά στοιχεία,τη φωτιά, το νερό, τον αέρα και τη γη, γιατί όπως πίστευε η φύση δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα μόνο με ένα. Ενώ συμφωνούσε με τον Παρμενίδη στο ότι τίποτα δεν αλλάζει στην ουσία, εμπιστευόταν όπως και ο Ηράκλειτος τις αισθήσεις του. Οι αισθήσεις του αντιλαμβάνονταν τις αλλαγές της φύσης, αλλά όλα ήταν σταθερά γιατί απλά τα τέσσερα πρωταρχικά του στοιχεία έπαιζαν μεταξύ τους. Η φιλότητα και το νείκος(αγάπη και μίσος) ήταν οι δυνάμεις που έσπρωχναν τα τέσσερα στοιχεία να ενώνονται και να χωρίζονται πάλι δημιουργώντας νέα σώματα και καταστάσεις. Αυτά όμως παρέμειναν αναλλοίωτα και σταθερά αν και δημιουργούσαν κάθε φορά ένα καινούριο κόσμο. Προσπαθώντας να εξηγήσει πως λειτουργούν οι αισθήσεις, δίδαξε πως αφού τα τέσσερα στοιχεία ζουν μέσα στα πάντα τότε μπορούν να αντιλαμβάνονται τα όμοια γύρω τους. Αν λοιπόν έλειπε η φωτιά μέσα από τα μάτια μου, τότε δεν θα μπορούσα να δω την φωτιά μέσα στα πάντα γύρω μου. Τα τέσσερα στοιχεία λοιπόν μέσα μου μου παρουσιάζουν τον κόσμο στην ολότητά του.
Ο Αναξαγόρας στηριζόμενος πάνω στη θεωρεία των τεσσάρων πρωταρχικών στοιχείων, ανάπτυξε τη δική του. Μίλησε για μικροσκοπικά κομματάκια, τα οποία έχουν κάτι και από τα τέσσερα πρωταρχικά. Τη δύναμη, στην οποία πίστευε και θεωρούσε πως έδινε την ένωση και το χωρισμό των μικροσκοπικών κομματιών του, την ονόμασε πνεύμα Κατηγορήθηκε για ασέβεια προς τους θεούς αφού η θεωρεία του ήταν άκρως αντίθετη από την πίστη της εποχής.
Τέλος ο Δημόκριτος έθεσε τις βάσεις για την ανάπτυξη της ατομικής θεωρίας, αφού πρώτος μίλησε για άφθαρτα, αιώνια και αναλλοίωτα, μικρά αόρατα τουβλάκια, τα οποία σήμερα τόσους αιώνες μετά ονομάζουμε άτομα. Ακόμη θεωρούσε πως τίποτα δεν μπορεί να γεννηθεί από το μηδέν και πίστευε μονάχα στα άτομα και το κενό ανάμεσά τους. Οι αισθήσεις όπως έλεγε ήταν οι κινήσεις των ατόμων μέσα στο κενό γύρω μας. Γι’ αυτό και χαρακτηρίστηκε ως ένας από τους πρώτους υλιστές. Ο Δημόκριτος παράλληλα διερωτήθηκε τι είναι συνείδηση. Αφού η συνείδηση δεν ήταν κάτι υλικό, δεν μπορούσε να αποτελείται από άτομα, αλλά από κάτι διαφορετικό, το οποίο και ονόμασε «άτομα της ψυχής». Η συνείδηση και η ψυχή συνδέεται άμεσα με το μυαλό. Έτσι δίδαξε πως η ψυχή δεν είναι αθάνατη. Με το θάνατο, τα άτομα της ψυχής χωρίζονται και σκορπίζονται στο κενό έτοιμα να ενωθούν ξανά δίνοντας μια νέα ζωή, μια νέα ψυχή. Πίστευε λοιπόν σε μια παρόμοια μορφή της σημερινής πίστης στη μετενσάρκωση και μετεμψύχωση. 
Οι φιλόσοφοι αυτοί θέτοντας ερωτήματα προσπάθησαν να βρουν τις απαντήσεις χωρίς να καταφύγουν στους μύθους και στην πίστη της εποχής. Κάποιοι κατηγορήθηκαν, ενώ άλλοι απλά αγνοήθηκαν. Πολλά από τα λόγια τους επαληθεύονται σήμερα, ενώ κάποια άλλα έδωσαν γερές βάσεις για την ανάπτυξη άλλων θεωριών. Μπορεί και να βρήκαν την λύση, μπορεί και όχι. Ότι και να έγινε όμως δεν έπαψαν ποτέ να ρωτούν. 
Αυτό καλούμαστε να κάνουμε και εμείς σήμερα. Να ρωτήσουμε και να να αναζητήσουμε την αλήθεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου