Ο Φίληβος είναι ο φιλοσοφικός διάλογος του Πλάτωνα ο οποίος έχει τον υπότιτλο «περί ηδονής ηθικός». Το θέμα το οποίο συζητείται είναι αν το ύψιστο αγαθό για την ανθρώπινη ζωή είναι η ηδονή ή φρόνηση, δηλαδή ο νους.
Το κύριο πρόσωπο είναι ο Σωκράτης ο οποίος συζητεί με τον Πρώταρχο και τον Φίληβο. Ο διάλογος αναπτύσσεται μπροστά σε ένα βουβό ακροατήριο των ανώνυμων νέων Αθηναίων αλλά δε παρέχονται επιπλέον πληροφορίες για τον δραματικό τόπο και χρόνο.
Στην αρχή του διαλόγου, ο Σωκράτης παρουσιάζει τον Φίληβο να ισχυρίζεται ότι η ηδονή είναι για όλα τα όντα το υπέρτατο αγαθό. Για τον λόγο ότι ο Φίληβος εμφανίζεται ως λάτρης της Αφροδίτης και παραδομένος στις ηδονές, δε μπορούσε να ασπασθεί τις προσωπικές απόψεις του διαλεκτικά και για τον λόγο αυτό δείχνει εμπιστοσύνη στην υπεράσπισή του στον φίλο του Πρώταρχο ο οποίος είχε μαθητεύσει κοντά στον Γοργία.
Ο Σωκράτης λέει στον Πλώταρχο: «ο Φίληβος παραδέχεται πως για όλα τα ζωντανά όντα αγαθό είναι η χαρά, η ηδονή και η ευχαρίστηση και όλα όσα ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Όμως εγώ έχω την αντίρρηση ότι δεν είναι αυτά, αλλά η φρόνηση, η νόηση και η μνήμη και ακόμη όσα συγγενεύουν με αυτά που είναι η σωστή γνώμη και ο σωστός συλλογισμός. Αυτά φυσικά έχουν πολύ μεγαλύτερη αξία για όλα εκείνα τα όντα που μπορούν να έχουν κάποιο μερίδιο σε αυτά. Και για όλα εκείνα τα όντα που μπορούν να λάβουν μέρος είτε ζουν στο παρόν είτε θα ζήσουν στο μέλλον, αυτό είναι το πιο ωφέλιμο πράγμα».
Ο Φίληβος παραδέχεται ότι η ηδονή οπωσδήποτε νικά.
Ο Σωκράτης παίρνει θέση για την ηδονή και λέει: «η ηδονή ξέρω πως είναι κάτι το ποικίλο. Πρέπει να έχουμε στο νου μας και να εξετάζουμε ποια είναι η φύση της. Ακούγοντας έτσι απλά το όνομά της το οποίο βέβαια είναι ένα, έχει πάρει μορφές κάθε λογής και ανόμοιο κατά κάποιο τρόπο μεταξύ τους. Πρόσεξε όμως. Λέμε ότι ο άνθρωπος που ακολασταίνει, νιώθει ηδονή. Από την άλλη πώς νιώθει ηδονή και όποιος είναι συνετός, ακριβώς με το να είναι συνετός. Πώς αισθάνεται ηδονή κι αυτός που ανοηταίνει και είναι γεμάτος με ανόητες γνώμες και ελπίδες. Κι από την άλλη, πώς αισθάνεται ηδονή ο άνθρωπος που στοχάζεται, ακριβώς με το να στοχάζεται. Πώς λοιπόν θα θεωρούσε κανείς και με όλο του το δίκιο φυσικά ανόητο εκείνο που θα έλεγε πως είναι μεταξύ τους όμοιες οι ηδονές καθενός από τα τρία αυτά ζεύγη;»
Ο Σωκράτης διερωτάται πώς είναι δυνατόν να μπορεί να απολαύσει την ηδονή ένας άνθρωπος που σκέφτεται ανόητα και ένας άνθρωπος που έχει νόηση και στοχάζεται. Εφόσον αυτά τα δύο, η ανοησία και η νόηση, είναι αντίθετα μεταξύ τους, πώς είναι δυνατόν να προσφέρουν ηδονή. Η ηδονή είναι κάτι καλό, κάτι θετικό. Και δε μπορεί να τη νιώσει ο καθένας.
Ο Πρώταρχος απαντάει στο Σωκράτη λέγοντας ότι οι ηδονές πηγάζουν μεν από εντελώς αντίθετα πράγματα, δηλαδή τη νόηση και την ανοησία, αλλά αυτές οι ίδιες οι ηδονές δεν είναι αντίθετες γιατί η ουσία τους είναι μία. Ότι αποτελούν ηδονές. Ο ίδιος λοιπόν διερωτάται το εξής: Πώς θα μπορούσε η ηδονή να μην είναι το πιο όμοιο από όλα τα πράγματα προς την ηδονή, δηλαδή αυτό προς τον ίδιο τον εαυτό του. Συνεπώς η ηδονή είναι μία και η ουσία της είναι μία, το ότι είναι ηδονή ακόμη και αν αυτή προέρχεται από τελείως διαφορετικά πράγματα. Ο Σωκράτης φέρνει ως παράδειγμα το χρώμα. Κάθε χρώμα είναι διαφορετικό από ένα άλλο χρώμα. Όμως η ουσία είναι μία. Ότι αυτό αποτελεί χρώμα, αυτό δεν αλλάζει ούτε πρόκειται να αλλάξει.
Ο Σωκράτης εκφράζει τον φόβο του στον Πρώταρχο ότι ενδέχεται στην πορεία να βρουν ηδονές οι οποίες είναι όχι μόνο διαφορετικές αλλά αντίθετες μεταξύ τους, όπως ας πούμε το άσπρο είναι αντίθετο με το μαύρο χρώμα.
Παραπάνω είδαμε ότι ο Σωκράτης είπε πως η ηδονή είναι ένα μόνο όνομα. Τώρα όμως υποβόσκει ο φόβος ότι γίνεται λόγος για ανόμοια πράγματα και συνεπώς μπορεί να υπάρξει και δεύτερο όνομα. Ο Πρώταρχος υποστηρίζει ότι όλα εκείνα τα οποία προκαλούν ηδονή, είναι αγαθά. Όπως είναι φυσικό όμως δεν υπάρχει κανένα επιχείρημα που να υποστηρίζει ότι όλα εκείνα τα οποία προκαλούν ηδονή, δεν προξενούν την ηδονή. Ενώ όμως τα περισσότερα από αυτά είναι καλά και λίγα από αυτά είναι τα αγαθά όπως εμείς υποστηρίζουμε, σύμφωνα με τον Σωκράτη, ο Πλώταρχος δίνει σε όλα αυτά το όνομα αγαθά παρόλο που δεν παραδέχεται πως είναι ανόμοια όταν κάποιος σε υποχρεώσει σε αυτό μέσα από τη συζήτηση.
Ο Σωκράτης απευθυνόμενος στον Πρώταρχο θέτει το εξής ερώτημα: «Ποιο είναι το κοινό εκείνο στοιχείο το οποίο ενυπάρχει ομοίως και στις κακές και στις αγαθές ηδονές και σε κάνει να τις ονομάζεις όλες αγαθό;» Εύλογα ο Σωκράτης εκφράζει την απορία του. Εφόσον υπάρχει ο σαφής διαχωρισμός στις ηδονές, ότι δηλαδή υπάρχουν καλές ηδονές και κακές ηδονές και εφόσον το αγαθό είναι το καλό, εκείνο δηλαδή που αντιτίθεται προς τα φαύλα, γιατί ο Πρώταρχος σε όλα δίνει την ίδια ονομασία, δηλαδή την ονομασία αγαθό. Ο Πρώταρχος δείχνει έκπληξη και δε μπορεί να υποστηρίξει κάτι τέτοιο εφόσον ο ίδιος θεωρεί πως δεν ισχύει.
https://www.filologikos-istotopos.gr
-------------------------------
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου