ΕΥΘΥΦΡΩΝ - ΣΩΚΡΑΤΗΣ
ΣΩ. Τί υποστηρίζεις ότι είναι τό όσιο καί ή όσιότητα; Δέν είναι ένα είδος γνώσης πώς νά θυσιάσεις καί πώς νά προσεύχεσαι;
ΕΥΘ. Βεβαίως.
ΣΩ. Αλλά ή θυσία δέν είναι μιά δωρεά στους θεούς; Καί ή προσευχή; Δέν είναι κι αυτή μιά παράκληση στους θεούς;
ΕΥΘ. Ακριβώς. Σωκράτη.
ΣΩ. Συνεπώς, κατά τά λεγόμενα σου, ή όσιότητα είναι τό νά ξέρεις πώς νά προσφέρεις δώρα στους θεούς.
ΕΥΘ. Κατάλαβες πολύ καλά, Σωκράτη, αυτό πού είπα.
ΣΩ. Μά εγώ, αγαπητέ, είμαι εραστής τής σοφίας σου καί προσέχω νά μήν πάει χαμένο τίποτα άπ' όσα λές. Γιά πές μου όμως, σέ τί συνίσταται αυτή ή υπηρεσία στους θεούς; Μήπως στό νά τους ζητάμε καί νά τους δίνουμε κάτι; Αυτό λές;
ΕΥΘ. Μάλιστα.
ΣΩ. Αλλά ό σωστός τρόπος νά ζητάμε άπό τους θεούς δέν είναι νά τους ζητάμε κάτι πού τό έχουμε ανάγκη;
ΕΥΘ. Βεβαίως.
ΣΩ. Κι από τήν άλλη πλευρά, σωστή προσφορά δέν είναι νά τους ανταποδίδουμε τίς δικές τους δωρεές προσφέροντας τους κάτι δικό μας πού τυχαίνει νά τό έχουν εκείνοι ανάγκη; Γιατί τί νόημα θά είχε νά δωρίζεις σέ κάποιον κάτι πού δέν τό χρειάζεται;
ΕΥΘ. Σωστά λές, Σωκράτη.
ΣΩ. Επομένως, Εύθύφρονα, ή όσιότητα είναι, θά λέγαμε, ένα είδος εμπορικής σχέσης μεταξύ ανθρώπων καί θεών.
ΕΥΘ. Εμπορικής, αν προτιμάς νά τό ονομάζεις έτσι.
ΣΩ. Εγώ δέν προτιμώ τίποτα, παρά μόνο τό αληθινό. Πές μου όμως, ποια ή ωφέλεια πού ενδεχομένως έχουν οί θεοί άπό τά δώρα πού δέχονται από εμάς; Γιατί, βέβαια, αυτά πού εκείνοι μας προσφέρουν είναι φανερά σε όλους: Απλούστατα, δέν υπάρχει αγαθό πού νά μή μας τό δίνουν εκείνοι. Η μήπως υπερέχουμε τόσο πολύ σ’ αυτή τήν εμπορική σχέση, ώστε εμείς νά παίρνουμε απ’ αυτούς όλα τά αγαθά, ένώ εκείνοι νά μήν παίρνουν από μας τίποτα;
ΕΥΘ. Μά Σωκράτη, στ ' αλήθεια νομίζεις ότι οί θεοί έχουν κανένα κέρδος άπό αυτά πού παίρνουν άπό μας;
ΣΩ. Αλλά τότε τί είναι τέλος πάντων τά δώρα πού προσφέρουμε στους θεούς;
ΕΥΘ. Μά τί άλλο νομίζεις πώς είναι παρά σεβασμός καί τιμή καί όπως έλεγα πριν λίγο, κάτι πού γίνεται δεκτό μέ ευχαρίστηση;
ΣΩ. Επομένως, Εύθύφρονα, τό όσιο είναι τό ευπρόσδεκτο καί όχι τό ωφέλιμο ή τό αγαπητό στους θεούς.
ΕΥΘ. Εγώ πάντως νομίζω ότι τους είναι αγαπητό καί μάλιστα περισσότερο άπό οτιδήποτε άλλο.
ΣΩ. Νά λοιπόν τί είναι, καθώς φαίνεται, τό οσιο: Τό αγαπητό στους θεούς.
ΕΥΘ. Βεβαιότατα.
ΣΩ. Θά παραξενευτείς άραγε τώρα άν μέ αυτά πού υποστηρίζεις γίνει φανερό οτι τά λόγια σου δέν στέκονται σ' ένα σημείο άλλα περπατάνε: Καί θά τά βάλεις πάλι μ' εμένα, τόν Δαίδαλο, καί θά λές πώς έγώ τά κάνω νά περπατούν; Κι όμως, εσύ είσαι πολύ πιό τεχνίτης από τόν Δαίδαλο καί εξαιτίας σου στριφογυρίζουν. ‘Η μήπως δέν καταλαβαίνεις οτι ή κουβέντα μας έφερε μιά γυροβολιά κι ήρθε πάλι στό ίδιο σημείο; Γιατί θά θυμάσαι, πιστεύω, ότι πρωτύτερα μας φάνηκε πώς τό αγαπητό στους θεούς δέν ταυτίζεται μέ τό όσιο κι ότι τό ένα είναι διαφορετικό άπό τό άλλο. Δέν τό θυμάσαι;
ΕΥΘ. Ναί, τό θυμάμαι.
ΣΩ. Δέν καταλαβαίνεις όμως ότι τώρα υποστηρίζεις πώς όσιο είναι τό αγαπητό στους θεούς; ή μήπως δέν είναι έτσι;
ΕΥΘ. Βεβαίως.
ΣΩ. Συνεπώς ή όσα παραδεχτήκαμε πριν λίγο δέν ήταν σωστά ή —άν εκείνα τότε ήταν σωστά— δέν είναι σωστά όσα υποστηρίζουμε τώρα.
ΕΥΘ. Έτσι φαίνεται.
ΣΩ. Πρέπει επομένως νά ξανασκεφτούμε άπό τήν αρχή τί είναι τό οσιο γιατί έγώ δέν έχω καμιά διάθεση νά τά παρατήσω προτού τό μάθω. Κι εσύ όμως, σέ παρακαλώ, μή μέ περνάς γιά εντελώς ανάξιο αλλά βάλε τά δυνατά σου νά συγκεντρωθείς καί νά μου πεις πώς έχει τό πράγμα. Γιατί τήν κατέχεις τήν αλήθεια πιό καλά άπό κάθε άλλον καί γι' αυτό, όπως τόν Πρωτέα, έτσι κι εσένα δέν πρέπει νά σ' αφήσει κανείς νά φύγεις προτού μιλήσεις. Γιατί, άν δέν ήξερες στην εντέλεια τί είναι όσιο καί τί ανόσιο, δέν θά αποτολμούσες ποτέ γιά χάρη ενός δουλοπάροικου νά σύρεις στά δικαστήρια τόν πατέρα σου, γέρο άνθρωπο, άλλα καί τους θεούς θά φοβόσουν, μή τυχόν πάς νά κάνεις κάτι πού δέν είναι σωστό, καί τους ανθρώπους θά ντρεπόσουν. Τώρα όμως δέν έχω καμιά αμφιβολία ότι πιστεύεις πώς ξέρεις πολύ καλά τί είναι οσιο καί τί δέν είναι. Πές το λοιπόν, φίλε Εύθύφρονα, καί μή τό κρατάς κρυφό αυτό πού νομίζεις πώς είναι τό όσιο.
ΕΥΘ. Καμιάν άλλη φορά, Σωκράτη- τώρα είμαι βιαστικός. πρέπει νά πηγαίνω.
ΣΩ. Αχ, τί είναι αυτό πού κάνεις, φίλε μου. Φεύγεις καί μού σβύνεις τή μεγάλη ελπίδα ότι θά μάθαινα άπό σένα τί είναι όσιο καί τί δέν είναι, κι οτι θά ξέμπλεκα άπό τήν καταγγελία του Μέλητου, αφού θά τού έδειχνα ξεκάθαρα πώς χάρη στον Εύθύφρονα έχω γίνει σοφός στά θέματα τής θρησκείας κι ότι ή άγνοια δέν μέ παρασύρει πιά σέ αυτοσχεδιασμούς καί καινοτομίες —πάνω άπ' όλα όμως μου σβήνεις τήν ελπίδα οτι θά ζούσα τήν υπόλοιπη ζωή μου πιό σωστά.
ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΕΥΘΥΦΡΩΝ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-ΣΧΟΛΙΑ-ΕΙΣΑΓΩΓΗ: ΝΙΚΟΛΑΟΣ Μ. ΣΚΟΥΤΕΡΟΠΟΥΛΟΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ - ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ 1982
---------------------------------------------------






1 σχόλιο:
Ο Ευθύφρων είναι ένας πρώιμος διάλογος του Πλάτωνα που διαδραματίζεται λίγες ημέρες πριν από τη δίκη του Σωκράτη (-399) ανάμεσα στον Σωκράτη και τον Ευθύφρονα.
Οι δύο διαλεγόμενοι επιχειρούν να προσδιορίσουν τι σημαίνει «ευσέβεια» (τὸ εὐσεβές, τὸ ὅσιον),
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CF%85%CE%B8%CF%8D%CF%86%CF%81%CF%89%CE%BD_(%CE%A0%CE%BB%CE%B1%CF%84%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82_%CE%B4%CE%B9%CE%AC%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%82)
Δημοσίευση σχολίου