Μέχρι
τον Προμηθέα, οι άνθρωποι σέρνονταν σαν μυρμήγκια στα ανήλιαγα και βαθιά τους
σπήλαια μας λέει ο Αισχύλος: «κατώρυχες δ'έναιον ωστ'αήσυροι/μύρμηγκες άντρων εν μυχοίς ανηλίοις» (Αισχύλος, Προμηθέας Δεσμώτης, 452-54).
Μεταξύ
των θείων δώρων που έφερε ο Προμηθέας στους ανθρώπους ήταν τα καράβια «θαλασσόπλαγκτα δ'ούτις άλλος αντ'εμού λινόπτερα
ηύρε ναυτίλων οχήματα» (Προμηθέας Δεσμώτης, 467-8)
Χιλιάδων
χρόνων ναυτική παράδοση περικλείουν οι στίχοι του Αισχύλου. Ο άνθρωπος,
αυτός της Ανατολικής Μεσογείου και ιδιαίτερα του Αιγαίου, γνώρισε τη θάλασσα
και έφτιαξε τα πρώτα καράβια πριν καλά-καλά κτίσει το σπίτι του στην
ξηρά. Ακόμη και σήμερα διασχίζοντας το Αιγαίο πέλαγος και την ανοικτή
θάλασσα καταλαβαίνουμε τα επίθετα "αφραδέων και αμηχάνων ανθρώπων" που χαρακτήριζαν τους ναυτικούς. Γιατί η θάλασσα
δεν αστειεύεται και τα καράβια που πρώτα άνοιξαν τα "υγρά κέλευθα" του Ομήρου (τους ναυτικούς δρόμους) τόλμησαν το
αδύνατο.
Οι
αρχαίοι γνώριζαν την θάλασσα. Αν πάρουμε μόνο λέξεις από τον Όμηρο, θα
καταλάβουμε τη βαθιά γνώση που είχαν των "άγνωστων" θαλασσών. Από το εκφραστικό θαλασσινό λεξιλόγιο του
Ομήρου λίγες λέξεις: Τα "ευρέα
νώτα", "ευρέα κόλπον", ευρυπόροιο
βένθεα (τα πλατιά
μονοπάτια του βυθού), "πολυβενθή" (τα πολύ βαθιά), "πολιήν" (γκριζο-γάλαζη ), "οίνοπα" (σκούρο
σαν το κρασί), "ηεροειδέα"(σκιασμένη από περαστικό σύννεφο¨),
"απείρονα κυμαίνοντα" (με άπειρα κύματα), "ιχθυόεντα". Ο Ποσειδώνας "πολιήν άλα ναιέμεν" (πήρε την γκριζογάλαζη θάλασσα), αλλά αυτός είναι που
δίνει στους ναύτες το "ευπλοίην" αλλά και "όρσας αργαλέους ανέμους και κύματα
μακρά και συνάγει νεφέλας, ταράσσει δε πόντον χερσί τρίαιναν ελών" (Οδύσσεια, XXIV, 110 και V 291-2).
Ο
Αχιλλέας μετά τη ταφή του Πατρόκλου "δοιοίς ήρατ' ανέμοισι, Βορέη και
Ζεφύρω, και υπισχετο ιερά καλά". (Ιλιάδα ΧΧΙΙΙ 192).
"ΧΑΙΡΕ
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑ, ΓΑΙΟΚΡΑΤΟΡΑ, ΜΕ ΤΑ ΜΠΛΕ ΜΑΛΛΙΑ !
ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΕ,
ΚΑΛΟΣ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΒΟΗΘΑΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΠΟΥ
ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΚΑΡΑΒΙΑ"
(Ομηρικός Υμνος, ΧΧΙΙ, 6-7)
Τα
ταξίδια βασίζονταν αποκλειστικά στις γνώσεις και την εμπειρία των θαλασσοπόρων
γύρω από τους ανέμους και τα θαλάσσια ρεύματα. Σπάνια έβγαιναν στο
πέλαγος το χειμώνα, ποτέ τη νύκτα και προτιμούσαν το ταξίδι τους με "λιγύν
ούρον", ένα ελαφρό βορειοανατολικό άνεμο.
«Πενήντα μέρες μετά το ηλιοστάσιο όταν
τελειώνει πλέον η εποχή της αφόρητης ζέστης, αυτή είναι
η καταλληλότερη εποχή για ταξίδια». (Ησίοδος, Εργα και Ημέραι, 663-5)
ΙΛΙΑΔΑ
ΡΑΨ. Ν΄ ΣΤΙΧ. 25
Απ’ τ’
άγριον όρος με γοργά πατήματα εκατέβη, και κάτω απ’ τα αθάνατα πόδια του ΠΟΣΕΙΔΩΝΟΣ
όλα τα όρη απέραντα και όλα τα δάση ετρέμαν.
Έκαμε τρία διάσκελα, στο τέταρτο είχε φθάσει
εις τες Αιγές, που ολόλαμπρα, στα βάθη εκεί του κόλπου, άφθαρτα
δώματα χρυσά του ευρίσκονται κτισμένα. Κι έζεψε εκεί στην άμαξαν τα ορμητικά ΠΟΥΛΑΡΙΑ ΧΑΛΚΟΠΟΔΑ, ΧΡΥΣΟΤΡΙΧΑ, και αυτός χρυσάφι εζώσθη, έπιασε
μάστιγα χρυσήν, ανέβηκε στον θρόνον, και ΟΔΗΓΗΣΕ ΣΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΑΝ ΤΟΥΣ ΙΠΠΟΥΣ.
Και
αποκάτω άμα τον βασιλέα τους ενόησαν, σκιρτούσαν τα κήτη απ’ όλους τους βυθούς, και
από χαράν εμπρός του η θάλασσα εχωρίζετο και Τ’ ΑΛΟΓΑ ΕΠΕΤΟΥΣΑΝ ΨΗΛΑ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΝΟΤΙΣΘΕΙ
ΤΟ ΧΑΛΚΙΝΟΝ ΑΞΟΝΙ.
Και ως
ΑΣΤΡΑΠΗ τον έφεραν στων Αχαιών τα πλοία.
2 σχόλια:
Το ναυάγιο της Κερύνειας, και η άριστη κατάσταση στην οποία οι ερευνητές βρήκαν το καράβι, σε σημείο που το καράβι κατασκευάστηκε ξανά με τις ίδιες μεθόδους όπως και στην αρχαιότητα, βοήθησε τις γνώσεις μας και επιβεβαίωσε ακόμα μια φορά τη σημασία του νησιού στο εμπόριο μεταξύ Αιγαίου και Εγγύς Ανατολής.
Το πλοίο της Κερύνειας ναυάγησε γύρω στο -300, και ξέρουμε από τη χρονολόγηση με άνθρακα, ότι ήταν από πεύκο, είχε μήκος 14 μέτρα, βάρος 14 τόνους και είχε κατασκευαστεί με την μέθοδο "shell first"- πρώτα το "πέτσωμα".
Το φορτίο του είχε βάρος 20 τόνους και το αποτελούσαν 400 αμφορείς από τη Χίο, Σάμο και Ρόδο που περιείχαν κρασί και λάδι, 29 μυλόπετρες από τη Νίσυρο και 10.000 αμύγδαλα που χρονολογήθηκαν στο -288.
Το γερό αυτό σκαρί ταξίδευε στο Αιγαίο σ’ όλη τη διάρκεια του 4ου αιώνα μεταφέροντας εμπορεύματα από το ένα μέρος στο άλλο.
Λίγο πριν το -300 φόρτωσε στο λιμάνι της Κερύνειας τα αμύγδαλα και ξεκίνησε για ένα νέο ταξίδι.
Εκεί το χτύπησαν πειρατές και το πλοίο βυθίστηκε μαζί με το εμπόρευμα του και παρέμεινε εκεί για 2.300 χρόνια, ώσπου ν'ανελκυσθεί για να αποτελέσει σήμερα το μοναδικό δείγμα εμπορικού πλοίου του -4ου αιώνα.
Συμπεραίνοντας, τα πήλινα και ταπεινά ομοιώματα των σύγχρονων καραβιών αντανακλούν τις ναυτικές αλλά και κατασκευαστικές ικανότητες των Κυπρίων και εντάσσονται μέσα στο γενικό πλαίσιο της ναυτικής παράδοσης της ανατολικής Μεσογείου.
H παρουσία τους, οι λεπτομέρειες που αφορούν στην κατασκευή, το πλήρωμα, τις μεθόδους αποθήκευσης, καθώς και οι μαρτυρίες που σχετίζονται με τα λιμάνια και τα αγκυροβόλια του τόπου μαρτυρούν ότι η Κύπρος έπαιξε ένα σημαντικότατο ρόλο στην ναυσιπλοΐα της εποχής.
Η τοποθέτηση τους μέσα στους τάφους ως κτερίσματα ακολουθεί μια παράδοση που χαρακτηρίζει όλη την Κυπριακή Αρχαιότητα.
Πολύ όμορφο άρθρο και επίκαιρο. Το σχόλιο για το καράβι της Κερύνειας είναι πολύ ωραίο και κατατοπιστικό.
Ευχαριστούμε.
Α.
Δημοσίευση σχολίου