Παρασκευή 8 Απριλίου 2016

Η ΨΥΧΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ

«Λέγουν ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατος και άλλοτε μεν τελειώνει, οπότε λέγομε ότι ο άνθρωπος αποθνήσκει, άλλοτε δε πάλιν γεννάται, ποτέ όμως δεν χάνεται»
ΜΕΝΩΝ - ΠΛΑΤΩΝ
Για τους Έλληνες όπως αποδεικνύεται και από τον μύθο των Ελευσίνιων Μυστηρίων, η μεταθανάτια ζωή ήταν δεδομένη, λόγω του αιώνιου τμήματος που υπήρχε μέσα στον άνθρωπο. Σύμφωνα με την Ορφική θεολογία η ψυχή επιβιώνει του σωματικού θανάτου, και μετενσαρκώνεται ξανά σε ένα νέο σώμα.
Υποστηρίζει ότι γίνονται πολλές ενσαρκώσεις έως ότου η ψυχή δεν θα χρειάζεται πια να ξανά-ενσαρκωθεί, καθώς θα ενωθεί με την παλαιότερη καθαρή της κατάσταση. Ο μύθος του Κάστορα και του Πολυδεύκη χαρακτηρίζει την πίστη αυτή. Τα δύο αδέλφια ζούσαν εναλλάξ. Όταν ζούσε ο ένας πέθαινε ο άλλος. Στον μύθο αυτό τα δύο αδέλφια αντιπροσώπευαν τα ανώτερο και το κατώτερο εγώ, που δεν μπορούν να είναι και τα δύο «ζωντανά» ταυτόχρονα.
Ο Πλούταρχος μας εξηγεί στο ακόλουθο απόσπασμα το ταξίδι της ψυχής:
«Γνωρίζουμε πως η ψυχή είναι άφθαρτη και θα πρέπει να την σκεπτόμαστε σαν ένα πουλί εγκλωβισμένο. Αν μείνει για πολύ χρόνο στο σώμα και εξοικειωθεί με τούτη την ζωή σαν αποτέλεσμα κάθε είδους εμπλοκής και συνήθειας, θα λάμψει ξανά μέσα σε ένα σώμα μετά από αλλεπάλληλες γεννήσεις και δεν θα πάψει ποτέ να εμπλέκεται στα πάθη και στις τύχες αυτού του κόσμου», ενώ ο «Πυθαγόριος» Εμπεδοκλής δήλωνε για αυτούς που αμφέβαλαν για την προΰπαρξη της ψυχής:
«Άφρονες και αγνοούντες είναι και με την σκέψη τους μακριά δεν φτάνουν, αυτοί που υποθέτουν πως εκείνο που δεν υπήρχε μπορεί να υπάρξει, ή πως εντελώς να πεθάνει κάτι μπορεί, και παντελώς να εξαφανιστεί. Αδύνατον αρχή να γίνει από την Μη ύπαρξη. Αδύνατον επίσης η ύπαρξη στο τίποτε να σβήσει, διότι εκεί όπου μία ύπαρξη οδηγείτε, εκεί θα συνεχίσει να είναι. Ποτέ κανένα μην πιστέψετε που καθοδηγούμενος εις τα θέματα αυτά υπήρξε, ότι τα πνεύματα των ανθρώπων ζουν μόνο όσο η αποκαλούμενη ζωή κρατά. Ότι μονάχα τότε ζούνε, όσοι απολαμβάνουν τις χαρές και τις  λύπες τους, ή ότι προτού να γεννηθούν και αφού πεθάνουν, αυτοί είναι ένα τίποτα…».
Ο Ερμής ο Τρισμέγιστος σε έναν από τους σοφούς διάλογους του εξηγεί ότι τα πάντα είναι κίνηση, και ότι θάνατος είναι η αλλαγή μιας κατάστασης σε μία άλλη:
«-Δεν πεθαίνουν πατέρα τα ζωντανά όντα στον κόσμο, μολονότι αποτελούν τμήματα του κόσμου;
- Σώπα, παιδί μου, γιατί κινδυνεύεις να παραπλανηθείς από την ονομασία του φαινομένου. Τα ζωντανά όντα δεν πεθαίνουν. Απλώς καθώς είναι σύνθετα σώματα, διαλύονται. Η διάλυση αυτή δεν είναι θάνατος, αλλά διάλυση ενός μίγματος. Και αν πρόκειται να διαλυθούν, δεν καταστρέφονται, αλλά ανανεώνονται. Τι είναι στα αλήθεια, η ενέργεια της ζωής: Δεν είναι η κίνηση; Ή τι υπάρχει στον κόσμο που μένει ακίνητο; Τίποτε, παιδί μου.
-Αλλά πατέρα η Γη τουλάχιστον δεν φαίνεται να είναι ακίνητη;
-Όχι παιδί μου. Κατά αντίθεση προς όλα τα όντα, που φαίνεται σταθερή, αυτή υπόκειται σε πλήθος κινήσεων. Δεν θα ήταν ανόητο να υποτεθεί ότι η τροφός όλων των όντων θα πρέπει να είναι ακίνητη, αυτή που είναι η αιτία της γέννησης όλων των όντων, αυτή που γεννάει όλα τα πράγματα; Χωρίς κίνηση πράγματι είναι αδύνατον εκείνο που γεννάει να γεννήσει οτιδήποτε.
Μάθε λοιπόν ότι όλα τα πράγματα στον κόσμο μηδενός εξαιρουμένου βρίσκονται εν κινήσει, είτε ελαττούμενα είτε αυξανόμενα. Και ότι εκείνο που βρίσκεται σε κίνηση, βρίσκεται στην ζωή, χωρίς να είναι ανάγκη κάθε ζωντανό ον να διατηρεί την ταυτότητα του. Χωρίς αμφιβολία παιδί μου, ο κόσμος όταν τον δεις στο σύνολο του είναι ακίνητος, αλλά τα μέρη του βρίσκονται όλα σε κίνηση, χωρίς ωστόσο, τίποτε να χάνεται ή να καταστρέφεται.»
H χριστιανική εκκλησία δεν αποδέχεται την μετενσάρκωση με βάση την απόφαση του συμβουλίου της Νίκαιας το 325, όπου και αποφασίστηκε ποια βιβλία θα αποτελούσαν την βίβλο που ξέρουμε σήμερα, ενώ πλήθος άλλων χριστιανικών βιβλίων καταστράφηκαν για να μην υπάρξει σύγχυση.
(Είναι χαρακτηριστικό ότι το 325 στην σύνοδο της Νίκαιας η συμμετοχή της Χριστιανικής Ελλάδας ανέρχεται μόλις σε τρεις επισκόπους επί συνόλου 318).
Έτσι τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού οι Πατέρες της εκκλησίας δεν συμφωνούσαν μεταξύ τους σχετικά με τη φύση και το πεπρωμένο της ψυχής. Ο Κέλσος αναφέρει για παράδειγμα, ότι οι Χριστιανοί τροποποιήσαν τρεις ή τέσσερις φορές τα κείμενα τους έτσι ώστε να δυσκολέψουν όλους όσους ασκούσαν κριτική την Εποχή εκείνη, ενώ ο Ωριγένης δήλωνε :
«Είναι ένα αποδεκτό γεγονός σήμερα πως υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία μεταξύ των χειρόγραφων, που οφείλεται άλλοτε στην απροσεξία των γραφέων ή στην διεστραμμένη αυθάδεια μερικών ανθρώπων να διορθώνουν τα κείμενα ή ξανά στο γεγονός όπου υπάρχουν κάποιοι που προσθέτουν ή διαγράφουν όπως τους ευχαριστεί, βάζοντας τους εαυτούς τους ως διορθωτές» .
ΧΛΕΤΣΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ (ΠΛΩΤΙΝΟΣ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου