Η
ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ… ΟΙ ΚΑΤΑΡΕΣ & Ο ΠΑΠΑΣ ΠΟΥ ΕΘΑΨΕ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ.
Η
Χανιώτισσα δημοσιογράφος, Ελένη Κατσουλάκη, στην έρευνά της γράφει:
«Οι
εφημερίδες των Αθηνών ανακοίνωσαν αθόρυβα με μικρά γράμματα τον θάνατο του
μεγάλου συγγραφέα. Άλλωστε, είχαν πιο ενδιαφέροντα γεγονότα να γιομίσουν τις
πρώτες σελίδες τους. Η διάσημη Αμερικανίδα σεξοβόμβα Τζέιν Μάνσφιλντ μόλις είχε
φτάσει κουνιστή και λυγιστή στην πρωτεύουσα και έδινε με το κιλό προμελετημένες
συνεντεύξεις.
Η σωρός
του Νίκου Καζαντζάκη έφτασε στην Αθήνα στις 4 Νοέμβριου του 1957. Ξεπετάχτηκαν
μονομιάς αλαφιασμένοι παπάδες και επίσκοποι της Ελλάδας. Γούρλωσαν τα σβέλτα
ματάκια τους, μούγκρισαν τα θεριά μέσα τους και αφήνιασε σαν μουλάρι η στείρα
καρδιά τους. Πέθανε ο Αντίχριστος, αναφώνησαν. Ο Αρχιεπίσκοπος των Αθηνών
Θεόκλητος άρπαξε την ευκαιρία να πάρει εκδίκηση ενάντια στον αθυρόστομο υβριστή
και συκοφάντη. Σήκωσε την ιερά του ράβδο και έδωσε διαταγή να μην επιτραπεί να
μπει η σωρός του βλάσφημου νεκρού σε Αθηναϊκό ναό! Η ορθόδοξος σύλλογος
«Αθανάσιος» έστειλε τηλεγράφημα στον Μητροπολίτη Κρήτης και σε όλη την ιεραρχία
να αρνηθούν σφοδρά όλα τα ιερά μυστήρια στον "αντίχριστο νεκρό" και
να μην επιτραπεί η κηδεία του σε κανένα νεκροταφείο της εκκλησιάς. Η
σβελτάδα και το τετραπέρατο μυαλό το Αριστοτέλη Ωνάση έσωσε την Ελλάδα από τον
εξευτελισμό και την εθνική ταπείνωση. Το ίδιο απόγευμα διέθεσε ένα έκτακτο
δρομολόγιο με αεροπλάνο της Ολυμπιακής και μετέφερε την σορό του γίγαντα της
λογοτεχνίας στο Ηράκλειο της Κρήτης».
5
Νοεμβρίου 1957. Ο Μητροπολιτικός ναός του Άγιου Μηνά στις 11 το πρωί ήταν
ασφυκτικά γιομάτος. Κάθε δρόμος και σοκάκι του Κάστρου είχε σκεπαστεί από μια
τεράστια πυκνή ανθρωποθάλασσα που θρηνούσε σιωπηλά και με αξιοπρέπεια τον
μεγάλο νεκρό. Στα μπαλκόνια και τα καταστήματα κυμάτιζαν εθνικές θλιμμένες
σημαίες. Έκλεισαν τα σχολειά, άνοιξαν παράθυρα και πόρτες και ξεμύτισαν έξω οι
Καστρινοί για να αποχαιρετήσουν τον συμπατριώτη τους —την καυτή ανάσα της
Κρήτης. Ο Μητροπολίτης Ευγένιος έψαλε την νεκρώσιμη ακολουθία παρουσία του
πρωτοσύγκελου αρχιμανδρίτη Φιλόθεου Βουζουνεράκη, μετέπειτα Μητροπολίτη
Ιεροσητείας. Ο δήμαρχος του Ηρακλείου, ο συναρχηγός των Φιλελευθέρων Γεώργιος
Παπανδρέου, Ο Νορβηγός συγγραφέας Μαξ Τάου, πρυτάνεις του Πανεπιστημίου, ο
Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Αχιλλέας Γεροκωστόπουλος και διάφοροι
λογοτεχνικοί σύλλογοι προσφώνησαν και τίμησαν με γενναιοδωρία τον μεγαλύτερο
λογοτέχνη του αιώνα μας. Ανάμεσα τους ο λόγιος της Κρήτης Μενέλαος Παρλαμάς.
Η
Δημοτική μουσική του Κάστρου προηγήθηκε της νεκρικής πομπής παίζοντας τον
Κρητικό ύμνο. Το φέρετρο συνόδευσαν βρακοφόροι και κοπελιές του Λυκείου
Ελληνίδων κρατώντας τα κατατεθέντα στέφανα. Ακολούθησαν η χήρα του νεκρού Ελένη
Καζαντζάκη, οι αδελφές του Αναστασία και Μαρία, και Έλληνες επίσημοι. Πήραν
σειρά οι φοιτητές της παιδαγωγικής Ακαδημίας και άνθρωποι των γραμμάτων και του
θεάτρου, κρατώντας τα βιβλία του Καζαντζάκη και πίσω ακολούθησαν χιλιάδες λαού.
Σαν τοποθετήθηκε ο νεκρός μέσα στον πρόχειρο τάφο στην γη που τον γέννησε, η
Ελλάδα ολόκληρη έγειρε το κεφάλι και τον μοιρολόγησε. Αυτή την συγκινητική
εικόνα ζωγράφισαν οι Ελληνικές εφημερίδες. Η Φιλαρμονική του Δήμου έπαιξε ξανά
με δέηση τον ύμνο της Κρήτης: "Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη, τα βαριά της τα
σίδερα σπα, και σαν πρώτα χτυπιέται χτυπά, και γοργή κατεβαίνει".
Στην
εξόδιο ακολουθία, στον Άγιο Μηνά, παρέστη ο μητροπολίτης Κρήτης, Ευγένιος, όμως
όχι και στην ταφή, υποκύπτοντας στις απειλές και τις αντιδράσεις ακραίων
κύκλων, όπως του τότε αρχιμανδρίτη και στη συνέχεια μητροπολίτη Φλωρίνης,
Αυγουστίνου Καντιώτη, ο οποίος εξέδιδε ένα περιοδικό, τη "Σπίθα",
στην οποία είχε γράψει ένα απίστευτο κείμενο, με τον τίτλο "η κηδεία ενός
αντίχριστου". Την
ίδια κιόλας μέρα ο αρχιμανδρίτης Αυγουστίνος Καντιώτης στο Ορθόδοξο περιοδικό
της Κοζάνης «Σπίθα» σφεντόνισε μίζερο φαρμάκι ενάντια στους Έλληνες επίσημους
που τόλμησαν να παρασταθούν στην κηδεία του «ανήθικου βλάστημου του Χριστού»
και έγραψε με παράφορη οργή μεταξύ άλλων… βλ. εδώ: http://aktines.blogspot.gr/2016/04/blog-post_23.html
Η
κηδεία του Καζαντζάκη, δεν έγινε χωρίς επεισόδια. Γύρω από τον Άγιο Μηνά
έκαιγαν εφημερίδες και φωνασκούσαν φανατικοί και ακραίοι θρησκευόμενοι και κατά
την ώρα της κηδείας, ενώ όπως αναφέρει κι ο Ευγένιος στην Πρεβελάκη «Κάμποσοι
κληρικοί χωρίς ράσα ακολούθησαν την νεκρική πομπή βρίζοντας τον νεκρό,
αρπάχτηκαν στα χέρια με ντόπιους Κρητικούς».
Το
τελευταίο αμφισβητούμενο γεγονός, είναι αν η ταφή του Καζαντζάκη τελέστη υπό
την παρουσία ιερέα.
Σύμφωνα
με τον Ευγένιο «Είχαμε διαταγή να μην γίνει η ταφή του από κανένα ορθόδοξο
παπά. Εγώ δεν ήμουνα κοντά στην σωρό του Καζαντζάκη. [...] Ο κόσμος είχε
άγνοια. Όταν έφτασε η σωρός του στο Μαρτινέγκο, κάποιος έβγαλε επικήδειο λόγο (Σημείωση:
Τον επικήδειο εκφώνησε ο Μενέλαος Παρλαμάς), μα κανείς κληρικός δεν ήταν γύρω
για να θάψει τον νεκρό. Σκεφτείτε τώρα μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου και
τις φωτογραφικές μηχανές του διεθνούς τύπου! Πουθενά παπάς. Οι βρακοφόροι
Κρητικοί άρχισαν να φουρτουνιάζουν, έμαθα από άλλους παρόντες, άναψαν τα αίματα
και ήθελαν να βουτήξουν το φέρετρο και να το θάψουν με τα ίδια τους τα χέρια.
Κείνη την τραγική στιγμή ως εκ θαύματος παρουσιάστηκε ένα νέος παπάς με ράσα
και με θυμιατό! Ούτε ήξερα ποιος ήταν και πως βρέθηκε εκεί, από πού ξεφύτρωσε!
Κανείς δεν ήξερε!».
Ο
ιερέας αυτός, ο οποίος φοβούμενος μάλλον, θέλησε τότε να διατηρήσει την
ανωνυμία και την διατήρησε για πολλά χρόνια. Ήταν στρατιωτικός ιερέας κι όπως
αναφέρει ο ίδιος στην Πρεβελάκη, όταν αυτή τον εντόπισε (μέσω του διατελέσαντα
δημάρχου Ηρακλείου, Ανδρέα Καλοκαιρινού) το 1972, «Τον Νοέμβριο του 1957 ήμουνα
στρατιώτης και παπάς και υπηρετούσα την θητεία μου στο Ηράκλειο. Μια μέρα πριν
την κηδεία του Καζαντζάκη, ο διοικητής κάλεσε όλους τους στρατιωτικούς και
έδωσε διαταγή να μην βγει κανείς έξω από το στρατόπεδο στις 5 Νοέμβριου. Οι
αρχές και ο στρατός φοβόνταν μεγάλες φασαρίες, γιατί είχε έρθει εκκλησιαστική
διαταγή να μην ταφεί ο Καζαντζάκης. Όταν θα το 'παιρναν χαμπάρι οι Κρητικοί θα
έκαναν μεγάλες φασαρίες. Εγώ σαν παπάς ένιωσα πολύ άσχημα. Η συνείδηση μου με
πείραζε πολύ. Ήμουν παπάς. Δεν άντεχα να πάρω στον λαιμό μου τέτοιο άδικο. Δεν
μπορούσα να αρνηθώ τα ιερά μυστήρια σ' ένα βαφτισμένο Χριστιανό που δεν έκανε
ποτέ κάτι ανήθικο η εγκληματικό. Όσο αφορά τα βιβλία του δεν είμαι εγώ άξιος να
τον κρίνω. [...] Το 'σκασα κρυφά από τον στρατό την μέρα της κηδείας. Πήρα
αθόρυβα τα ράσα μου και έτρεξα στον Μαρτινέγκο και τον έθαψα. [...] Όλοι
νόμισαν ότι με έστειλε η εκκλησία να τον κηδέψω. Είχαν δει και τον Μητροπολίτη
Ευγένιο στον Άγιο Μηνά. Δεν ήξερε κανείς τι γινόταν στα παρασκήνια! [...]
Πέρασα από στρατιωτικό δικαστήριο και μπήκα φυλακή για έξι μήνες!».
(Κοίταξα
κατάματα τον ανώτατο τούτο άνθρωπο, με απέραντη ευλάβεια. Του ‘πιασα τα χέρια
με τρυφεράδα και τα φίλησα με όλη μου την ειλικρίνεια. Ήταν η πρώτη και η
τελευταία φορά που φίλησα τα χέρια ενός κληρικού!)
Από
άρθρο της ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΑΚΗ στο περιοδικό του Παντείου (2003)
....................
Το φιλμ
με την κηδεία του Καζαντζάκη, που αποτελεί μόνιμο έκθεμα του Μουσείου Νίκος
Καζαντζάκης, καταγράφηκε με την κάμερα του Μιχάλη Γαζιάδη και προβλήθηκε στα
"Επίκαιρα" των κινηματογραφικών αιθουσών.
Το
βίντεο που ακολουθεί είναι ένα πραγματικό ντοκουμέντο!
Σε κάθε σας επίσκεψη, εδώ εμφανίζονται διαφορετικές τυχαίες παλαιότερες αναρτήσεις.
Ο ΗΦΑΙΣΤΟΣ, Η ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΑΙ Ο ΑΡΗΣ- Η ιδέα της αιθερικής πραγματικότητας που υφαίνει ως δίχτυ ο Ήφαιστος με το πυρ του, αποτελεί μια κορύφωση για την Ελληνική Μυθολογία– ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ
Η ΑΠΟΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΙΧΘΟΝΙΟΥ– ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ
ΟΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ & ΤΟ ΔΩΔΕΚΑΕΔΡΟ- ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ.
Ύδωρ θολερόν και απαίδευτον ψυχήν ου δει ταράττειν.
(Το θολωμένο νερό και τον απαίδευτο άνθρωπο δεν πρέπει κανείς να τα ταράζει) - ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ
Οι δημοφιλέστερες αναρτήσεις των τελευταίων 30 ημερών
«ΟΛΟ ΤΟ ΟΥΡΑΝΙΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΧΩΡΗΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΝΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ, ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ»
ΑΙΘΗΡ: ΤΟ ΚΟΣΜΙΚΟ ΡΕΥΣΤΟ ΠΟΥ ΠΛΗΡΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ - ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ.
ΈΠΑΘΛΟ ΣΤΕΦΑΝΙ, ΟΧΙ ΧΡΗΜΑ
26. ……Οι Πέρσες λοιπόν τους έφεραν μπροστά στο βασιλιά και ρωτούσαν να μάθουν για τους Έλληνες, με τι καταγίνονταν· κι εκμέρους όλων ένας τους υπέβαλε αυτή την ερώτηση. Κι οι άλλοι τους αποκρίθηκαν πως γιορτάζουν τα Ολύμπια κι απολαμβάνουν το θέαμα αγωνισμάτων και ιπποδρομιών. Κι ο άλλος τούς έκανε μια δεύτερη ερώτηση, ποιό βραβείο έχει αθλοθετηθεί για τους αγώνες αυτούς· κι εκείνοι αποκρίθηκαν, το στεφάνι από ελιά που δίνεται στο νικητή. Τότε ο Τριτανταίχμης, ο γιος του Αρταβάνου, με το να πει γνώμη γνήσιου ευπατρίδη, χαρακτηρίστηκε από τον βασιλιά δειλός. Γιατί, ακούοντας πως το έπαθλο ήταν στεφάνι κι όχι χρήματα, δεν μπόρεσε να κρατήσει το στόμα του κλειστό και είπε έτσι που να τον ακούν όλοι τα εξής: «Μαρδόνιε, Μαρδόνιε, με τί άνδρες μάς έφερες να δώσουμε μάχη! Με άντρες που δεν αγωνίζονται για χρήματα, αλλά για να δείξουν τη λεβεντιά τους».
Ηροδότου Ιστορίες: Ουρανία
Αδείμαντος εναντίων Θεμιστοκλή
59. ……Κι ενώ αυτός αγόρευε, ο στρατηγός της Κορίνθου Αδείμαντος, ο γιος του Ωκύτη, είπε: «Θεμιστοκλή, στους αγώνες, αυτούς που ξεκινούν πριν δοθεί το παράγγελμα, τους δίνουν μια με το ραβδί». Κι αυτός, απολογούμενος, είπε: «Όμως κι αυτοί που μένουν παραπίσω χάνουν το στεφάνι της νίκης»
Ηροδότου Ιστορίες: Ουρανία
« ...τελειουμένοις δε δια του εθους».
«Ουτ’ άρα φύσει ούτε παρά φύσιν εγγίνονται αι αρεταί, αλλά πεφυκόσι μεν ημίν δέξασβαι αυτάς, τελειουμένοις δε δια του εθους».
[Oι αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως - ούτε όμως και είναι αντίθετη προς τη φύση μας η γένεσή τους μέσα μας, η φύση μας έκανε επιδεκτικούς στις αρετές, τέλειοι όμως σ' αυτές γινόμαστε με τη διαδικασία του έθους (1103a 25).] Αριστοτέλης «Ηθικά Νικομάχεια»
Κάποιοι φίλοι του Σωκράτη γνώρισαν ένα διάσημο φυσιογνωμιστή. Του έδειξαν από μακριά τον Σωκράτη και του ζήτησαν να περιγράψει το χαρακτήρα του. Εκείνος, αφού τον κοίταξε καλά, απάντησε, ότι είναι ευέξαπτος και ανίκανος για αυτοέλεγχο, φιλήδονος, ψεύτης κ.λπ.. Κατάπληξη και γέλια των φίλων, που τα μετέφεραν όλα στον Σωκράτη. Έτσι ακριβώς ήμουν, τους απαντά· έκτοτε άλλαξα τον εαυτό μου, τα ελαττώματα όμως αυτά παρέμειναν χαραγμένα στο πρόσωπο μου.
(Κικέρων, Τusculanes, IV, 37).
Η ΑΙΤΙΑ
Πεθαίνετε, διότι εσκοτώσατε το Πνεύμα. Ενόσω δεν αναστηθή και αναστηλωθή το Πνεύμα, αδύνατον να αρχίση η υπάρχουσα Ζωντανή Ελλάς. Περικλής Γιαννόπουλος (1870-1910)
Ου μετανοείν αλλά προνοείν χρη τον άνδρα τον σοφόν. (Ο φρόνιμος άνθρωπος δεν πρέπει να μετανοεί, αλλά να προνοεί) – ΕΠΙΧΑΡΜΟΣ
Η ΑΜΑΘΕΙΑ...
«Η αμάθεια γεννά πρώτον την οίησιν και την θρασύτητα, μετά ταύτα την αναισχυντίαν, όλα δε ταύτα αποκορυφούνται εις την ακόλαστον ελευθερίαν, η οποία πρώτον εκδηλώνεται με απείθειαν εις τους άρχοντας, έπειτα με ασέβειαν προς τους γονείς και τους πρεσβυτέρους, δια να καταλήξη εις την ασύστολον παράβασιν των νόμων και τέλος εις την εσχάτην αδιαφορίαν και περιφρόνησιν προς τους όρκους, τα συνθήκας και προς αυτούς ακόμη τους θεούς» Πλάτων στην «Πολιτεία» βιβλίο Η, 562-569 (Απόδοσις Ι. Πασσά)
Μεγάλην παιδείαν νόμιζε δι' ής δυνήση φέρειν απαιδευσίαν. (Να θεωρείς μεγάλη μόρφωση εκείνη, που θα σου δώσει την ικανότητα να υποφέρεις την αμορφωσιά) - ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ
...ΠΡΙΝ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΕΧΕΙ ΓΝΩΣΗ ΟΛΩΝ ΑΥΤΩΝ, ΔΕ ΘΑ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΧΕΙΡΙΣΤΕΙ ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ...
Πριν να γνωρίζει κανείς την αλήθεια για το κάθε πράγμα, για το οποίο μιλάει ή γράφει, και να μπορεί να το ορίζει στο σύνολο του, και, πάλι, αφού το ορίσει κατά είδη, να ξέρει να τα χωρίζει μέχρι εκεί όπου δεν είναι πια δυνατή η διαίρεση, και πριν να μπορεί να διαβλέπει με τον ίδιο τρόπο τη φύση της ψυχής, έτσι ώστε να βρίσκει το είδος του λόγου που ταιριάζει σε κάθε ψυχή, και ανάλογα να στηρίζει και να διαμορφώνει το λόγο του, και στην πολυδιάστατη ψυχή να δίνει πολύμορφους και συνολικής αρμονίας λόγους, και στην απλή, απλούς, πριν λοιπόν να έχει γνώση όλων αυτών, δε θα του είναι δυνατό να χειριστεί το γένος των λόγων με τέχνη, στο βαθμό που υπαγορεύει η φύση, ούτε για να διδάξει ούτε για να πείσει.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
ΠΛΑΤΩΝΟΣ – ΦΑΙΔΡΟΣ
Ο ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΦΑΚΕΣ
Μία μέρα ο Διογένης έτρωγε ένα πιάτο φακές καθισμένος στο κατώφλι ενός τυχαίου σπιτιού. Δεν υπήρχε σε όλη την Ελλάδα πιο φθηνό φαγητό από μία σούπα με φακές. Μ’ άλλα λόγια, αν έτρωγες φακές σήμαινε ότι βρισκόσουν σε κατάσταση απόλυτης ανέχειας.
Πέρασε ένας απεσταλμένος του άρχοντα και του είπε:
«Α! Διογένη, Αν μάθαινες να μην είσαι ανυπότακτος κι αν κολάκευες λιγάκι τον άρχοντα, δε θα ήσουν αναγκασμένος να τρως συνέχεια φακές.»
Ο Διογένης σταμάτησε να τρώει, σήκωσε το βλέμμα και κοιτάζοντας στα μάτια τον πλούσιο συνομιλητή του αποκρίθηκε:
«Α, φουκαρά αδελφέ μου! Αν μάθαινες να τρως λίγες φακές, δεν θα ήσουν αναγκασμένος να υπακούς και να κολακεύεις συνεχώς τον άρχοντα.»
ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΘΕΩΝ
«Απόγονοι των θεών και παιδιά των θεών» ονομάζονται οι Έλληνες. (Πλάτωνας Τίμαιος 40β)
«Γεννήματα και θρέμματα θεών γεμάτοι αρετές» χαρακτηρίζονται οι Έλληνες. (Πλάτωνας Τίμαιος 24 d).
«Είναι φυτά τ' ουρανού οι Έλληνες, και όχι της γης, γιατί στον ουρανό Βρίσκονται οι ρίζες τους. Τους ανέθρεψε η Αθηνά.» (Πλάτωνας Τίμαιος 23 d - e).
«Θεοί και άνθρωποι έχουν την ίδια καταγωγή». (Ησίοδος: Έργα και Ημέρες και Πίνδαρος Ωδή Νεμεονίκου).
ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ (ΚΥΡΙΑΙ ΔΟΞΑΙ)
ΤΟ ΜΑΚΑΡΙΟΝ ΚΑΙ ΑΦΘΑΡΤΟΝ ΟΥΤΕ ΑΥΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΧΕΙ ΟΥΤΕ ΑΛΛΩ ΠΑΡΕΧΕΙ, ΩΣΤΕ ΟΥΤΕ ΟΡΓΑΙΣ ΟΥΤΕ ΧΑΡΙΣΙ ΣΥΝΕΧΕΤΑΙ,ΕΝ ΑΣΘΕΝΕΙ ΓΑΡ ΠΑΝ ΤΟ ΤΟΙΟΥΤΟΝ.
Το μακάριο και άφθαρτο ον ούτε το ίδιο γνωρίζει ενοχλήσεις ούτε σε άλλους προξενεί ενοχλήσεις. Ώστε δεν επηρεάζεται ούτε από θυμούς ούτε από ευχαριστίες. Γιατί όλα αυτά είναι γνωρίσματα ενός αδύναμου όντος.
_____________
«Αποκλείεται ως πρώτη αρχή των όντων πάσα γνωστή ουσία, διότι εφ όσον θα ήταν γνωστή, αυτομάτως παύει να είναι Άπειρος»
ΑΝΑΞΙΜΑΝΔΡΟΣ
Το Άπειρο κατά τον Αναξίμανδρο, το οποίο είναι ποιοτικώς ακαθόριστο και ποσοτικώς απεριόριστο είναι αδύνατον να κατανοηθεί από την ανθρώπινη νοημοσύνη και τις ανθρώπινες αισθήσεις, οι οποίες έχουν περιορισμένες δυνατότητες με αρχή και τέλος.
ΑΘΑΝΑΤΟΙ
Για κείνους που πέθαναν στις Θερμοπύλες, ένδοξη η τύχη, ωραίος ο θάνατος, βωμός ο τάφος, μνήμη παντοτινή αντί για θρήνος, κι η μοίρα τους αντικείμενο εγκωμίων. Σάβανο σαν κι αυτό μήτε η σαπίλα μήτε ο χρόνος ο πανδαμάτορας θα αμαυρώσει των γενναίων ανδρών. Και το μνήμα την καλή φήμη της Ελλάδας διάλεξε για ένοικό του. Μάρτυρας είναι ο Λεωνίδας, ο βασιλιάς της Σπάρτης, που μέγα στολίδι άφησε πίσω του την αρετή και δόξα αιώνια.
Σιμωνίδης, λυρικός ποιητής
ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ
ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΒΔΟΜΟ
Πρόσωπα του συγκεκριμένου διαλόγου: Ο Σωκράτης και ο Γλαύκων γιός του Αρίστωνα, μεγαλύτερος αδερφός του Πλάτωνα.
Μετά από αυτά όμως, είπα, φαντάσου την ανθρώπινη φύση ως προς την παιδεία και την απαιδευσία, σαν μια εικόνα που παριστάνει μια τέτοια κατάσταση. Δες λοιπόν με τη φαντασία σου ανθρώπους που κατοικούν μέσα σε μια σπηλιά κάτω από τη γη, που να έχει την είσοδό της ψηλά στην οροφή, προς το φως, σε όλο το μήκος της σπηλιάς μέσα της να είναι άνθρωποι αλυσοδεμένοι από την παιδική ηλικία στα πόδια και στον αυχένα, έτσι ώστε να είναι καρφωμένοι στο ίδιο σημείο και να μπορούν να βλέπουν μόνο μπροστά τους και να μην είναι σε θέση, εξαιτίας των δεσμών, να στρέφουν τα κεφάλια τους ολόγυρα. Κι οι ανταύγειες της φωτιάς που καίει πίσω τους να είναι πάνω και μακριά από αυτούς. Και ανάμεσα στη φωτιά και στους δεσμώτες, προς τα πάνω, να υπάρχει ένας δρόμος που στο πλάι του να είναι χτισμένο ένα τοιχάκι, όπως τα παραπετάσματα που τοποθετούν οι θαυματοποιοί μπροστά από τους ανθρώπους, και πάνω απ' αυτά τους επιδεικνύουν τα ταχυδακτυλουργικά τους.
Βλέπω, είπε.
Φαντάσου λοιπόν κοντά σε τούτο το τοιχάκι, ανθρώπους να μεταφέρουν αντικείμενα κάθε είδους, που προεξέχουν από το τοιχάκι, καθώς και ανδριάντες και κάποια άλλα αγάλματα ζώων, πέτρινα και ξύλινα και κατασκευασμένα με κάθε είδους υλικό, και, όπως είναι φυσικό, από αυτούς που τα μεταφέρουν άλλοι μιλούν και άλλοι μένουν σιωπηλοί.
Παράδοξη εικόνα περιγράφεις, και παράδοξους συνάμα δεσμώτες, είπε.
Μα είναι όμοιοι με μας, είπα εγώ και πρώτα και κύρια, νομίζεις πως αυτοί έχουν δει κάτι άλλο από τους εαυτούς τους και τους υπόλοιπους που είναι μαζί, εκτός από τις σκιές που δημιουργεί η φωτιά, και που αντανακλούν ακριβώς απέναντί τους στον τοίχο της σπηλιάς;
Μα πως είναι δυνατόν, είπε, αφού είναι αναγκασμένοι να κρατάνε ακίνητα τα κεφάλια τους εφ' όρου ζωής;
Κι από αυτά που μεταφέρονται ; Δεν θα έχουν δει ακριβώς το ίδιο;
Τι άλλο;
Κι αν θα μπορούσαν να συνομιλούν μεταξύ τους, δεν νομίζεις πως σ' αυτά που βλέπουν θεωρούν πως αναφέρονται οι ονομασίες που δίνουν;
Αναγκαστικά.
Τι θα συνέβαινε, αν το δεσμωτήριο τους έστελνε αντίλαλο από τον απέναντι τοίχο, κάθε φορά που κάποιος από τους περαστικούς μιλούσε, νομίζεις πως θα θεωρούσαν πως αυτός που μιλάει είναι τίποτε άλλο από τη φευγαλέα σκιά;
Μα το Δία, όχι βέβαια, είπε.
Και σε κάθε περίπτωση, είπα εγώ, αυτοί δεν θα θεωρούν τίποτα άλλο σαν αληθινό, παρά τις σκιές των αντικειμένων.
Απόλυτη ανάγκη, είπε.
Σκέψου όμως, είπα εγώ, ποια θα μπορούσε να είναι η λύτρωσή τους και η θεραπεία τους και από τα δεσμά κι από την αφροσύνη, αν τους συνέβαιναν τα εξής: Αν κάθε φορά, δηλαδή, που θα λυνόταν κάποιος και θ' αναγκαζόταν ξαφνικά να σταθεί και να βαδίσει και να γυρίσει τον αυχένα του και να δει προς το φως,κι όλ' αυτά θα τα έκανε με μεγάλους πόνους και μέσα από τα λαμπυρίσματα δεν θα μπορούσε να διακρίνει εκείνα, που μέχρι τότε έβλεπε τις σκιές τους, τι νομίζεις πως θ' απαντούσε αυτός, αν κάποιος του έλεγε πως τότε έβλεπε φλυαρίες, ενώ τώρα είναι κάπως πιο κοντά στο ον και πως έχει στραφεί προς όντα που πραγματικά και βλέπει με σωστότερο τρόπο, και αν του έδειχνε το καθένα από αυτά που περνούσαν, ρωτώντας τον τι είναι και αναγκάζοντάς τον ν' αποκριθεί, δεν νομίζεις πως αυτός θ' απορούσε και θα νόμιζε πως αυτά που έβλεπε τότε ήταν πιο αληθινά από τα τωρινά που του δείχνουν;
Και πολύ μάλιστα, είπε.
Κι αν λοιπόν τον ανάγκαζε να βλέπει προς το ίδιο το φως, δεν θα πονούσαν τα μάτια του και δεν θα έφευγε για να ξαναγυρίσει σ' εκείνα που μπορεί να δει καλά, και δεν θα νόμιζε πως εκείνα στην πραγματικότητα είναι πιο ευκρινή από αυτά που του δείχνουν;
Έτσι, είπε.
Και αν, είπα εγώ, τον τραβούσε κανείς με τη βία από εκεί, μέσα από ένα δρόμο κακοτράχαλο κι ανηφορικό, και δεν τον άφηνε, πριν τον τραβήξει έξω στο φως του ήλιου, δεν θα υπέφερε τάχα και δεν θα αγανακτούσε όταν τον έπαιρναν, κι αφού θα έφτανε στο φως, δεν θα πλημμύριζαν τα μάτια του από τη λάμψη και δεν θα του ήταν αδύνατο να δει ακόμα κι ένα απ' αυτά που τώρα ονομάζονται αληθινά;
Όχι βέβαια, δεν θα μπορούσε έτσι ξαφνικά, είπε.
Έχω την εντύπωση πως θα χρειαζόταν να συνηθίσει, αν σκοπεύει να δει τα πράγματα που είναι πάνω. Και στην αρχή θα μπορούσε πολύ εύκολα να διακρίνει καλά τις σκιές, και μετά απ' αυτό, πάνω στην επιφάνεια του νερού τα είδωλα των ανθρώπων και των άλλων πραγμάτων, και κατόπιν αυτά τα ίδια. Και μετά από αυτά, τ' αντικείμενα που είναι στον ουρανό και τον ίδιο τον ουρανό θα μπορούσε να δει ευκολότερα τη νύχτα, βλέποντας το φως των άστρων και της σελήνης, παρά στη διάρκεια της μέρας, τον ήλιο και το ηλιόφως.
Πως όχι;
Τελευταίο θα μπορούσε νομίζω να δει τον ήλιο, όχι στην επιφάνεια του νερού ούτε σε κάποια διαφορετική θέση τα είδωλά του, αλλά θα μπορούσε να δει καλά τον ήλιο καθαυτό στο δικό του τόπο και να παρατηρήσει προσεκτικά τι είδους είναι.
Κατ' ανάγκη, είπε.
Και μετά θα συλλογιζόταν τότε για κείνον, πως αυτός είναι που ρυθμίζει τις εποχές και τους χρόνους και που κανονίζει τα πάντα στον ορατό κόσμο, καθώς και ο αίτιος, κατά κάποιο τρόπο, όλων εκείνων που έβλεπαν αυτοί.
Είναι φανερό, είπε, πως αυτά θα συμπεράνει ύστερα από τα προηγούμενα.
Τι λες λοιπόν; Όταν αναλογίζεται την πρώτη του κατοικία και την εκεί σοφία που είχε αυτός και οι τότε συνδεσμώτες του, δεν νομίζεις πως θα καλοτυχίζει τον εαυτό του για τούτη την αλλαγή και θα οικτίρει τους άλλους;
Και πολύ μάλιστα.
Κι αν υπήρχαν μεταξύ τους τότε κάποιες τιμές και έπαινοι και βραβεία γι' αυτόν που θα μπορούσε να διακρίνει πιο καθαρά αυτά που περνούσαν μπροστά από τα μάτια του και γι' αυτόν που θα μπορούσε να θυμηθεί περισσότερο ποια συνήθως περνούσαν πρώτα, ποια μετά και ποια ταυτόχρονα, και έτσι θα μπορεί να προβλέπει τι θα έρθει στο μέλλον, νομίζεις πως αυτός θα κατεχόταν από σφοδρή επιθυμία και θα ζήλευε τους τιμημένους από κείνους και τους μεταξύ εκείνων κυρίαρχους ή θα είχε πάθει αυτό που λέει ο Όμηρος, και πολύ θα επιθυμούσε "να ήταν ζωντανός στη γη κι ας δούλευε για άλλον, που είναι ο φτωχότερος" και θα προτιμούσε να έχει πάθει τα πάντα, παρά να νομίζει εκείνα που νόμιζε και να ζει έτσι εκεί;
Έτσι νομίζω τουλάχιστον, είπε, πως θα προτιμούσε να πάθει οτιδήποτε παρά να ζει έτσι.
Και τώρα βάλε στο μυαλό σου το εξής, είπα εγώ. Αν κατέβει αυτός πάλι και καθίσει στον ίδιο θρόνο, δεν θα ξαναγεμίσουν τάχα τα μάτια του σκοτάδι, αφού ήρθε ξαφνικά από τον ήλιο;
Και πολύ μάλιστα, είπε.
Αν χρειαζόταν ν' ανταγωνιστεί αυτός με κείνους τους παντοτινούς δεσμώτες, λέγοντας την άποψή του σχετικά με τις σκιές, καθόσον χρόνο η όρασή του είναι αμβλεία, πριν προσαρμοστούν τα μάτια του, και για να συνηθίσουν δεν θα χρειαζόταν και τόσο μικρός χρόνος, άραγε δεν θα προκαλούσε περιπαιχτικά γέλια και δεν θα έλεγαν γι' αυτόν πως με το ν' ανεβεί επάνω, γύρισε με καταστραμμένα τα μάτια του και πως δεν αξίζει ούτε να προσπαθήσουν καν να πάνε επάνω; Και αυτόν που θα επιχειρήσει να τους λύσει και να τους ανεβάσει, αν τους δινόταν κάπως η ευκαιρία να τον πιάσουν και να τον σκοτώσουν, δεν θα τον σκότωναν;
Αναμφίβολα, είπε.
Αυτή την εικόνα λοιπόν, φίλε μου Γλαύκωνα, είπα εγώ, πρέπει να την προσαρμόσεις σε όλα όσα είπαμε πρωτύτερα και να παρομοιάσεις τον ορατό κόσμο με την κατοικία του δεσμωτηρίου, και τη φωτιά που αντιφέγγιζε μέσα σ' αυτή με τη δύναμη του ηλιακού φωτός. Αν όμως παρομοιάσεις την ανάβαση και τη θέα των αντικειμένων, που βρίσκονται στον επάνω κόσμο, με την άνοδο της ψυχής στον νοητό κόσμο, δεν θα σφάλεις ως προς τη δική μου άποψη, αφού επιθυμείς να την ακούσεις. Κι ο θεός τουλάχιστον ξέρει αν τυχαίνει να είναι αληθινή. Εμένα λοιπόν έτσι μου φαίνεται. Πως στην περιοχή του γνωστού η ιδέα του αγαθού είναι τελευταία και μετά βίας διακρίνεται, όταν όμως τη διακρίνει κανείς δεν μπορεί να μην συλλογιστεί πως αυτή είναι η αιτία για όλα γενικά τα σωστά και καλά πράγματα, γεννώντας μέσα στον ορατό κόσμο το φως και τον κύριο του φωτός, και γιατί μέσα στον νοητό κόσμο αυτή είναι που διευθύνει και παρέχει την αλήθεια και τον νου και πως πρέπει να την ατενίσει οπωσδήποτε αυτός που εννοεί να ενεργήσει φρόνιμα και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή.
ΟΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ
Οι συμβολισμοί στην αλληγορία του σπηλαίου είναι :
Σπήλαιο = η αισθητή πραγματικότητα και η κοινωνία στην οποία δεν διοικούν οι πεπαιδευμένοι.
Οι δεσμώτες = οι απαίδευτοι άνθρωποι, αυτοί δηλαδή που βρίσκονται στα σκοτάδια της αμορφωσιάς, της αμάθειας και της αγνοίας.
Φωτιά = το φως του ήλιου της κοινωνίας μας.
Σκιές & αντίλαλοι ήχων = είδωλα των πραγματικών όντων, όχι τα πραγματικά αντικείμενα και οι ήχοι.
Αλυσίδες = οι αισθήσεις (μέσω των αισθητηρίων οργάνων γίνεται αντιληπτός ο αισθητός κόσμος, ενώ μέσω της νόησης προσεγγίζεται ο κόσμος των ιδεών)
Φωτεινός χώρος εκτός σπηλιάς = ο κόσμος των ιδεών, ο πραγματικός κόσμος που γίνεται αντιληπτός με την νόηση.
Οι άνθρωποι που κινούνται εκεί έξω, όσα κουβαλάνε, οι ήχοι που εκπέμπουν = τα αληθινά όντα, οι ιδέες.
Το φως του ήλιου = η πραγματική αλήθεια, η ιδέα του αγαθού.
Η ανηφορική οδός που οδηγεί στην έξοδο = διαδικασία Παιδείας.
Ο απελευθερωμένος δεσμώτης = φιλόσοφος
Σείριος
Η απόσταση του Σειρίου από την Γη είναι 2,76 Parsec* (όπου Parsec ισοδυναμεί με 3,26 έτη φωτός) ή 8,9976 έτη φωτός. Δηλαδή κατά προσέγγιση, περίπου ΕΝΝΕΑ ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ. Η εννεάδα (9) ήταν το σήμα κατατεθέν των αρχαίων Ελλήνων.
Ο Θειοφόρος Ησίοδος μέσα από την Θεογονία του, κωδικοποιεί την απόσταση Σειρίου – Γης, με την περιγραφή της πτώσεως των υδάτων της Στυγός. Λέει λοιπόν πως 9 ολόκληρα ημερονύκτια πέφτει το νερό και την δέκατη ημέρα φτάνει στα Τάρταρα. Το φάως (=φως), ταξιδεύει από τον Σείριο στην Γη 9 ολόκληρα έτη και φτάνει στο δέκατο έτος. Λέει ακόμη, πως ο ιερότερος όρκος των Θεών, είναι το νερό της Στυγός και μάλιστα όχι τόσο τα 9/10 των τμημάτων αυτής, αλλά κυρίως το Δέκατο. Θέλοντας να υποδείξει την τοποθεσία αφίξεως του φωτός (σύμφωνα με τα παραπάνω) στον Σείριο. Να λοιπόν ο ιερότερος όρκος πάσης φύσεως ελλόγου όντος.
Το φάσμα του Σειρίου (α Μεγ. Κυνός) είναι περίπου 450 nm (νανόμετρα) ενώ του συνοδού, γύρω στα 550 nm. Το α είναι θερμό αστέρι και το φάσμα του του δίδει το κυανόλευκο χρώμα, ενώ ο συνοδός είναι ψυχρότερο άστρο έχοντας το πορτοκαλί χρώμα φάσματος. Ωστόσο, ως φαινομενικό οπτικό φάσμα, εμείς εισπράττουμε συνδυασμό και των δυο φασμάτων, δηλαδή το σμαραγδί (περίπου στα 500 nm).
Να λοιπόν, από πού πηγάζει και η λατρεία των Αρχαίων Ελλήνων για τους σμαράγδους λίθους!
Τέλος, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Σωκράτης έπαιρνε όρκο στον Αστερισμό του Κυνός , «Μα τον Κύνα…», λέγει στο έργο του Πλάτωνος «ΓΟΡΓΙΑΣ».
ΣΑΛΟΥΣΤΙΟΣ – ΠΕΡΙ ΘΕΩΝ και ΚΟΣΜΟΥ
Οι ουσίες των Θεών ποτέ δεν δημιουργήθησαν (διότι τα αιώνια όντα ποτέ δεν δημιουργούνται. Και υπάρχει αιώνια ότι κατέχει την πρωταρχική δύναμη και από τη φύση του δεν παθαίνει τίποτα). Ούτε συνίστανται οι ουσίες των Θεών από σώματα. Διότι πάντα οι δυνάμεις μέσα στα σώματα είναι ασώματες. Ούτε περιέχονται στο χώρο διότι αυτή είναι ιδιότητα των σωμάτων. Ούτε διαχωρίζονται από την Πρώτη Αιτία ούτε και μεταξύ τους, όπως ακριβώς και οι σκέψεις διαχωρίζονται από το νου, ούτε οι πράξεις γνώσης από την ψυχή. Ακολουθεί η γνώση για την Πρώτη Αιτία και οι συνακόλουθες προς αυτήν τάξεις των Θεών, καθώς και η φύση του Κόσμου, η ουσία του νου και της ψυχής, έπειτα η Πρόνοια, η Ειμαρμένη, και η Τύχη, μετά η Αρετή και η Κακία και οι διάφορες μορφές κοινωνικής οργανώσεως, καλές και κακές, που προέρχονται από αυτές, και η πιθανή προέλευση του Κακού στον Κόσμο. Καθένα από αυτά τα θέματα απαιτεί πολλές και μεγάλες συζητήσεις. Δεν θα έβλαπτε όμως, αν τα εκθέταμε εν συντομία, ώστε ο ακροατής να μην τα αγνοεί παντελώς. Αρμόζει στην Πρώτη Αιτία να είναι Μία -διότι η μονάδα προηγείται κάθε πλήθους - και να ξεπερνά τα πάντα σε δύναμη και αγαθότητα. Επομένως τα πάντα μετέχουν αυτής. Διότι λόγω της δύναμής της, τίποτα δεν γίνεται να την παρακωλύσει και λόγω της αγαθότητάς της είναι αδύνατον να παραγκωνισθεί. Αν η Πρώτη Αιτία ήταν Ψυχή, τα πάντα θα ήσαν Έμψυχα. Αν ήταν Νους, τα πάντα θα είχαν Νόηση. Αν ήταν Ύπαρξη, τα πάντα θα αποτελούνταν από την Ύπαρξη. Και βλέποντας αυτή την ιδιότητα στα πάντα, μερικοί άνθρωποι νόμισαν ότι ήταν η Πρώτη Αιτία η Ύπαρξη. Αν τα πράγματα απλώς υπήρχαν, χωρίς να είναι αγαθά, αυτό το επιχείρημα θα ήταν ορθό, αν όμως τα πράγματα που υπάρχουν, υπάρχουν λόγω της αγαθότητάς τους και μετέχουν του Αγαθού, η Πρώτη Αιτία πρέπει απαραιτήτως να είναι πέρα από την Ύπαρξη και από το Αγαθό. Σημαντική απόδειξη αυτού είναι ότι οι ευγενικές ψυχές περιφρονούν την Ύπαρξη προς χάριν του Αγαθού, όταν κινδυνεύουν για την πατρίδα τους ή τους φίλους τους ή για την αρετή. Μετά από αυτή την άρρητη δύναμη έχουμε πάντως τις τάξεις των Θεών.
«Οι μύθοι παρουσιάζουν τους ίδιους τους Θεούς και την αγαθότητα τους -σύμφωνα πάντα με τον διαχωρισμό ανάμεσα στο ρητό και το άρρητο, το αφανές και το φανερό, το σαφές και το κρυφό. Εφόσον, όπως ακριβώς οι Θεοί έχουν κάνει κοινά για όλους τα αγαθά των αισθήσεων, τα αγαθά όμως της νόησης τα έχουν δώσει μόνο στους σοφούς, έτσι και οι μύθοι λένε σε όλους ότι υπάρχουν οι Θεοί, αλλά ποιοί είναι αυτοί και ποιές οι δυνάμεις τους το φανερώνουν μόνο σε εκείνους που μπορούν να το κατανοήσουν. Παρουσιάζουν επίσης και τις ενέργειες των Θεών. Διότι μπορούμε να ονομάσουμε και τον Κόσμο Μύθο, όπου σώματα και πράγματα είναι ορατά, ΑΛΛΑ ΨΥΧΕΣ ΚΑΙ ΝΟΕΣ ΕΙΝΑΙ ΚΡΥΦΟΙ. Επιπλέον, αν θέλεις να διδάξεις σε όλους την αλήθεια για τους Θεούς, ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΑ ΟΙ ΑΝΟΗΤΟΙ ΘΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΟΥΝ ΕΠΕΙΔΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΟΥΝ, από την άλλη οι καλοί θα την βαρεθούν. ΕΝΩ ΑΝ ΚΡΥΨΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΜΥΘΟΥΣ, ΑΠΟΤΡΕΠΕΙΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΟΗΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΖΕΙΣ ΤΟΥΣ ΚΑΛΟΥΣ ΝΑ ΑΣΚΗΣΟΥΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου