Τρίτη 10 Απριλίου 2018

ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ;

Γαλλίδα κλασική φιλόλογος και ελληνίστρια.
Από τις πλέον εξέχουσες προσωπικότητες
στο χώρο των αρχαιοελληνικών σπουδών.
(26 Μαρτίου 1913 - 18 Δεκεμβρίου 2010)
Κατ’ αρχήν κινδυνεύουμε να ξεχάσουμε ότι ο άνθρωπος που εξύμνησαν οι Έλληνες ήταν ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος. Αγαπούσε τη ζωή και τις γιορτές, τα συμπόσια, τον έρωτα, τη δόξα. Μερικοί συγγραφείς μίλησαν γι’ αυτό περισσότερο από άλλους: όπως ο Ησίοδος, οι λυρικοί, ο Αριστοφάνης. Από τον Όμηρο όμως ως τα χορικά των τραγωδιών, αυτή η πλευρά δεν λείπει ποτέ. Πρέπει να το θυμίσουμε έντονα διότι κατ’ αρχήν αυτό είναι η εκπληκτική γοητεία της ελληνικής λογοτεχνίας, υστέρα διότι μια τέτοια αγάπη για τη ζωή ανυψώνει περισσότερο το τίμημα του πάθους για να την εννοήσουμε, να την κατακτήσουμε και να υψωθούμε από τα συγκεκριμένα αυτά θέλγητρα προς μία σκέψη αρμονική προς αυτά. Η μίξη αυτών των δύο καθιστά την Ελλάδα μοναδική.
Κανένας άλλος πολιτισμός δεν είχε τόσο πάθος για την τέχνη του λόγου, της απόδειξης και της ανάλυσης: και αυτό, χωρίς αμφιβολία, πα­ραμένει το πιο αξιοσημείωτο γεγονός του ελληνισμού.
Η ελληνική τέχνη είναι κατ’ αρχήν ιδιαίτερα ανθρώπινη. Αρκεί να σκεφτούμε την Αίγυπτο ή την Ινδία για να μετρήσουμε τη δια­φορά. Ακόμα και όταν παριστάνει γίγαντες και τέρατα, πλησιάζει όλο και περισσότερο την ανθρώπινη μορφή. Στις μάχες μεταξύ θεών και γιγάντων μόλις διακρίνουμε τους μεν από τους δε: όλοι μοιάζουν με ανθρώπους (όπως στο διάζωμα του θησαυρού των Σιφνίων στους Δελφούς). Και όταν ένας θεός και ένας άνθρωπος βρίσκονται ο ένας απέναντι στον άλλον, μόλις διακρίνουμε αν ο θεός είναι μεγαλύτερος από τον άνθρωπο: όπως στο διάζωμα του θησαυρού των Αθηναίων, πάντα στους Δελφούς. Η σκέψη μας πηγαίνει στις σχέσεις που έχουν οι ήρωες και οι θεοί στον Όμηρο…
Ο ελληνικός ναός είναι από μόνος του ένα μνημείο με απέριττες γραμμές, στο οποίο η γλυπτική κατέχει μια πολύ οριοθετημένη θέση. Βρίσκεται στα μέτρα του ανθρώπου. Δεν έχει ούτε την έπαρση των πυραμίδων ούτε την πληθώρα των γλυπτών του Ανγκόρ.
Όσο για τη θρησκεία, δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε άλλη πιο κοντά στον άνθρωπο. Ο ανθρωπομορφισμός είναι ο κανόνας.
Οι θεοί είναι ποικίλοι και, εξαιτίας των συνεχών συγκρούσεων μεταξύ τους, ο άνθρωπος καταφεύγει στον ένα ή στον άλλον. Σίγουρα, οι θεοί μπορούν να χτυπούν, και ιδίως ο Δίας, ο βασιλιάς τους. Αλλά οι άνθρωποι, παρ’ ότι το ξέ­ρουν, δεν ζουν μέσα στον τρόμο ούτε στην υποταγή. Οι ποιητές κοροϊδεύουν τους θεούς όταν βρουν την ευκαιρία: εν τούτοις δεν καταποντίζονται στις καταστροφές. Οι άνθρωποι φοβούνται λιγότερο τους θεούς όσο πιο ελεύθερα επικοινωνούν μαζί τους, εφόσον δεν έχουν ούτε δόγμα ούτε κλήρο.
Και επιπλέον υπάρχουν οι ενδιάμεσοι και οι δυνατότητες επικοινωνίας με τους ήρωες, που είναι σχεδόν ημίθεοι, και με τους χρησμούς από τους οποίους μπορούν να ζητήσουν συμβουλή. Αν προσθέσουμε ότι οι θεοί είναι πρόγονοι πολλών οικογενειών και οι προστάτες της μιας ή της άλ­λης πόλης, εκτιμούμε πόσο μειώνεται η απόσταση ανάμεσα στο θείο και στο ανθρώπινο.
Αυτοί οι πολλαπλοί θεοί, με τις αρκετά ελαστικές δικαιοδοσίες, μπερδεύτηκαν στην Ελλάδα με πολλές προσφιλείς δραστηριότητες. Έτσι έγιναν και αυτοί ένα είδος συμβόλων με κα­θολική αξία. Για έναν Έλληνα της κλασικής εποχής, η Αφροδίτη εί­ναι η εικόνα του έρωτα, η Άρτεμις εικόνα της αγνότητας, ο Άρης του πολέμου. Έτσι ξαναβρίσκουμε, όπως αλλού, τη γλώσσα των συμβόλων, κατά την οποία κάθε οντότητα που ανήκει στο μύθο περιέχει μια σημασία πολύ γενική για τον άνθρωπο.
Καθένας γνωρίζει ότι η Ελλάδα πρόσφερε στον κόσμο την τέ­λεια και ιδανική έκφραση της δικαιοσύνης και της ελευθερίας. Και δεν είναι λίγο! Αυτές οι δύο μεγάλες ιδέες προσήλκυσαν και άλλες κατά τη ροή τους. Προκάλεσαν σίγουρα το σεβασμό στους νό­μους (που συναντήσαμε μιλώντας για τη δημοκρατία), καθώς και τη φιλοπατρία και την έννοια της γενναιότητας.
«Γιατί η Ελλάδα;», απαντάμε πάντα λίγο στην πιο πεζή και συνηθισμένη ερώτηση: «Γιατί τα ελληνικά;»
Και σε τελική ανάλυση και σ’ αυτό ακόμα οι Αθηναίοι εκείνης της εποχής είχαν πλήρη συνείδηση του τι έπρατταν και του ρόλου που ήταν άξιοι να διαδραματίσουν. Ο Θουκυδίδης μας λέει, μέσω του Περικλή, ότι η Αθήνα είναι για την Ελλάδα ένα «ζωντανό δίδαγμα», μία «αγωγή», μία «παίδευσις». Η Αθήνα υπήρξε για τους Έλληνες και οι Έλληνες για όλους εμάς: το γεγονός ότι είχε τόσο έ­ντονη την προαίσθηση, με ενθαρρύνει και με μαγεύει.
Από το βιβλίο της Jacqueline de Romilly  «ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ;», (Συμπεράσματα, το άνοιγμα προς τους άλλους), εκδ. «ΤΟ ΑΣΤΥ», Αθήνα 1993
Η Ζακλίν ντε Ρομιγί (γαλλ. Jacqueline Worms de Romilly, πατρικό Jacqueline David) (26 Μαρτίου 1913 - 18 Δεκεμβρίου 2010) ήταν Γαλλίδα κλασική φιλόλογος και ελληνίστρια. Από τις πλέον εξέχουσες προσωπικότητες στο χώρο των αρχαιοελληνικών σπουδών του εικοστού αιώνα, ήταν η πρώτη γυναίκα καθηγήτρια στο Κολέζ ντε Φρανς (Collège de France) και η δεύτερη γυναίκα που ανακηρύχθηκε ισόβιο μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας (Académie Francaise). Είναι διάσημη για τις μελέτες της στην αρχαιοελληνική γραμματεία της κλασικής εποχής και ειδικά στον Θουκυδίδη, καθώς και για το εκτεταμένο έργο της σχετικά με την ιστορία, τη γλώσσα και τον πολιτισμό της Αρχαίας Ελλάδας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου