Ο Φειδίας γεννήθηκε στις αρχές του 5ου αιώνα στην Αθήνα. Ήταν γιος του Χαρμίδη, συγγενής του ζωγράφου Πάναινου και στενός συνεργάτης του Περικλή. Υπήρξε ο μεγαλύτερος γλύπτης της Ελληνικής Αρχαιότητας και ο σημαντικότερος της Κλασικής εποχής, κατά την οποία και άκμασε η τέχνη του. Αν και αρχικά ασχολήθηκε με την ζωγραφική, όπου είχε μεγάλη κλίση, στην πορεία στράφηκε στην γλυπτική μαθητεύοντας κοντά στον Αθηναίο γλύπτη Ηγία και στον Αργείο Αγελάδα.
Ο Φειδίας έγινε διάσημος για τα αγάλματα θεών που φιλοτέχνησε, στα οποία απέδιδε με εξαιρετική επιτυχία, σύμφωνα με τους Αρχαίους συγγραφείς, την ιδιαίτερη φύση του καθενός, το ολύμπιο, το απολλώνιο ύφος.
Χρησιμοποιούσε το ξύλο, το μάρμαρο, τον χαλκό, όμως προτιμούσε να δουλεύει με τον χαλκό παρά με το μάρμαρο όπως ήταν πιο σύνηθες. Αποτέλεσε τον πρώτο γλύπτη που συνδύασε το ελεφαντόδοντο και το χρυσό σαν υλικά στην γλυπτική τέχνη.Η τεχνική του βασιζόταν ουσιαστικά στο ξύλο, το οποίο αποτελούσε το σώμα των αγαλμάτων και έχοντας ως βάση αυτό, τα έντυνε με στρώματα χρυσού και πλάκες ελεφαντοστού. Δημιούργησε μοναδικά αγάλματα, απεικονίσεις σπουδαίων ιστορικών γεγονότων και συνέδεσε το όνομα του με μερικά από τα πιο θαυμαστά έργα τέχνης, ένα εκ των οποίων συγκαταλέχθηκε και στα επτά θαύματα του κόσμου (το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία στην Ολυμπία).
Δυστυχώς, η φήμη του σπουδαίου γλύπτη βασίζεται σε έργα που δεν υπάρχουν πια. Μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, θεωρήθηκε ευσέβεια να καταστρέφονται τα αγάλματα των θεών που σύμφωνα με τους πιστούς, χρησιμοποιούνταν για ειδωλολατρικούς σκοπούς.
Λόγω του ότι εκείνη την περίοδο καταστράφηκαν αρκετά σπουδαία έργα, δημιουργήθηκαν μεταγενέστερα αντίγραφα, σαφώς μετριότερα των πρωτοτύπων αλλά μας βοηθούν να φανταστούμε το μεγαλείο τους.Τα πρώτα βήματα του Φειδία στην γλυπτική τέχνη ξεκινούν γύρω στο 465 π.Χ. όταν εξουσίαζε ο πολιτικός Κίμωνας, γιος του νικητή στρατηγού στη μάχη του Μαραθώνα, Μιλτιάδη. Τα πρώτα έργα του ήταν αφιερωμένα στην μνήμη της νίκης των Ελλήνων κατά των Περσών στον Μαραθώνα.
Ο Φειδίας ανέλαβε ένα γλυπτικό σύμπλεγμα από ορείχαλκο που θα βρισκόταν στους Δελφούς, που περιελάμβανε αγάλματα του Απόλλωνα και της Αθηνάς, μαζί με άλλων ηρώων μαχητών της μάχης αλλά και του στρατηγού Μιλτιάδη.Γύρω στο 450 π.Χ. χρονολογείται το χάλκινο πρωτότυπο του Απόλλωνα του Kassel, το οποίο δεν είναι αποδεκτό απ’ όλους τους ερευνητές ως έργο του περίφημου γλύπτη.
Έπειτα έχουμε αναφορές για άλλα έργα του όπως ο Απόλλωνας του Τιβέρεως και ο Ζεύς της Δρέσδης που δεν είναι σίγουρο εάν έγινε από τον ίδιο τον γλύπτη ή τον μαθητή του Αγοράκριτο. Αργότερα, ο Φειδίας έστησε στην Ακρόπολη το κολοσσιαίο άγαλμα «Τη μεγάλη χαλκή Αθηνά», όπως την αποκάλεσε ο Παυσανίας, που αργότερα ονομάστηκε Πρόμαχος.Το συγκεκριμένο έργο ήταν ανάθημα της Αθήνας στην Ακρόπολη και κατασκευάστηκε από τα λάφυρα της νίκης.
Η παράδοση έλεγε πως η επίχρυση μύτη του κονταριού της φαινόταν από το Σούνιο όπως αστραποβολούσε στον ήλιο, καθώς το άγαλμα είχε ύψος περίπου 8 με 9 μέτρα. Ήταν τοποθετημένο μεταξύ Προπυλαίων και Ερεχθείου, όπου διατηρείται έως και σήμερα το βάθρο του.
Τα αντίγραφα της Αθηνάς της Λήμνιας, αφιέρωμα των κληρούχων της Λήμνου στην Ακρόπολη, μαρτυρούν την επιτυχία του Φειδία στην απόδοση της αυστηρής αλλά και τρυφερής υπόστασης της παρθενικής θεάς, ταυτόχρονα.
Ήταν και αυτή χάλκινη, έργο φημισμένο για το κάλλος του προσώπου και τις θαυμάσιες αναλογίες των χαρακτηριστικών. Στεκόταν ορθή με το δόρυ, την περικεφαλαία στο χέρι και την αιγίδα λοξά στο στήθος.Μετά την εξορία του Κίμωνα, την πολιτική εξουσία ανέλαβε ο Περικλής και αυτό σηματοδοτεί την δεύτερη περίοδο της δράσης του Φειδία, που ήταν και η ακμάζουσα.
Ο γλύπτης ήταν γνώστης των μυστικών της αρχιτεκτονικής έως τότε και έτσι διορίστηκε από τον Περικλή γενικός επόπτης των έργων που γίνονταν στην Ακρόπολη. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, επιστατούσε στην εκτέλεση όλων των εργασιών πάνω στην Ακρόπολη (πάντων επίσκοπος ήν Φειδίας).Ο Φειδίας ανέλαβε εκτός από την επιστασία και την διακόσμηση του Παρθενώνα. Ήταν αρκετά πρωτοπόρος και για την πραγματοποίηση των σχεδίων του για την γλυπτική διακόσμηση του ναού χρειαζόταν μεγάλη χρηματική δαπάνη.
Η παρουσία της ζωοφόρου εξωτερικά, στο επάνω μέρος των τοιχών του σηκού, αποτελούσε αρχιτεκτονική ιδιομορφία. Η συγκεκριμένη ήταν ακόμα πιο ξεχωριστή λόγω του γλυπτού διακόσμου, ενώ είχε συνολικά 160 μέτρα μήκος και 1 μέτρο ύψος. Αναπαριστούσε την πομπή των Παναθηναίων και την παράδοση του νεοφασμένου πέπλου της θεάς, που γινόταν κατά την διάρκεια της γιορτής των Παναθηναίων. Οι μορφές είναι όλες εξιδανικευμένες και αποτελούν δείγματα κλασικού κάλλους και ενσαρκώνουν το κλασικό ύφος και ιδεώδες.Ο Φειδίας διακόσμησε και τις 92 μετόπες του ναού με ανάγλυφα που καμία άλλη πόλη έως τότε δεν είχε τολμήσει λόγω του ανυπολόγιστου κόστους. Τα θέματα που διάλεξε ο γλύπτης εξιστορούν αγώνες της Αθήνας και των Αθηναίων.
Ολόγλυφες ήταν και οι μορφές των αετωμάτων.Αυτό που πρέπει να παρατηρήσουμε σε όλη την δουλειά του Φειδία είναι ο τρόπος που αποδίδει τα σώματα, την δομή των οστών και των μυών, η κίνηση των μορφών και η εσωτερική ζωντάνια που διοχετεύεται στον θεατή. Το μεγαλύτερο τμήμα της ζωοφόρου και μεγάλος αριθμός των μετοπών βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο και μαζί με τα αετώματα αποτελούν τα γλυπτά του Παρθενώνα που αφαιρέθηκαν από τα συνεργεία του λόρδου Elgin από το 1800 ως το 1812.
Βιβλιογραφία
“Το
Χρονικό της Τέχνης”, E.H. Gombrich
“Η
Αρχαία Ελληνική Τέχνη”, J. Boardman
“Η
Τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας”, Γ. Κοκκόρου-
Αλευρά
wikipedia
Η μηχανή του χρόνου
Πηγή: Ιερά Ελλάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου