ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ
Ο Πλάτων όμως, που πιστεύει ότι η ψυχή είναι αθάνατη, τον τόπο όπου στέλνεται, την “γη” για την ακρίβεια, την περιέγραψε ως εξής: “Ο κόσμος είναι πάρα πολύ μεγάλος”, είπε, “και εμείς που κατοικούμε από την Φάσι μέχρι τις Ηράκλειες στήλες, βρισκόμαστε σ’ ένα ελάχιστο μέρος του, μαζεμένοι γύρω από τη θάλασσα, όπως ακριβώς τα μυρμήγκια ή τα βατράχια γύρω από ένα τέλμα, και άλλοι πολλοί κατοικούν σε πολλούς τέτοιους τόπους. Γιατί υπάρχουν παντού γύρω στη γη πολλές κοιλότητες κάθε είδους και ως προς τις μορφές και ως προς τα μεγέθη, στις οποίες συρρέουν και το νερό και η ομίχλη και ο αέρας. Ενώ αυτή η γη απλώνεται καθαρή στον καθαρό ουρανό”. Το τι ακριβώς παρουσιάζει με όλα αυτά ο Πλάτων, δεν είναι εύκολο να το γνωρίζει ο καθένας. Δεν μπορεί ο καθένας να καταλάβει τι εννοεί όταν λέει: “Εξ αιτίας της αδυναμίας και της βραδύτητας δεν μπορούμε να διασχίσουμε τον αέρα μέχρι τα ανώτατα στρώματα” και “αν η ανθρώπινη φύση άντεχε να κοιτάξει, θα μάθαινε ότι εκείνος είναι ο αληθινός ουρανός και το αληθινό φως”.
Ακόμη, έχοντας παρεξηγήσει τα λεγόμενα του Πλάτωνα περί μετενσάρκωσης, μιλούν για ανάσταση. Κι όταν απωθούνται από παντού κι οι ιδέες τους αναιρούνται, πάλι σαν να μην άκουσαν τίποτα επανέρχονται στο ίδιο ερώτημα: “Πώς λοιπόν θα γνωρίσουμε και θα δούμε τον θεό; Πώς θα φτάσουμε στον θεό;”, Περιμένουν να δουν τον θεό με τα ίδια τους τα μάτια, και με τα αυτιά του σώματος τους ν’ ακούσουν τη φωνή του και με τα χέρια να τον ψαύσουν. Αν αναζητούν τον θεό με τέτοιο τρόπο, τότε θα πρέπει να πάνε στα ιερά του Τροφώνιου ή του Αμφιάρεω ή του Μόψου -εκεί να δεις θεούς με όψη ανθρώπινη, και μάλιστα να τα λένε σταράτα κι όχι ψεύτικα. Και θα τους δεις ανά πάσα στιγμή να μιλούν στους ενδιαφερόμενους, κι όχι να εμφανίζονται φευγαλέα μια φορά σαν τον άλλον που τους εξαπάτησε. Θα πουν και πάλι: Πώς θα γνωρίσουν τον θεό δίχως να αντιλαμβάνονται με τις αισθήσεις τους; Τι είναι δυνατόν να μάθει κανείς χωρίς την αίσθηση; Η φωνή αυτή όμως είναι φωνή της σάρκας· ούτε του ανθρώπου ούτε της ψυχής. Αλλά ας ακούσουν, αν βέβαια μπορούν να καταλάβουν κάτι, έτσι δειλοί και φιλοσώματοι που είναι: Έτσι μόνο θα δείτε τον θεό· εάν κοιτάξτε προς τα πάνω με το νου έχοντας αποκλείσει την αίσθηση και αν ξυπνήστε τα μάτια της ψυχής και τα αποστρέψετε από τη σάρκα. Και αν ψάχνετε για οδηγό να σας δείξει το δρόμο, να αποφύγετε τους πλάνους, τους απατεώνες κι αυτούς που σας συμβουλεύουν να λατρεύετε είδωλα· για να μη γελάει μαζί σας όλος ο κόσμος, που από τη μια συκοφαντείτε ως είδωλα τους άλλους, τους γνωστούς θεούς, κι από την άλλη λατρεύετε αυτόν που είναι αθλιώτερος κι από τα ίδια τα είδωλα -ένας πεθαμένος που ούτε καν είδωλο δεν είναι- και επιπλέον αναζητάτε έναν πατέρα όμοιο μ’ αυτόν. Για την τόση απάτη και για τους θαυμαστούς εκείνους συμβούλους και τα θεία λόγια που απευθύνονται στο λέοντα, στον αμφίβιο, στον άγγελο με τη μορφή γαϊδάρου και στους υπόλοιπους, και για τους θεϊκούς θυρωρούς που με τόσο κόπο, κακομοίρηδες, μαθαίνετε τα ονόματα τους -γι αυτά σας προορίζει η κακοδαιμονία σας και γι’ αυτά σταυρώνεστε. Για να βγείτε από αυτό το αδιέξοδο, ακολουθήστε τους πρωτοπόρους και τους άγιους άνδρες της αρχαιότητας. Στραφείτε στους θεόπνευστους ποιητές και σοφούς και φιλοσόφους, από τους οποίους έχετε να ακούσετε πολλά και θεία πράγματα. Ως προς τα θεολογικά ζητήματα, ικανότερος δάσκαλος είναι ο Πλάτωνας, ο οποίος στο έργο του Τίμαιος γράφει τα εξής: “Τον δημιουργό και πατέρα αυτού του κόσμου είναι δύσκολο να τον βρει κανείς, και αφού τον βρει, είναι αδύνατο να τον φανερώσει σε όλους”. Βλέπετε πώς ιχνηλατούν οι θείοι άνδρες την οδό της αλήθειας και πως ο Πλάτων ήξερε ότι είναι “αδύνατον” να την βαδίσουν όλοι. Κι οι σοφοί βρήκαν την οδό αυτή ακριβώς για να πάρουμε μιαν ιδέα για τον Ακατονόμαστο και Πρώτο, για να έχουμε μιαν άποψη γι’ αυτόν είτε στη σύνθεση του με άλλα πράγματα είτε απομονωμένο είτε κατ’ αναλογία με αυτά· θέλοντας όμως τώρα να εξηγήσω αυτό που δεν μπορεί με κανέναν άλλο τρόπο να ειπωθεί, θα εντυπωσιαζόμουν πολύ αν μπορούσατε να με παρακολουθήσετε, έτσι όπως είστε σφιχτοδεμένοι με τη σάρκα και δεν βλέπετε τίποτα καθαρά.
Πόσο καλύτερα θα ήταν -μιας και θελήσατε να καινοτομήσετε σε κάτι- να ασχοληθείτε σοβαρά με κάποιον άλλον, με κάποιον από κείνους που πέθαναν γενναία και που γύρω από το πρόσωπο τους θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας θείος μύθος; Αν δεν σας άρεσε ο Ηρακλής και ο Ασκληπιός και οι δοξασμένοι της αρχαιότητας, είχατε τον Ορφέα, έναν άνθρωπο ομολογουμένως ευσεβή που βρήκε βίαιο θάνατο. Αλλά αυτόν ίσως πρόλαβαν και τον πήραν άλλοι. Τον Ανάξαρχο τουλάχιστον, που όταν τον έβαλαν πάνω σε κύλινδρο και ενώ τον συνέτριβαν ολωσδιόλου άδικα, περιφρονούσε την τιμωρία με τον καλύτερο τρόπο λέγοντας,“Κοπάνισε, κοπάνισε το τσουβάλι του Ανάξαρχου, γιατί τον ίδιο δεν μπορείς να τον κοπανίσεις”. Στ’ αλήθεια, η φωνή εκείνη ερχόταν από κάποιο θείο πνεύμα. Αλλά κι αυτόν πρόλαβαν και τον ακολούθησαν κάποιοι φυσικοί φιλόσοφοι. Τον Επίκτητο όμως; Αυτόν που, όταν ο κύριος του τού έστριβε με βία το πόδι, έλεγε χαμογελώντας ατάραχα, “Το σπας”, και όταν του το έσπασε, “δε σου το ‘λεγα”, είπε, “ότι το έσπαγες;”. Τι παρόμοιο είπε ο δικός σας θεός όταν τον τιμωρούσαν; Ακόμα και τη Σίβυλλα να διαλέγατε -που κάποιοι από σας τη χρησιμοποιούν- πιο εύλογο θα ήταν να την ανακηρύξετε παιδί του θεού· τώρα όμως από τη μια παρεμβάλλετε στα λεγόμενα της ένα σωρό συκοφαντικά πράγματα δίχως λόγο, κι από την άλλη κάνετε θεό κάποιον που είχε διαβόητο βίο και ελεεινότατο θάνατο. Πόσο καλύτερα θα σας ταίριαζε ένας Ιωνάς “κλεισμένος στην κολοκύθα” ή ο Δανιήλ που γλίτωσε από τα θηρία -ή κι άλλοι, ακόμα πιο αφύσικοι από δαύτους;
Έχουν και ένα ηθικό παράγγελμα που λέει να μην αποκρούομε αυτόν που μας κάνει κακό: “Αν σου χτυπάει την μία παρειά, εσύ να προσφέρεις και την άλλη”. Παλιό κι αυτό· κι ενώ είχε προηγουμένως ειπωθεί με πολύ καλύτερο τρόπο, ετούτοι το επανέλαβαν πιο χοντροκομμένα. Γιατί και ο Πλάτωνας βάζει το Σωκράτη με τον Κρίτωνα να λένε τα εξής:
- Με κανένα τρόπο επομένως δεν πρέπει να είμαστε άδικοι.
- Με κανένα, βέβαια.
- Συνεπώς, ούτε όταν κάποιος αδικείται πρέπει να ανταποδίδει την αδικία, όπως σκέπτονται οι πολλοί, αφού δεν πρέπει να αδικούμε με κανένα τρόπο.
- Είναι φανερό πως όχι.
- Τι λες λοιπόν, Κρίτωνα, πρέπει κανείς να κάνει κακό ή όχι;
- Και βέβαια δεν πρέπει, Σωκράτη.
- Τότε; Είναι δίκαιο, όπως λένε οι πολλοί, να ανταποδίδει το κακό αυτός που κακοποιείται ή δεν είναι δίκαιο;
- Σε καμία περίπτωση.
- Διότι το να κάνεις κακό στους ανθρώπους δεν διαφέρει σε τίποτα από το να τους αδικείς.
- Σωστά μιλάς.
- Επομένως, ούτε να ανταποδίδεις την αδικία πρέπει ούτε να κάνεις κακό σε κανέναν άνθρωπο, ακόμα κι αν σ’ έχει βλάψει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου