Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΩΡΑΙΟΥ

Ανάκτηση Ελένης. Αττικός ερυθρόμορφος κρατήρας. 
Βρέθηκε στην Εγνατία της Κάτω Ιταλίας. 
Αποδίδεται στον Ζωγράφο του Μενελάου, -450, -440. 
Ο Μενέλαος, ενώ καταδιώκει την Ελένη μετά την άλωση της Τροίας, 
μαγεύεται από την ομορφιά της και τη συγχωρεί,
αφήνοντας το ξίφος του να γλιστρήσει από το χέρι του στο χώμα.
Ο Έρωτας και η Αφροδίτη (αριστερά) παρακολουθούν τη σκηνή. 
ΠαρίσιΜουσείο του Λούβρου.
Ο Όμηρος έπλασε την Ελένη και ταυτόχρονα έπλασε μαζί της δύο σχεδόν άλυτα αινίγματα.
Πρώτο, γιατί η Ελένη είναι η ωραία γυναίκα, που πιο ωραία ούτε γεννήθηκε στο παρελθόν, ούτε ζει στο παρόν, ούτε, και κυρίως αυτό, θα γεννηθεί στο μέλλον.
Και δεύτερο, γιατί αυτό το υπέροχο πλάσμα, η γυναίκα στους αιώνες των αιώνων, έπρεπε αναγκαία να είναι άπιστη.
Ο Στησίχορος την έβρισε σε μια ωδή, τυφλώθηκε και έγραψε την περίφημη “παλινωδία του, οπού συντριμμένος ανακάλεσε όλους τους ψόγους του, την αποθέωσε σαν σύμβολο της αγνότητας και ξαναβρήκε το φως του. 
Ο Ευριπίδης με την τραγωδία του Ελένη επεξεργάστηκε το πρόβλημα που στη γλώσσα της φιλοσοφίας ονομάζεται γιγαντομαχία περί της ουσίας”. Αν δηλαδή, πίσω από κάθε μας πράξη υπάρχει πράγματι ο σκοπός που την δικαιολογεί, ή υπάρχει το τίποτα. Οπότε είμαστε το παιγνίδι του πιο άγριου οντολογικού χλευασμού.
Επανεπεξεργασία του προβλήματος έχουμε στην Ελένη του Σεφέρη με το θρυλικό “αδειανό πουκάμισο”.
Ο Γοργίας, ο γνωστός μείζων σοφιστής, έγραψε το “Ελένης εγκώμιον”.
Ο Πλάτων με κέντρο τον Έρωτα και όχι την Ελένη ξαναδούλεψε το θέμα στα πατήματα της παλινωδίας του Στησίχορου. Εδώθε με την ιδική του ασύγκριτη «παλινωδία» έλαβε αφορμή να περιγράψει τον γνήσιο Έρωτα.
Ο πλατωνικός Φαιδρός όπου δουλεύει το θέμα, στο βαθμό που γνωρίζω όσο πρέπει, είναι το ωραιότερο ποίημα για τον Έρωτα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Ο Γκαίτε με την Ελένη του στο δεύτερο Φάουστ επιχείρησε να συνθέσει οργανικά και σύδετα κλασική Ελλάδα και ρομαντική Ευρώπη. Οι γάμοι του Φάουστ και της Ελένης γίνουνται στο κάστρο του Μυστρά. Αλλά το βρέφος που γεννιέται από τη σμίξη είναι θνησιγέννητο. Υπαινιγμός ότι κλασική Ελλάδα και χριστιανική Ευρώπη είναι στοιχεία εναντίως άσπονδα.
Ο Σολωμός το θέμα της Ελένης το δούλεψε στο ίδιο υψίπεδο με το Γκαίτε. Είναι η προσπάθεια του να δημιουργήσει το «τρίτο είδος», το μιχτό αλλά νόμιμο, με τη σύνθεση της ρομαντικής Ευρώπης (ύφος του Δάντη και του Σαίξπηρ) και της κλασικής Ελλάδας (ύφος του Ομήρου). Στο εγχείρημα του εστάθηκε πολύ πιο δραματικός από το Γκαίτε, τραγικός ακριβέστερα. Γιατί, ενώ ο Γκαίτε εδούλεψε θεωρητικά το πρόβλημα, ο Σολωμός δοκίμασε να κάμει τη θεωρία του πράξη και μέσα εκεί καταγκρεμίστηκε. Δε μας έδωκε ολόκληρα έργα, αλλά μόνο συντρίμμια. Ο λαμπρός στίχος του από τον Κρητικό το δηλώνει: Και την Ελένη αστόχησα κι έλεγα «μνήστητί μου» [...].
Ανάκτηση Ελένης. 
Αττικός ερυθρόμορφος κωδωνόσχημος κρατήρας 
του Ζωγράφου της Περσεφόνης, -440,-430.
 Ο Μενέλαος, ενώ καταδιώκει την Ελένη μετά την άλωση της Τροίας,
 μαγεύεται από την ομορφιά της και τη συγχωρεί, 
αφήνοντας το ξίφος του να γλιστρήσει από το χέρι του στο χώμα. 
Toledo Museum of Art. 
Η Ελένη της Σπάρτης είναι η ανάγνωση του ωραίου. Είναι η βίβλος γενέσεως και η βίβλος μελέτης του κόσμου, της φύσης, και των ανθρώπων.
Η Ελένη που πλάσανε οι Έλληνες καθρεφτίζει την εμορφιά του θεού. Είναι ο νους και ο νόμος της φύσης. Σαρκώνει το δαχτυλικό αποτύπωμα της προέλασης των ωρών. Αντιδονεί το δόνακα της φωνής των φαινομένων.
Κάτω εκεί στους καλαμιώνες του ποταμού Ευρώτα, το αγνό σπέρμα του Δία εχύθηκε στην αγνή γαστέρα της Λήδας. Και ο καιρός έφερε στο φως την Ελένη. Καταγγελία και μήνυση της εμορφιάς και της λύπης του κόσμου.
Όλοι την τραγουδούν και όλοι την συμπαλεύουν. Αλλά ποτέ δε φτάνουν να την τελειώσουν. Ο Όμηρος και ο Στησίχορος, ο Ευριπίδης και ο Πλάτων, ο Γοργίας, ο Γκαίτε και ο Σολωμός. Όλοι την τραγουδούν και όλοι τη συμπαλεύουν. Κι όλους τους διαλύνει με τη λύρα και με τη λάμψη της. 
Τον Υάκινθο και τον Ιάλεμο, τον Ληναίο και τον Λίνο, τον Φάνητα και τον Φανία, εσένα κι εμένα.
Θα μένουμε, όσο μένει. Να τραγουδάμε το τραγούδι της.
Όλα του λόγου μας, και τα άλλα και τα πολλά, λαλούν ανεκλάλητα την Ελένη.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ, ΓΚΕΜΜΑ, κεφ. Η ΕΛΕΝΗ ΤΗΣ ΣΠΑΡΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου