έξις. Όπου έξις αυτό που έχει κανείς μέσα του ή η διάθεση του σώματος, γενικά η κατάσταση, η διάθεση της ψυχής.
Το ε δασύ και με την πυκνότητα προφοράς του γράμματος γίνεται ----> σέξις.
έξις ---> sexis---> λατ. sexus----> sex
Sex σημαίνει και το φύλον, το γένος: Έξις αρσενική, έξις θηλυκή.
-------------------------------
[Ορισμός ευεξίας: Από το πρόθεμα «ευ» που στα Αρχαία Ελληνικά σημαίνει “καλό” και την λέξη «έξη» (έξις στα Αρχαία Ελληνικά) που σημαίνει συνήθεια - διάθεση και προέρχεται από το ρήμα έχω. Δηλ. ευ + έχω (έχω καλώς) Ευεξία= ευ + έξη + ια (κατά λέξη σημαίνει η καλή συνήθεια - διάθεση) και σημαίνει την καλή κατάσταση της υγείας, ή καλή σωματική κατάσταση, ή ευρωστία.]
-------------------------------
«Εκτός από τις τυφλές δυνάμεις της φύσης κάθε τι άλλο που ξεχωρίζει μέσα στον ανθρώπινο πολιτισμό έχει ελληνική και μόνο προέλευση».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου