Καί φυσικά δεν δίσταζαν να πουλάνε αντί κολοσσιαίων ποσών ακόμα και «κειμήλια», που, υποτίθεται, πως είναι μοναδικά. Έτσι βρέθηκαν ύστερα από λίγους αιώνες στην Ιερουσαλήμ, στην Κωνσταντινούπολη, σε ναούς και μοναστήρια τής Ανατολής δεκάδες λόγχες, αμέτρητες χλαμύδες τού Χριστού, χιλιάδες καρφιά τού σταυρού και αγκάθια από τον «ακάνθινον στέφανον». Όσο για τα κομμάτια «τίμιου ξύλου» κυκλοφορούσαν τόσα, που αντιστοιχούσαν σε μυριάδες σταυρούς.
Κανένας προσκυνητής δεν γύριζε από την Ανατολή με άδεια χέρια. Η ευλάβεια συνδυαζόταν με την κερδοσκοπική προσδοκία. Τα κειμήλια μεταπουλιόνταν σε αστρονομικές τιμές στα ευρωπαϊκά μοναστήρια κι εκείνα με τη σειρά τους μεταβάλλονταν σε πακτωλό αργυρολογίας.
Κι όταν στο χρηματιστήριο των ιερών κειμηλίων εξαντλήθηκαν τα δάκρυα τής Παναγίας -είχαν κυκλοφορήσει στη χριστιανική οικουμένη τόννοι ολόκληροι- και τα φτερά των αγγέλων και τα γένεια τού Ιησού καί τα εργόχειρα τής Παναγίας, άρχισε το εμπόριο των αγίων λειψάνων, που προσφέρονταν σε απίστευτη ποικιλία.
Η διαφήμιση για τις θαυματουργές δυνάμεις τους έδωσε νέα ώθηση στην ανίερη συναλλαγή. Επειδή οι τιμές έφθασαν σε αστρονομικά επίπεδα, οι ευσεβείς κυνηγοί των αγίων λειψάνων τα διαμέλιζαν κι ένας έπαιρνε την κάρα, άλλος τον κορμό κι άλλος τα χέρια και τα πόδια.
Λείψανα λ.χ. τής αγίας Μαρίνας βρίσκονται σε πολλά ελληνικά μοναστήρια.
Μόνο στο Άγιο Όρος φυλάσσονται μέλη τού λειψάνου τής αγίας στις μονές Μεγίστης Λαύρας, Ιβήρων, Διονυσίου, Κουτλουμουσίου, Ζωγράφου, Δοχειαρίου, Φιλόθεου, Ξενοφώντος καί στις σκήτες Ευαγγελισμού τής μονής Ξενοφώντος και Βογοδορίτσα τού ρωσικού μοναστηριού. (Χ. Γ. Πατρινέλη: Εκκλησιαστικαί ειδήσεις εκ τού ημερολογίου τού Marino Sannuto, Δελτ. Iστ. και Eθν.Eταιρ., 1965 και ιερομόναχου Γερασίμου: Προσκυνητάριον τού Αγίου Όρους Άθω, Καρυές, 1949).
Φυσικό ήταν, υστέρα από τον ευλαβικό αυτό ζήλο, να βρεθούν αφθονία λειψάνων του ίδιου αγίου.
Σώζονται λ.χ. εικοσιέξη κάρες τού αγίου Ιουλιανού, δέκα τού Ιωάννου τού Βαπτιστού, έξη τού αγίου Ανδρέου και δέκα εφτά κεφαλές, τριάντα εφτά σώματα τού αγίου Παγκρατίου, τρία ακέραια σώματα, έξη κάρες και αμέτρητα χέρια και πόδια τού αγίου Ιγνατίου, μ΄ όλο, που σύμφωνα με το συναξάρι του, έγινε βορά των θηρίων.
Σε ολόκληρο το Μεσαίωνα, η πρωταρχική σκέψη, που θερμαίνει τούς περισσότερους ταξιδιώτες κατά τις περιπλανήσεις τους, είναι τα εκκλησιαστικά κειμήλια και τα λείψανα των αγίων.
Και η μεγαλύτερη φιλοδοξία τους: ν΄ αποκτήσουν κάποιο ιερό ενθύμιο από τούς ναούς και τα μοναστήρια τής Ανατολής.
Τα κειμήλια προσφέρονται σε απίστευτη ποικιλία από τον κλήρο, που συναγωνίζεται σε φαντασία και εφευρετικότητα τούς πανούργους μοναχούς.
Ο βυζαντινός κλήρος καπηλεύεται την πίστη και την ευλάβεια των ξένων προσκυνητών σκηνοθετώντας και χαλκεύοντας κατά χιλιάδες «αυθεντικά αντικείμενα».
Στον Παρθενώνα, που έχει μετατραπεί σε χριστιανικό ναό, έχει συγκεντρωθεί τόσος πλούτος «ιερών κειμηλίων και αγίων λειψάνων», που η δούκισσα τής Αθήνας θερμοπαρακαλούσε το 1379 τον αρχιεπίσκοπο Βελλεστέριο, να τής προμηθεύσει μερικά.
Ιδού το σχετικό έγγραφο (βρίσκεται στο Ιστορικό και Εθνολογικό Μουσείο): «Σεβάσμιε πάτερ, έμαθα, ότι στο ναό τής Παναγίας των Αθηνών υπάρχουν πολλά λείψανα τής Παναγίας και άλλων αγίων. Παρακαλώ, λοιπόν, την υμετέρα πατρικότητα, να μού στείλετε από τα λείψανα αυτά και θα μού προσφέρετε μεγάλη εκδούλευση».
Οι πανούργοι καλόγεροι εκμεταλλεύονταν τη λαϊκή αμάθεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου