Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Η ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΗΣ «ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ» ΜΕ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ

Στα σχολικά βιβλία υποστηρίζεται ότι ο Χριστιανισμός έγινε ασμένως δεκτός από τους λαούς της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και οι όποιες βιαιότητες κατά την επιβολή του δεν είχαν σημαντική έκταση. Αυτό το επιχείρημα καταρρίπτεται από μόνο του, αν εξετάσουμε όλες τις ιστορικές περιόδους.
Διαπιστώνεται ότι η επιβολή του Χριστιανισμού υπήρξε πάντα βίαιη, όταν ο υπό εκχριστιανισμό λαός είχε συγκροτημένη θρησκεία και εθνικές παραδόσεις, κατά τεκμήριο υψηλότερου πολιτισμικού επιπέδου από τις μεσανατολικές και δεν ενδιαφερόταν να προσχωρήσει σε οποιαδήποτε νέα θρησκεία.
Η χριστιανική θρησκεία σταθεροποιήθηκε στον ευρωπαϊκό χώρο, παρά την ιουδαϊκή προέλευσή της, επειδή κατάφερε να ενσωματώσει σταδιακά στη διδασκαλία και στο τελετουργικό της στοιχεία από τη θρησκεία του Δωδεκαθέου και του Ορφισμού, τις διάφορες θεότητες των ευρωπαϊκών εθνικών θρησκειών, τις αρχαίες αιγυπτιακές θρησκείες του Όσιρι, της Ίσιδος, της Αστάρτης και του Άττι, την ινδοπερσική του Μίθρα κ.ά.
Η ύστερη αρχαιότητα κλείνει και ο Μεσαίωνας ξεκινάει με συστηματικές επιδρομές χριστιανών κληρικών, μοναχών και λαϊκών εναντίον ιστορικών, θρησκευτικών και άλλων δημιουργημάτων ενός ανώτερου πολιτισμού, του ελληνικού και του διαδόχου του, ρωμαϊκού. Οι πυρπολήσεις βιβλιοθηκών με τα έργα των Ελλήνων και Ρωμαίων διανοητών, οι καθαιρέσεις ναών και έργων τέχνης του ένδοξου παρελθόντος και η καταπίεση κάθε εθνικής παραδόσεως, αλλά και κάθε δημιουργικής έμπνευσης που ξέφευγε από τον έλεγχο του εκκλησιαστικού ιερατείου και των νεοφώτιστων στον Χριστιανισμό Ρωμαίων μεν, βαρβαρικής καταγωγής δε στρατηγών, προδιέγραψαν το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινήθηκε έκτοτε και για αρκετούς αιώνες η πνευματική ζωή στην Ευρώπη, τη Μικρά Ασία και τη Μέση Ανατολή. Να σημειώσουμε εδώ ότι οι επιθέσεις και οι καταστροφές από φανατισμένους χριστιανούς είχαν αρχίσει ήδη κατά τους αποστολικούς χρόνους, βλέπε π.χ. την περιγραφή της επίσκεψης του Παύλου στην Έφεσο (Πράξεις ΙΘ’ 19 κ.ε.), γεγονός που αποτυπώθηκε κατά την Αναγέννηση και σε πίνακα ζωγραφικής.
Η ειρήνη ως πολιτικός και κοινωνικός στόχος και αγαθό είχε για τους εκκλησιαστικούς κύκλους μια συγκεκριμένη σημασία και όχι μόνο εκείνες τις εποχές. Μια ειρήνη που δεν αναφέρεται στην απουσία πολέμου, θανάτων και καταστροφών, αλλά στην εγκαθίδρυση της «ορθής τάξης», φυσικά της χριστιανικής και σε αντιστοιχία με την «επουράνια τάξη». Πρώτος είχε εισαγάγει την έννοια του «δίκαιου πολέμου» (bellum iustum) ο Αυγουστίνος και έκτοτε κάθε κατακτητική και καταστροφική δραστηριότητα χαρακτηρίστηκε ως δίκαιη με πατερική κάλυψη. Όποτε θίγεται η «ορθή τάξη» επιβάλλεται η πολεμική σύγκρουση για την αποκατάστασή της. Έτσι, καμιά καταστροφή, καμιά λεηλασία και μαζική δολοφονία δεν υπήρχε περίπτωση να καταδικαστεί ηθικά, γιατί ήταν εξ ορισμού «δίκαιη».
Στο πλαίσιο αυτών των καταστροφών και δηώσεων μετατράπηκε στα τέλη του 6ου αιώνα ο Παρθενώνας, το κατεξοχήν σύμβολο του ελληνικού πολιτισμού και ειδικότερα της αθηναϊκής δημοκρατίας, σε τρίκλιτη βασιλική, με υπερώα, δύο νάρθηκες και βαπτιστήριο -κατά τη χριστιανική ορολογία «εξαγνίστηκε». Κατά τη μετατροπή αυτή προκλήθηκαν σημαντικές καταστροφές σε μεγάλο μέρος του γλυπτού διακόσμου του αρχαίου ναού. Ακόμα και το 12ο αιώνα, οπότε λειτουργούσε ο Παρθενών ως μητροπολιτικός χριστιανικός ναός, πραγματοποιούνταν σ’ αυτόν επισκευές, προσθήκες και εργασίες εξωραϊσμού, με ολέθριες συνέπειες για το συνολικό οικοδόμημα και τον διάκοσμό του (Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών).
Οι καταστροφείς αρχαίων ναών και βωμών, όσοι έγιναν γνωστοί, αγιοποιήθηκαν από την Εκκλησία και παρουσιάζονται σε εικόνες, ακόμα σήμερα, με ένα σφυρί στο χέρι! Γράφει ο φιλόσοφος Λιβάνιος (314-394) στην επιστολή του προς Θεοδόσιο («Υπέρ των ελληνικών ναών» – Εκδόσεις Θύραθεν, Αθήνα): «(Οι χριστιανοί) ορμούν πάνω στους ναούς κρατώντας ξύλα και πέτρες και σίδερα, και μερικές φορές χωρίς αυτά, με χέρια και πόδια. Ακολουθεί η εκ του ασφαλούς λεηλασία, το γκρέμισμα της στέγης, η κατεδάφιση των τοίχων, σπάσιμο των αγαλμάτων, αναποδογύρισμα των βωμών… Κι αποχωρούν τελικά οι εισβολείς κουβαλώντας τη λεία τους από τα μέρη που εκπόρθησαν. Και δεν τους φτάνει αυτό αλλά σφετερίζονται και ξένα κτήματα, λέγοντας οτι η γη του τάδε γεωργού ήταν περιουσία του ναού, και πολλοί έχουν χάσει έτσι πατρικές περιουσίες, επειδή προβάλλοντα ψεύτικοι τίτλοι. Από τα δεινά των άλλων καλοπερνούν αυτοί, που ισχυρίζονται οτι κάνοντας νηστείες λατρεύουν το θεό τους».
Γράφει ο Θεοδώρητος (393–457), χριστιανός επίσκοπος και ιστορικός που έζησε στα έτη 393–457, «ο μεγαλύτερος ερμηνευτής της Ανατολής» όπως γράφουν τα χριστιανικά κείμενα, στην εκκλησιαστική ιστορία, «Επιστολή Δαμάσου» (Τόμος 5ος, 329/8 – 330/8): «Ο δε μέγας Ιωάννης (ο λεγόμενος Χρυσόστομος) ασκητάς πυρπολούμενους από ζήλον θεού συνέλεξε, με βασιλικούς δε νόμους αυτούς οπλίσας, κατά των ειδωλικών έπεμψε τεμενών. Με τούτον τον τρόπον, τους υπολειπόμενους Σηκούς (ελληνικούς ναούς) εκ βάθρων απέσπασεν».
Γράφει ακόμα ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Ευνάπιος (346-414), στο σύγγραμμά του «Βίοι Φιλοσόφων και Σοφιστών» (6.11): «Θεοδόσιου βασιλεύοντος και (πατριάρχου Αλεξανδρείας) Θεοφίλου πρωτοστατούντος… του Σεραπείου (ναός και παράρτημα της αλεξανδρινής βιβλιοθήκης) κατελυμένοντο. Τους ανδριάντες και τα αναθήματα τόσο γενναία εμάχοντο, ώστε όχι μόνο νικούσαν, αλλά και έκλεπτον… του δε Σεραπείου μόνο το έδαφος δεν απέσπασαν κι αυτό διά το βάρος των λίθων. Αυτοί δε ήσαν αμετακίνητοι. Οι πολεμικότατοι δε αυτοί φιλοχρήματοι γενναίοι… την ασέβειαν αυτήν εις έπαινον αυτών των ιδίων καταλόγιζαν. Έπειτα εισέβαλαν οι καλούμενοι μοναχοί, άνθρωποι κατά το είδος, ο δε βίος αυτών συώδης και εμφανώς πάσχοντες, μύρια έκαμον κακά και ανείπωτα, αλλά αυτά ευσέβειαν ενόμιζαν…τότε πας άνθρωπος μέλαιναν φορών αισθήτα τυραννικήν είχεν εξουσίαν και δημοσίως να ασχημονεί ημπορούσε. Σε τόση αρετή άλλαξε η νέα θρησκεία τους ανθρώπους…».
Αλλά δεν είχαν μόνο τα κτήρια και τα κτήματα ως στόχο τους οι χριστιανοί πλιατσικολόγοι! Γράφει ο χριστιανός χρονογράφος Σωζομενός (400-450): «Όλοι σχεδόν οι Ελληνιστές θανατώθηκαν, δόθηκε διαταγή να καούν και άλλοι να φονευτούν με το ξίφος. Και κοντά σ’ αυτούς έχασαν για τον ίδιο λόγο τη ζωή τους, σ’ ολόκληρη την επικράτεια, όσοι λάμπρυναν τη φιλοσοφία. Αλλά έχαναν τη ζωή τους ακόμα και άνθρωποι που δεν ήσαν καν φιλόσοφοι και που απλώς φορούσαν ρούχα ίδια με αυτά των φιλοσόφων». Η θρησκεία της αγάπης προετοίμαζε με τις ορδές δολοφόνων τα εγκλήματα του Μεσαίωνα που αποτέλεσαν και την πιο λαμπρή προσφορά της στην ανθρωπότητα!
Σήμερα εξηγούν οι απολογητές αυτού του εγκληματικού παρελθόντος ότι ξένοι επιδρομείς κατέστρεφαν τους ελληνικούς ναούς και τα ιερά. Είναι αυτονόητο ότι σε ορισμένες περιπτώσεις επιτάθηκαν οι μεθοδικές καταστροφές που επέφεραν ο κρατικός και ο εκκλησιαστικός μηχανισμός, από ενέργειες βάρβαρων επιδρομέων, αλλά και από φυσικές καταστροφές (σεισμοί, πλημμύρες κ.ά.) Αν και είναι αδύνατον να επιμεριστεί ακριβοδίκαια η υπαιτιότητα γι’ αυτές τις ανυπολόγιστες καταστροφές, αυτό που μπορεί να καταγραφεί με βεβαιότητα είναι ότι οι σεισμοί και οι πλημμύρες, ως φυσικά φαινόμενα, επέδρασαν απρόβλεπτα, οι βάρβαροι κατέστρεφαν λόγω άγνοιας, ΑΛΛΑ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΔΡΟΥΣΑΝ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΣΥΝΕΙΔΗΤΑ…
http://www.pare-dose.net/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου