Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

ΠΛΑΤΩΝΟΣ - ΓΟΡΓΙΑΣ (διάλογος)

Ο Γοργίας είναι πλατωνικός διάλογος, που προκάλεσε τέτοια εντύπωση στην εποχή του, ώστε έλεγαν πως ένας Κορίνθιος γεωργός, που το διάβασε, άφησε τα υπάρχοντά του και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να γίνει μαθητής του Πλάτωνα.
Ο διάλογος φέρει τον υπότιτλο Περί ρητορικής ανατρεπτικός γιατί ο Πλάτων απέβλεπε με αυτόν στην ανασκευή των αντιλήψεων του Γοργία του Λεοντίνου περί ρητορικής.
[Ο Γοργίας ο Λεοντίνος, ήταν σημαντικός εκπρόσωπος της ρητορικής τέχνης και ήταν σύγχρονος του Πρωταγόρα και του Σωκράτη. Γεννήθηκε στους Λεοντίνους (Οι Λεοντίνοι ήταν Αρχαία Ελληνική αποικία στην Σικελία. Ιδρύθηκαν από αποίκους που προέρχονταν από την Ευβοϊκή αποικία Νάξος και βρίσκονταν λίγο βορειότερα των Συρακουσών στην ανατολική πλευρά της Σικελίας.) και επηρεάστηκε σημαντικά από τη σκέψη της Ελεατικής σχολής και ιδιαίτερα τη σκέψη του Εμπεδοκλή. Ο Γοργίας έδειξε επίσης μια στενή συγγένεια με τον ελεατικό στοχασμό και ιδιαίτερα με τη σκέψη του Παρμενίδη και του Ζήνωνα. Περιπλανώμενος, όπως οι περισσότεροι των σοφιστών, ο Γοργίας εμφανίζεται στην Αθήνα στην περίοδο κορύφωσης της δόξας του, όπου ασκεί σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση της αττικής πεζογραφίας και ποίησης. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έζησε στη Θεσσαλία, όπου και πέθανε σε βαθύ γήρας σε πλήρη πνευματική διαύγεια. Πηγή.]
Πρόσωπα του διαλόγου είναι ο Σωκράτης, ο Καλλικλής για τον οποίο λίγα είναι γνωστά, ο σοφιστής Γοργίας από τους Λεοντίνους της Σικελίας, ο μαθητής του Σωκράτη Χαιρεφών και ο μαθητής του Γοργία Ακραγαντίνος Πώλος.
Ο Χαιρεφών ζητάει από τον Σωκράτη να τον βοηθήσει να υποβάλει ερωτήματα στον Γοργία, ρωτώντας τον «ποιος είναι». Ο Γοργίας αναγκάζεται να απαντήσει ότι είναι επιστήμονας της ρητορικής τέχνης και ότι η ρητορική είναι «πειθούς δημιουργός»
Ο Σωκράτης αποδεικνύει πως η ρητορική είναι μια δεξιοτεχνία, που επιτρέπει στον ρήτορα να εξαπατά τους ακροατές του, όταν δεν ξέρουν καλά τα πράγματα, και πως η κατοχή της δεν κάνει τον κάτοχό της δίκαιο.
Απαντώντας σε ερωτήσεις του Πώλου - που επεμβαίνει για λογαριασμό του Γοργία - ο Σωκράτης χαρακτηρίζει τη ρητορική μέρος της κολακευτικής τέχνης, άλλα μέρη της οποίας είναι η κομμωτική, η οψοποιητική (μαγειρική) και η σοφιστική [466e]. Όση σχέση έχει η οψοποιητική προς την ιατρική, ισχυρίζεται, τόση έχει και η ρητορική προς τη δικαιοσύνη.
Σ΄ενα σημείο του διαλόγου, ο Πώλος ρωτάει τον Σωκράτη: «Εσύ τι θα ήθελες, να αδικείσαι ή να αδικείς;»
«βουλοίμην μὲν ἂν ἔγωγε οὐδέτερα:εἰ δ' ἀναγκαῖον εἴη ἀδικεῖν ἢ ἀδικεῖσθαι, ἑλοίμην ἂν μᾶλλον ἀδικεῖσθαι ἢ ἀδικεῖν.
Τίποτε από τα δύο·αν όμως αναγκαζόμουν να διαλέξω, θα προτιμούσα να αδικηθώ παρά να αδικήσω. [469c]»
Ο άνθρωπος που είναι αποφασισμένος να ζει χωρίς να αδικεί δεν χρειάζεται ποτέ την ρητορική. Επεμβαίνει τότε ο Καλλικλής που υπερασπίζεται το δικαίωμα του ισχυρότερου, λέγοντας πως οι νόμοι είναι συμβάσεις που καθιερώνονται από τους αδύνατους για να περιορίζουν τις ισχυρές φύσεις. Ο Καλλικλής λέει πως ευδαιμονία είναι το να μπορεί κανείς να ικανοποιεί άμετρο πλήθος αναγκών και ο Σωκράτης του απαντά ότι σε τέτοια περίπτωση ταυτίζει το αγαθό και το καλό, αλλά ο συνομιλητής του αναφέρει πως υπάρχουν καλές και κακές ηδονές. Ο Σωκράτης τον αναγκάζει να παραδεχτεί πως το ευχάριστο δεν μπορεί παρά να έχει σκοπό του το αγαθό και πως η πολιτική χωρίς ιδεώδη που να καθορίζει η φιλοσοφία δεν έχει νόημα.
ΣΗΜΑΣΙΑ ΕΧΕΙ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΔΕΙΞΕΙΣ ΕΝΑ ΠΟΛΙΤΗ ΠΟΥ ΧΑΡΗ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΕΓΙΝΕΣ ΚΑΛΟΣ.
Αποστολή του πολιτικού βίου είναι να εξυψώσει ψυχικά τους πολίτες. Οι ψευδοεπιστήμες στις οποίες συγκαταλέγονται η κιθαριστική, η αυλητική, ακόμη και η τραγωδία και, φυσικά, η ρητορική, δεν έχουν σκοπό να κάνουν τους πολίτες καλύτερους.
Την ψυχή πρέπει να στολίζουν οι αρετές της κοσμιότητας και της σωφροσύνης.504d Και ο ρήτορας και ο πολιτευόμενος πρέπει να είναι δίκαιοι και γνώστες της δικαιοσύνης.
O Καλλικλής παρατηρεί πως για να μην αδικείται κανείς, πρέπει να είναι είτε άρχοντας είτε φίλος των αρχόντων, αλλά ο Σωκράτης του απαντά πως σημασία δεν έχει τόσο να σώζει ο άνθρωπος τον εαυτό του ή την περιουσία του, όσο να «μπορεί να δείξει ένα πολίτη που χάρη στη δική του επέμβαση έγινε καλός».
Αναφέρει λοιπόν τα παραδείγματα του Περικλή, του Μιλτιάδη, του Κίμωνα και του Θεμιστοκλή, για να δείξει πως, αφού υπέστησαν πολλά από εκείνους που κυβέρνησαν, αυτό σημαίνει πως οι πολιτικοί άνδρες δεν είναι αγαθοί. Φρόντισαν μόνο για λιμάνια, ναύσταθμους, τείχη και φόρους, αλλά όχι και για την ψυχική βελτίωση των πολιτών. Καταλήγοντας, ο Σωκράτης, λέει πως έταξε τον εαυτό του στη εξυπηρέτηση της πολιτείας, αδιαφορώντας για τους κινδύνους που την απειλούν. Ο φρόνιμος και ανδρείος δεν φοβάται το θάνατο, αλλά την αδικία.
Ανάμεσα στους Έλληνες πολιτικούς, ένας μόνος κατόρθωσε να μείνει δίκαιος, αν και διαχειρίστηκε μεγάλη εξουσία: ο Αριστείδης, ο γιος του Λυσιμάχου. Τους άδικους περιμένει αιώνια τιμωρία στον Άδη, ενώ τους δίκαιους τους στέλνει ο Ραδάμανθυς στις νήσους των Μακάρων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου