Κοινός παρονομαστής όλων των ελληνιστικών σχολών είναι η αναγνώριση της επίγειας προσωπικής ευδαιμονίας ως υπέρτατου αγαθού, ή τέλους (τέλος = ο σκοπός για τον όποιο κάθε τι άλλο αποτελεί μέσον).
Όλη η μεταπλατωνική ηθική φιλοσοφία των Ελλήνων είναι ευδαιμονιστική. Αν κάποιος είναι ευδαίμων, αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στον δικό του έλλογο νου, και όχι σε εξωτερικές περιστάσεις. Οι Στωικοί φρονούν ότι οφείλεται ΜΟΝΟ στον έλλογο νου. Γι’ αυτό και λέγεται ευδαίμων: το θεϊκό στοιχείο (ο δαίμων) εντός του, δηλαδή ο νους (ή, κατά τους Στωικούς, το ηγεμονικόν), είναι «καλό».
Οι Στωικοί ορίζουν την ευδαιμονία, αντικειμενικά, με δύο λέξεις: εύροια [=αρμονική ροή] βίου. Ενώ η ευτυχία (όπως την εννοούμε σήμερα) έχει εφήμερο ή φευγαλέο χαρακτήρα, καθώς εξαρτάται από εξωτερικές περιστάσεις και έχει να κάνει με ικανοποίηση επιθυμιών και με έντονα θετικά συναισθήματα, η ευδαιμονία έχει χαρακτήρα διάρκειας, θεμελιωμένη καθώς είναι στην προσωπικότητα και στις αρετές του ατόμου. Η ίδια η λέξη, όπως είδαμε, παραπέμπει στην προσωπικότητα του ατόμου.
Οι διαφωνίες και αντιπαραθέσεις μεταξύ των σχολών, στον χώρο της ηθικής φιλοσοφίας, αφορούν τόσο στο περιεχόμενο της ευδαιμονίας (αν λ.χ. αυτή ταυτίζεται με την αρετή ή με την επικούρεια στατική ηδονή ή με την αταραξία που επιφέρει η εποχή -η μη τοποθέτηση, η αναστολή της κρίσης- των Σκεπτικών) όσο στα ποιητικά της ευδαιμονίας, δηλαδή σ’ αυτά που οδηγούν στην ευδαιμονία. Και πάλι, επικούρειοι, στωικοί και αριστοτελικοί -από διαφορετική σκοπιά αναγνωρίζουν ως πρωταρχικό τον ρόλο των 4 θεμελιωδών αρετών (φρόνηση, ανδρεία, εγκράτεια, δικαιοσύνη), στην κατάκτηση της ευδαιμονίας.
***
Επιμέλεια Χρήστος Μαυρόπουλος 01/09/2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου