Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ ΓΙΑ ΤΑ "ΟΡΓΙΑ" ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

Εδώ και δύο περίπου αιώνες, η ιουδαιοχριστιανική προπαγάνδα αναπαράγει ανεμπόδιστα τα αυθαίρετα στερεότυπά της για την ερωτική ζωή των «ειδωλολατρών» Ελλήνων και Ρωμαίων, τους οποίους παρουσιάζει ως χυδαίους ηδονοθήρες, ακόλαστους και οργιαστές, συνεχίζοντας με πιο έντεχνες μεθόδους την δυσφημιστική εκστρατεία που πρώτοι είχαν αρκετά πιο πρωτόγονα και ωμά εγκαινιάσει, για προφανείς λόγους, οι λεγόμενοι «Πατέρες» από τον 2ο έως τον 4ο μεταχριστιανικό αιώνα. 
Αυτή η επιστημονική πια προπαγάνδα, μέσα από κινηματογραφικές και τηλεοπτικές εικόνες και κείμενα μυθιστορημάτων ή στρατευμένων δοκιμίων, βάζει μέσα στα ανυπεράσπιστα μυαλά των ανθρώπων εικόνες που ελάχιστα έχουν να κάνουν με την ιστορική πραγματικότητα, ωστόσο είναι επαρκώς έντονες και πολλές, ικανές δηλαδή να «πείσουν» αισθαντικά τα θύματά της ότι ο Χριστιανισμός «εξημέρωσε» τρόπον τινά τα ήθη της ανθρωπότητας, τραβώντας την έξω από μια «ζωώδη» υποτιθέμενη ακολασία της.
Όλη αυτή η ογκώδης επιχείρηση εμφύτευσης αρνητικών για την αρχαιότητα στερεοτύπων μέσα στα μυαλά των ανθρώπων του χριστιανικού κόσμου, επιχείρηση που ενισχύεται παραδόξως και από την ολιγομελή βεβαίως ακριβώς αντίθετη πλευρά, εκείνων δηλαδή που μέσα σε αυτόν τον χριστιανικό κόσμο έχουν διαφοροποιηθεί προς την ελευθεριότητα (με αρχή τους κάθε είδους ερωτικώς «αποκλίνοντες» της βικτωριανής Αγγλίας), δέχθηκε προσφάτως, τον Μάϊο που μας πέρασε, ένα ισχυρότατο πλήγμα, όταν ο Δρ Άλαστερ Μπλάνσαρντ (Dr Alastair J. L. Blanchard) του Πανεπιστημίου του Σύδνεϋ, εξέδωσε το τελευταίο βιβλίο του «Sex, Vice, and Love from Antiquity to Modernity», στο οποίο αναζητάει την πραγματική εικόνα της σεξουαλικότητας των εθνικών, πέρα από όλες τις σύγχρονες φαντασιώσεις, ονειροπολήσεις ή απλές προβολές των συγχρόνων μας.
Για αυτό που έχει κάνει έως τώρα τους τελευταίους δύο αιώνες το χριστιανοτραφές τμήμα της ανθρωπότητας αναφορικά με την απεικόνιση της σεξουαλικότητας των αρχαίων εθνικών, Ελλήνων και Ρωμαίων, ο Μπλάνσαρντ χρησιμοποιεί στην αρχή ακριβώς του προλόγου του βιβλίου του την λεξικογραφική ερμηνεία του όρου «factoid» («γεγονοειδές»), ενός νεολογισμού του γνωστού αμερικανού συγγραφέα Νόρμαν Μαίηλερ σε ένα δοκίμιό του τού 1973 για την Μαίριλυν Μονρόε: «κάτι που γίνεται αποδεκτό σαν γεγονός παρά το ότι δεν είναι ή μπορεί να μην είναι, μία υπόθεση ή αυθαίρετος ισχυρισμός που αναφέρεται και επαναλαμβάνεται τόσο συχνά ώστε από τον πολύ λαό να εκλαμβάνεται ως αλήθεια».
Ο Μπλάνσαρντ υπογραμμίζει ότι η κλασική αρχαιότητα, της οποίας η σεξουαλικότητα ερμηνεύθηκε αυθαίρετα από τις δύο πλευρές του χριστιανοτραφούς κόσμου, την πλειοψηφούσα σεμνότυφη και την μειοψηφούσα ελευθεριάζουσα, εξελήφθη πολύ λανθασμένα σαν «μητέρα» της σεξουαλικής υπερβολής, με αποκλειστική πρόθεση να δικαιολογηθούν οι όποιες σύγχρονες επιλογές, που κατά κανόνα τίποτε δεν έχουν να κάνουν με αυτό που επικρατούσε στον προχριστιανικό κόσμο. Και φυσικά ανενδοίαστα στηλιτεύει ως ανυπόστατα όλα τα «γεγονοειδή» που κυκλοφόρησαν και κυκλοφορούν περί δήθεν ομαδικών ερωτικών πράξεων, εξεζητημένων ακολασιών και «διονυσιακών» οργίων των εθνικών Ελλήνων και Ρωμαίων, των οποίων όμως στην πραγματικότητα η σεξουαλική ζωή ήταν μια εντελώς ιδιωτική υπόθεση.
Για τον συγγραφέα, πρόκειται περί απλών μυθευμάτων, κατασκευών συγκεκριμένων χριστιανών συγγραφέων, παλαιών και νεοτέρων, που κοινό τους χαρακτηριστικό είναι η εχθρότητα προς την ιδέα της ανεμπόδιστης, δηλαδή φυσικής, ερωτικής εκδήλωσης που λίγο - πολύ κυριαρχούσε απανταχού της γης πριν την επικράτηση στα έθνη του μονοθεϊσμού και της ιδιόρρυθμης κοσμοαντίληψής του που «τσακώνεται με την ζωή» (όσο και με την χαρά): «όλοι αυτοί οι ηθικολόγοι παρουσίαζαν την εθνική Ρώμη σαν μια αυτοκρατορία που δήθεν κατέρρευσε επειδή είχε ελευθέρια ήθη, ενώ το ίδιο ακριβώς μύθευμα αναπαράχθηκε από νεότερους, οι οποίοι επικαλέσθηκαν τα υποτιθέμενα ελληνικά και ρωμαϊκά όργια για να δικαιολογήσουν την δική τους διεκδίκηση για ελεύθερο έρωτα».
Οι «αποδείξεις» που προσκομίζουν οι παραπάνω, ακόμα και οι αρχαιολάτρες τύπου Βίνκελμαν (Johann Joachim Winckelmann, 1717 - 1768), δεν στηρίζουν τελικά την εικόνα που διαμόρφωσαν, εξέπεμψαν και μέχρι σήμερα αναπαράγουν: το φαλλόμορφο που γέμιζε από παντού την καθημερινή ζωή, είτε σε αποτροπαϊκά είτε σε χρηστικά αντικείμενα, δεν είχε την σεξουαλική σημασία που θέλει να τους αποδίδει το χριστιανικό ή αποχριστιανοποιημένο μυαλό των δύο αιώνων που ακολούθησαν την έκρηξη του ενδιαφέροντος για αρχαιογνωσία, το οποίο εγκαινίασε ο, όπως τον αποκάλεσαν, «προφήτης και ιδρυτής ήρως της σύγχρονης αρχαιολογίας» Βίνκελμαν. Σε αυτό το θέμα, ο Μπλάνσαρντ είναι κάτι περισσότερο από σαφής όταν λέει πως «όλα αυτά που στη σύγχρονη εποχή θεωρήθηκαν έντονα σεξουαλικά σύμβολα, εκείνη την εποχή δεν είχαν ερωτική σημασία». 
Η ψευδής άποψη περί δήθεν «σεξομανών» παγανιστών γεννήθηκε μέσα σε αντιδιαμετρικώς αντίθετα, πλην όμως παντελώς ξένα προς το έθος των αρχαίων εθνικών μυαλά. Όντως, όσο ξένο προς το έθος των αρχαίων εθνικών ήταν το μυαλό του στερημένου βορειοαφρικανού «πατέρα» Τερτυλλιανού (Quintus Septimius Florens Tertullianus, 155 - 240, πνευματικού ιδιοκτήτη των ανατριχιαστικών διατυπώσεων «πιστεύω επειδή είναι παράλογο» και «τι κοινό έχουν ο φιλόσοφος κι ο χριστιανός; ο μαθητής της Ελλάδος κι ο μαθητής του ουρανού; ο εργαζόμενος για τη φήμη κι ο εργαζόμενος για την ζωή; ο άνθρωπος των λόγων κι ο άνθρωπος των έργων, ο χαλαστής και ο οικοδόμος; ο φίλος κι ο εχθρός της πλάνης; ο διαφθορέας της αλήθειας και ο τηρητής κι εκφραστής της, ο κλέφτης και ο φρουρός της;»), άλλο τόσο ήταν του «κολασμένου» Ιρλανδού ηδονοθήρα της ύστερης βικτωριανής εποχής Όσκαρ Ουάϊλντ (1854 - 1900, «ο μόνος τρόπος για να απαλλαγείς από έναν πειρασμό είναι να ενδώσεις σε αυτόν») που αντίθετα από τον πρώτο είχε ένα υψηλό διανοητικό επίπεδο ικανό να παράσχει ωραία κυνικά αποφθέγματα όπως το «η μάζα είναι θαυμάσια ανεκτική. Συγχωρεί τα πάντα εκτός από τη μεγαλοφυϊα» ή το «όταν οι Θεοί επιθυμούν να μας τιμωρήσουν, απαντούν στις προσευχές μας».
Ο Μπλάνσαρντ είναι επίσης «κάθετος» σε ό,τι αφορά την απάντηση στο ερώτημα περί ιδιωτικότητας ή ομαδικότητας των ερωτικών συνευρέσεων των εθνικών Ελλήνων και Ρωμαίων, τονίζοντας ότι πουθενά δεν αποδεικνύεται σε κείμενα ένα ενδιαφέρον για ομαδικό σεξ. Σε μια πρόσφατη διάλεξή του στο αρχαιολογικό Μουσείο Νίκολσον (Nicholson Museum) του Σύδνεϋ, υπογράμμισε ότι οι σύγχρονοι ηδονοθήρες που αρέσκονται σε αυτό το «άθλημα» θα πρέπει να αναζητήσουν εκτός της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας την. «ιστορική δικαίωσή» τους.
Βλάσης Γ. Ρασσιάς
(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Διιπετές», τεύχος 72, Θερινό Ηλιοστάσιο του «2010»)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου