Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - ΕΝΑΣ «ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΑΠΟ ΣΚΗΝΗΣ»

Ο Ευριπίδης γεννήθηκε στη Σαλαμίνα γύρω στο -485 και πέθανε το -406 στην Πέλλα της Μακεδονίας. Πατέρας του ήταν ο κτηματίας Μνήσαρχος και μητέρα του η Κλειτώ. Η κωμωδία, που χτύπησε ανελέητα τον Ευριπίδη, εξαιτίας των επαναστατικών του απόψεων, θέλει τον Μνήσαρχο μπακάλη και την Κλειτώ μανάβισσα.
Η καλή οικονομική κατάσταση της οικογένειάς του, έδωσε στον Ευριπίδη την ευκαιρία να λάβει μια εξαιρετική μόρφωση και να συναναστραφεί με προσωπικότητες όπως ο Σωκράτης, αλλά και οι σοφιστές Πρωταγόρας, Αναξαγόρας και Πρόδικος, των οποίων τη διδασκαλία άκουσε και, σε γενικές γραμμές, ενστερνίστηκε, διατηρώντας όμως στο ακέραιο την πνευματική του ανεξαρτησία.
Ο πατέρας του τον προέτρεψε να ασχοληθεί αρχικά με τον αθλητισμό (παγκράτιο και πυγμαχία), εξαιτίας ενός χρησμού που προέβλεπε νίκες σε αγώνες. Λένε επίσης ότι ασχολήθηκε και με τη ζωγραφική και ότι υπήρξε χορευτής και λαμπαδηφόρος στις λατρευτικές τελετές προς τιμή του Ζωστήριου Απόλλωνα.
Έκανε δύο γάμους, πρώτα με τη Μελιτώ κι ύστερα με τη Χοιρίνη, και απέκτησε τρεις γιους, τον Μνησαρχίδη, τον Μνησίλοχο και τον Ευριπίδη. Παρουσιάζεται ως άνθρωπος δύστροπος και μοναχικός, που του άρεσε να απομονώνεται στη μεγάλη βιβλιοθήκη του ή σε ένα σπήλαιο της Σαλαμίνας και να χάνεται στις σκέψεις του.
Τόσο με τον τρόπο ζωής του, όσο και με το έργο του, ξεσήκωσε αντιδράσεις από την μεριά των συντηρητικών. Δύο ποιητές, ο Κλέων και ο Υγιαίνων, τον ενέπλεξαν σε δικαστική διαμάχη, ο πρώτος κατηγορώντας τον για ασέβεια και ο δεύτερος επιδιώκοντας να ανταλλάξει την περιουσία του με τη δική του. Ακόμα, ο Ευριπίδης κατηγορήθηκε για αθεΐα.
Η εχθρική στάση των συμπατριωτών του τον ανάγκασε να αυτοεξοριστεί και να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην Πέλλα, όπου εγκαταστάθηκε ύστερα από πρόσκληση του Μακεδόνα βασιλιά Αρχέλαου και όπου άφησε την τελευταία του πνοή.
Ο Ευριπίδης υπήρξε πολυγραφότατος. Τα έργα του, που έφτασαν μέχρι τις μέρες μας, είναι τα εξής: Άλκηστις, Μήδεια, Ιππόλυτος Στεφανηφόρος ή Στεφανίας, Ηρακλείδαι, Εκάβη, Ικέτιδες, Ανδρομάχη, Ηλέκτρα, Ελένη, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, Ίων, Φοίνισσαι, Τρωάδες, Ηρακλής μαινόμενος, Ορέστης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, Βάκχαι, Κύκλωψ (το μοναδικό σατυρικό δράμα που σώζεται ολόκληρο).
Εκτός από αυτά, έχουμε αποσπάσματα και τίτλους από πενήντα οκτώ ακόμη τραγωδίες και επτά σατυρικά δράματα. Στους δραματικούς αγώνες, ο Ευριπίδης πρωτοεμφανίστηκε το -455, παρουσιάζοντας τις Πελιάδες, αλλά μόλις το -441 βραβεύτηκε για πρώτη φορά με το πρώτο βραβείο.
Το συγγραφικό του έργο είναι πρωτοποριακό από πολλές απόψεις. Σε γενικές γραμμές, θα λέγαμε ότι ο Ευριπίδης στρέφει την ματιά της τραγωδίας από τον Όλυμπο στη Γη και από τους (απόμακρους) θεούς και τους (ιδανικούς) ήρωες στους (κοντινούς και ατελείς) ανθρώπους. Έχει χαρακτηριστεί ως «ποιητής του ελληνικού διαφωτισμού» και «φιλόσοφος από σκηνής».
Όπως επισημαίνει ο Ερρίκος Μπελιές (Ευριπίδου Τρωάδες, εκδόσεις Πατάκη, 1999, σ. 17-18), σε σύγκριση με τους δύο άλλους τραγικούς ποιητές ο Ευριπίδης έδωσε στους ήρωες των έργων του νέα χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Είναι κοινή διαπίστωση πως ο Αισχύλος παρουσίαζε τα πρόσωπα υπερφυσικά και μεγαλοπρεπή κι ο Σοφοκλής εξιδανικευμένα, τέτοια που έπρεπε να είναι. Αντίθετα, ο Ευριπίδης τα εμφάνιζε πραγματικά, ρεαλιστικά, σύμφωνα με τα ανθρώπινα μέτρα, όπως πραγματικά ήταν.
Ενώ πάλι τα πρόσωπα των δύο άλλων τραγικών ακολουθούν το δράμα που χαράζει γι’ αυτούς η μοίρα ή η βούλησή τους, τα πρόσωπα του Ευριπίδη εμφανίζονται ασταθή και στις προθέσεις και στις αποφάσεις τους. Ο Ευριπίδης αποδίδει στους ήρωές του μίση και ιδιοτέλειες, μικροπρέπειες και ταπεινά κίνητρα και τους περιβάλλει πολλές φορές με έναν αμφίβολο ηρωισμό και μια αμφισβητήσιμη μεγαλοψυχία. Εξέχουσα θέση στο έργο του κατέχουν οι νέοι και οι γυναίκες.
Είναι βέβαιο πως κάποιες γυναικείες μορφές, όπως η Μήδεια [που σκοτώνει τα παιδιά της και εκδικείται με μανία τον Ιάσονα για την απιστία του], είναι αποκρουστικές κι αντίθετες με το κοινό αίσθημα, δεν υπάρχει όμως αμφιβολία πως μέσα από τα έργα του παρελαύνουν γυναίκες που ακτινοβολούν αρετή, ηθικό κάλλος και ψυχικό μεγαλείο και δύναμη.
Έτσι, η Άλκηστη [που προσφέρεται να πεθάνει αυτή, προκειμένου να ζήσει ο άντρας της, τον οποίο έρχεται να πάρει ο θάνατος] είναι μια από τις ευγενέστερες μορφές της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, ενώ η Μακαρία, η Πολυξένη και η Ιφιγένεια, που παραδίδονται με τη θέλησή τους στο θάνατο για την πατρίδα, αποτελούν πρότυπα προς μίμηση, φορείς του πολιτειακού ιδεώδους, υποδείγματα που συγκινούσαν τους Αθηναίους της εποχής εκείνης.
Του Γιώργου Β. Μιχαήλ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου