Δημιουργός
φωτογραφίας:
Αβραάμ
Αποστολακάκης
|
Οι πρώτοι κάτοικοι του ονομάζονταν Δερρίοπες,από τα δέρματα που φορούσαν και ζούσαν με το ψάρεμα και το κυνήγι, σημειώνει ο Πλούταρχος.
Προφανώς κατάλοιπο αυτού του τρόπου ενδυμασίας των Δερριόπων αποτελεί και η σκευή των δρώντων στο Μοναστηράκι, στη Νικήσιανη, στην Καλή Βρύση, στην Πετρούσα και στους Πύργους κατά το τριήμερο 6-8 Ιανουαρίου.
«Ταύτας μεν δη τας πόλιας τας παραθαλάσσιας τε και Ελληνίδας εξ ευωνύμου χειρός απεργών παρεξήιε, έθνεα δε Θρηίκων των της χώρης οδόν εποιέετο τοσάδε, Παίτοι , Κίκονες , Βίστονες ,Σαπαίοι ,Δερσαίοί, Ήδωνες, Σάτραι. Τούτων αι μεν παρά θάλασσαν κατοικημένοι εν τήσι νηυσί είποντο. Οι δε αυτών την μεσόγαιαν οικέοντες καταλεχθέντες τε υπ’ εμού, πλην Σατρεων οι άλλοι πάντες πεζή αναγκαζόμενοι είποντο. Σάτραι δε ουδενός κω ανθρώπων υπήκοοι εγένοντο, όσον ημείς ίδμεν, αλλά διατελεύσι το μέχρι εμεύ αιεί εόντες ελεύθεροι μούνοι Θρηίκων-οικέουσί τε γαρ όρεα υψηλά, ίδησί τε παντοίησι και χιόνι συνηρεφέα, και εισίτα πολέμια άκροι. Ούτοι οι του Διονύσου το μαντήιόν εισι εκτημένοι-το δε μαντήιόν τούτο έστι μεν επί των ορέων των υψηλοτάτων, Βησσοί δε των Σατρέων εισί οι προφητεύοντες του ιερού, πρόμαντις δε η χρέωσα κατάπερ εν Δελφοίσι, και ουδέν ποικιλώτερον».
Από αυτούς όσοι κατοικούσαν στα παράλια ακολουθούσανε με το ναυτικό, ενώ όλοι οι άλλοι, όσοι κατοικούν στα μεσόγεια, εκτός από τους Σάτρες, υποχρεώθηκαν να ακολουθήσουν το πεζικό.
Οι Σάτρες, όσο ξέρω εγώ, δεν υποδουλώθηκαν ποτέ μέχρι σήμερα σε κανένα, παρά μόνο αυτοί από τους θράκες εξακολουθούν ως τα δικά μου χρόνια να μένουν ελεύθεροι, γιατί κατοικούν επάνω σε ψηλά βουνά σκεπασμένα από κάθε είδους δάση και από χιόνια και είναι εξαίρετοι πολεμιστές. Αυτοί είναι που έχουν το μαντείο του Διονύσου.
Το μαντείο αυτό είναι επάνω στο πιο ψηλό βουνό (= κορυφή) και εκείνοι που είναι προφήται στο ιερό αυτό είναι οι Βησσοί από το λαό των Σατρών. Και, όπως ακριβώς και στους Δελφούς, η προμάντις που δίνει τους χρησμούς είναι γυναίκα. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο εξαιρετικό.
Αν ήταν όνειρα, τα εξηγούσαν, ενώ, όταν εκφράζονταν με λόγια τα «σημεία» του θεού, τότε οι Βησσοί συναρμολογούσαν τις κραυγές του εκστασιασμένου πρόμαντη και τις μεταδίδανε ως χρησμό στους πιστούς, με γυναίκα κατά το πρότυπο της Πυθίας.
Στο κείμενο του Ηροδότου, που αναφέρεται στο ιερό του θεού, γίνεται ένας παραλληλισμός με αυτό του μαντείου των Δελφών, γεγονός από το οποίο διαφαίνεται η φήμη και η εμβέλεια του διονυσιακού μαντείου.
Τέλος η φράση του Ηροδότου «ουδέν ποικιλώτερον» μας οδηγεί στη σκέψη ότι γύρω από το διονυσιακό μαντείο είχαν κυκλοφορήσει διάφορες φήμες, στις οποίες αποφεύγει να αναφερθεί ο ιστορικός.
Κρυπτός δ’ εν άντροις της υπαργύρουχθονός ανθρωποδαίμων κείσεται βλέπων φάος, Βάκχου προφήτης, ώστε Παγγαίου πέτραν ώκησε, σεμνός τοίσιν ειδόσιν θεός.
(= Σαν ανθρωπόθεος όμως μέσα στα άντρα θα μένει ασημογής και φως θα βλέπει, όπως στου Παγγαίου θρόνιασε το βράχο ο προφήτης του Βάκχου, που λογιέται θεός και τον τιμούν αυτοί που ξέρουν) .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου