Η Αγλαϊα Αρχοντίδου Αργύρη, Αρχαιολόγος, στο βιβλίο της Επίδαυρος (σ. 22-26) δίδει την εξής περιγραφή: «Κοντά στο ναό του Ασκληπιού βρίσκονται τα λείψανα ενός περίκεντρου οικοδομήματος, της Θόλου. Είχε κυκλικό σηκό, πτερό και εσωτερική κιονοστοιχία. Στην είσοδο που ήταν στα ανατολικά όπως στους ναούς, οδηγούσε μια ράμπα. Την εξωτερική δωρική κιονοστοιχία αποτελούσαν 26 κίονες, που στήριζαν ένα δωρικό θριγκό, στολισμένο με μετόπες ανάγλυφες με ρόδακα. Η εσωτερική κιονοστοιχία είχε 14 Κορινθιακούς κίονες. Μεταξύ των δύο κιονοστοιχιών παρεμβάλλετο ο τοίχος του σηκού, από άσπρο μάρμαρο, που είχε παράθυρο, για να μπαίνει το φως. Την πόρτα του σηκού στόλιζαν πολλά ανάγλυφα κοσμήματα, κυμάτια και ωά. Το δάπεδο ήταν στρωμένο με άσπρες και μαύρες πλάκες από ασβεστόλιθο. Στο κέντρο σχηματιζόταν ένας πλατύς κύκλος, από μαύρη πέτρα. Στο κέντρο του ήταν μια κυκλική άσπρη πέτρα, κινητή, ώστε να αφαιρείται εύκολα από εκείνον, που θα ήθελε να κατέβει στο υπόγειο, με τους τρεις ομόκεντρους διαδρόμους. Στην αρχή θεωρήθηκε από τον ανασκαφέα αποθήκη πολύτιμων αντικειμένων. Η οικοδομική επιγραφή των δαπανών του ιερού, ονομάζει την Θόλο «ΘΥΜΕΛΑ» γι' αυτό υποστηρίχτηκε πως η θόλος ήταν τόπος εστιάσεως των ιερέων».
Το κυκλικό οικοδόμημα της Θόλου της Επιδαύρου ήταν ένα άρτιο αστρονομικό Μνημείο. Το παράδοξο είναι ότι βρισκόταν στο κατ' εξοχήν θεραπευτικό κέντρο του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου. Ίσως κάποια μέρα κατανοήσουμε τους λόγους που αστρονομικό μνημείο λειτουργούσε σε χώρο ιάσεων, σε χώρο ασχολούμενο με την υγεία. Και ίσως αυτός είναι ο λόγος που κανείς μέχρι σήμερα δεν σκέφθηκε να συνδυάσει αρχιτεκτονικά και γλυπτά στοιχεία, εσωτερικά και εξωτερικά, δαπέδου, οροφής και τοιχογραφίας, προκειμένου να συνθέσει την αστρονομική ταυτότητα του Μνημείου.
Εκτός του υπογείου της Λαβυρίνθου, το υπόλοιπο Μνημείο φέρει την σφραγίδα του πατέρα του Ασκληπιού, του Απόλλωνος, θεού του πνευματικού Φωτός. Εκπρόσωπος του Απόλλωνος στο φυσικό σύμπαν είναι ο Ήλιος. (Πλούτ., «Περί του ΕΙ του εν Δελφοίς», 4 και 21).
Σήμερα σώζονται μόνο τα λείψανα του Λαβυρίνθου της. Στο Λαβύρινθο εφυλάσσοντο τα καστανόξανθα ιερά φίδια του Ασκληπιού, οι λεγόμενοι Παρείες. Τα φίδια είχαν θεραπευτική δράση και κατά τον Παυσανία ανήκαν στα ακινδυνώτερα είδη. Η επιλογή του κυκλικού σχήματος του Μνημείου δεν ήταν τυχαία. Επέτρεπε την αναπαράσταση του ουρανίου στερεώματος και προσδιόριζε τις δύο αστρονομικές θεωρείες περί Ηλίου, την Γεωκεντρική άποψη της φαινομενικής πορείας του και την Ηλιοκεντρική. Η φαινομενική πορεία διεγράφετο στο εξωτερικό του Μνημείου και την έβλεπαν όλοι οι επισκέπτες. Η Ηλιοκεντρική είχε χαραχθεί μέσα στο Μνημείο προφυλαγμένη από τα μάτια των πολλών.
Η Θόλος του Ασκληπιείου της Επιδαύρου ή Θυμέλη σύμφωνα με τη σχετική οικοδομική επιγραφή, οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών -365 και του -335 στο πλαίσιο του μεγάλου οικοδομικού προγράμματος του Ιερού, αμέσως μετά την ολοκλήρωση κατασκευής του ναού του Ασκληπιού. Ο Παυσανίας, περιηγητής του 2ου αιώνα, αναφέρει ότι αρχιτέκτονας της Θόλου ήταν ο Πολύκλειτος από το Άργος. Η Θόλος της Επιδαύρου έχει έως σήμερα τη φήμη του τελειότερου κυκλικού οικοδομήματος της Αρχαίας Ελληνικής αρχιτεκτονικής. Το κτίριο χαρακτηρίζεται από διατάξεις αρχιτεκτονικών στοιχείων σε τριμερή οργάνωση. Η ανωδομή του αποτελείτο από τρεις ομόκεντρους κυκλικούς δακτυλίους. Εξωτερικά υπήρχε πώρινη περίσταση από 26 δωρικούς κίονες, η οποία περιέβαλε έναν πώρινο σηκό. Μια δεύτερη κυκλική κιονοστοιχία από 14 μαρμάρινους κίονες με κορινθιακό κιονόκρανο διακοσμούσε το εσωτερικό του σηκού. Το δάπεδο στο εσωτερικό της κορινθιακής κιονοστοιχίας διαμορφωνόταν από λευκές και μαύρες ρομβοειδείς πλάκες σε ένα μοναδικής σύλληψης γεωμετρικό σχέδιο. Σύμφωνα με τον Παυσανία, στο εσωτερικό του σηκού υπήρχαν ζωγραφικές παραστάσεις του ζωγράφου Παυσία. Τόσο το δωρικό πτερό όσο και το κορινθιακό περιστύλιο στήριζαν οροφή με μαρμάρινα φατνώματα φυτικής διακόσμησης. Το κτίριο στεγαζόταν από κωνική ξύλινη στέγη καλυμμένη με ένα πολύπλοκο σύστημα μαρμάρινων κεραμίδων ενώ στην κορυφή της στέγης είχε τοποθετηθεί ένα περίτεχνο κεντρικό φυτικό ακρωτήριο.
Κάτω από το περίπλοκο δάπεδο υπήρχε ένας τριμερής υπόγειος χώρος. Οι κυκλικοί διάδρομοι που τον αποτελούσαν επικοινωνούσαν μεταξύ τους με ανοίγματα ενώ φράγματα στις κατάλληλες θέσεις ανάγκαζαν τον εισερχόμενο να ακολουθήσει μαιανδροειδή πορεία. Το κυκλικό σχήμα του κτιρίου, που συνήθως χαρακτηρίζει ταφικά οικοδομήματα, καθώς και η λαβυρινθώδης μορφή του υπογείου με τους σκοτεινούς διαδρόμους παραπέμπει στο χθόνιο χαρακτήρα του Ασκληπιού, επιτρέποντας την ερμηνεία της Θόλου ως κτίριο που στέγαζε την υπόγεια κατοικία του Θεού. Εξάλλου, σύμφωνα με το μύθο, ο Θεός θεράπευε τους πιστούς του μέσα από τη γη.
Η Θόλος, σημαντικό οικοδόμημα στη μυστηριακή λατρεία του Ασκληπιού και σε άμεση γειτνίαση με το ναό του Ασκληπιού και τη στοά του Αβάτου, ενσωματώθηκε στα κτίρια που περιέβαλε η στοά των υστερορωμαϊκών χρόνων. Υλικό από τη Θόλο βρέθηκε εντοιχισμένο σε βυζαντινά μνημεία της ευρύτερης περιοχής.
Μετά τις ανασκαφές του τέλους του 19ου αιώνα, από το μνημείο σώζονταν μόνο οι τρεις στερεοβάτες της ανωδομής και η υπόγεια τριμερής κατασκευή του λαβυρίνθου. Σημαντικό μέρος των διάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών της ανωδομής χρησιμοποιήθηκε σε συνεπτυγμένες αποκαταστάσεις των αρχών του 20ου αιώνα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Επιδαύρου. Η Επιτροπή Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου εκτελεί από το 1994 πρόγραμμα μερικής αποκατάστασης του κτιρίου, στα πλαίσια του οποίου διαλύθηκαν οι παραπάνω αποκαταστάσεις. Σήμερα στο μουσείο εκτίθεται μόνο το κορινθιακό κιονόκρανο - παράδειγμα, που βρέθηκε προσεκτικά θαμμένο κοντά στο μνημείο.
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου