|
Πλάτωνος – Πολιτεία |
Μόλις
με εἴδε ὁ Κέφαλος με χαιρέτισε και εἶπε: Σωκράτη, δεν μας ἔρχεσαι συχνα στὸν
Πειραια. Θα έπρεπε όμως. Άν βαστοὺσαν ακόμη τα κότσια μου να περπατὴσω χωρὶς
δυσκολία ίσα με τὴν Ἀθήνα, δεν θα χρειαζόταν να ἔρχεσαι ἑσὺ εδώ, θα ερχόμαστε εμείς σ' εσένα. Μα τώρα όμως πρέπει να έρχεσαι συχνότερα εδώ. Γιατί, πίστεψε με, σ’ εμένα τουλάχιστον, όσο ξεθυμαίνουν
οι άλλες ἡδονἑς, οἱ σωματικές, τόσο δυναμώνει ἡ επιθυμία για συζητήσεις και ἡ ευχαρίστηση
από αὐτές. Κάνε μου λοιπόν τὴ χάρη να τα συναναστρέφεσαι αὺτὰ τα νέα παιδιά και
να μας ἔρχεσαι συχνά, θεωρώντας μας φίλους και πολὺ δικούς σου ανθρώπους.
Κι εγώ,
Κέφαλε, απάντησα, πραγματικά αισθάνομαι χαρά να μιλώ μὲ ανθρώπους πολὺ
προχώρημενης ηλικίας. Είναι καλό, νομίζω, να ζητάμε από αὺτοὺς, σαν από κάποιους
ποὺ ἔχουν διαβεῖ πριν από μας ἔνα δρόμο, στὸν ὁποῖο ίσως χρειαστεί να πορευτούμε κι ἑμείς,
να μας πουν τι λογής εἶναι ὁ δρόμος αὺτὸς:
κακοτράχαλος και δύσβατος η άνετος κι εὺκολοπἑραστος; Γι' αὐτὸ λοιπόν, πολὺ θα
'θελα νὰ άκουγα καὶ τὴ δική σου γνώμη πάνω σ’ αὺτὁ, τώρα ποὺ είσαι στο σημείο της ηλικίας ποὺ οἱ ποιητὲς
τὸ λένε «τών γερατειών κατώφλι»: πρόκειται για δύσκολο πέρασμα της ζωής, η τί ἔχεις
να μας πείς ἑσὺ γι’ αὺτό;
[329a]
'Εγώ, Σωκράτη, μα το Δία, θα σοῦ πώ ποιά είναι ή γνώμη μου. Γιατί συχνά
συμβαίνει να συγκεντρωνόμαστε κάποιοι ποὺ έχουμε περίπου την ίδια ηλικία, επαληθεύοντας
ἔτσι την παλιά παροιμία. Σ’ αὺτὲς λοιπὸν τίς συναντήσεις οί περισσότεροι από εμάς
κλαίνε καὶ ὁδὺρονται αποζητώντας τὶς χαρὲς της νιότης καὶ ἀναπολώντας τὶς
σωματικές ἡδονὲς καὶ τα φαγοπότια καὶ κάποια αλλά πράγματα ποὺ πάνε μαζί με αὺτά,
καὶ κυριεὺονται από οργή πιστεὺοντας πώς ἔχουν στερηθεί κάτι πολὺ σπουδαίο καὶ
πώς τότε ζοὺσαν ώραία ενώ τώρα δεν είναι ζωη αὺτἡ. Ορισμένοι επίσης δυσφοροὺν
καὶ για τὶς προσβολὲς ποὺ δέχονται από
τοὺς δικούς τους εξαιτίας τών γερατειών καὶ ελεεινολογοὺν τα γεράματα για ὅσα
δυσάρεστα τοὺς ἔχουν προξενἡσει.
Ἡ γνώμη
μου, Σωκρἀτη, εὶναι ότι οἱ άνθρωποι αὐτοὶ κατακρὶνουν κάτι το ὁποῖο δεν εὶναι ἡ
αὶτὶα του κακού. Γιατὶ αν αυτό ήταν ἡ αἰτία, θα εὶχα παθει καὶ ἐγώ, εξαιτίας
τών γειρατειών, τα ίδια καὶ όλοι οἱ αλλοι όσοι ἔφθασαν ώς αὐτὴ τὴν ἡλικὶα. Νά
όμως που ἐγώ έχω συναντήσει καὶ ἄλλους οἱ ὁποῖοι δεν αισθάνονται ἔτσι, καὶ μάλιστα
κάποτε έτυχε να εἶμαι δίπλα στον Σοφοκλῆ, τον ποιητή, όταν τὸν ρώτησε κάποιος:
«Πῶς τα
πας, Σοφοκλῆ, με τα ερωτικά; 'Εξακολουθείς να μπορείς να έχεις ἑρωτικὴ σχέση με γυναίκα;» κι
εκείνος του εἶπε:
«θεὸς φυλάξοι, άνθρωπε μου· πάρα πολύ χαίρομαι που γλύτωσα από
αυτό, σὰν να ξέφυγα από κάποιον λυσσασμένο κι άγριο εξουσιαστή».
Μου άρεσε
τότε εκείνη ἡ απάντηση, καὶ τὸ ίδιο μου ἀρέσει
καὶ τώρα.
Γιατὶ δὶχως
αμφιβολὶα στα γεράματα όλα αυτά καταλαγιάζουν εντελώς και οἱ άνθρωποι ελευθερώνονται.
Όταν οὶ ἐρωτικὲς επιθυμίες πάψουν να ζορίζουν και χαλαρώσουν, συμβαίνει ακριβώς
αὐτὸ που λέει ὁ Σοφοκλῆς: 'Έχει πια κανείς απαλλαγεί από πάμπολλους καὶ μανιασμένους
εξουσιαστἑς.
[d] Ἀλλὰ
καὶ για ταῦτα καὶ για όσα σχετίζονται μὲ
τους συγγενείς μία εἶναι ἡ αὶτὶα, κι αυτή, Σωκράτη, δεν είναι τα γηρατειά ἀλλὰ ὁ
χαρακτήρας τῶν ανθρώπων. Αν είναι δηλαδή οἱ άνθρωποι ευπρεπείς καὶ καλόβολοι, τότε καὶ τα γηρατειά υποφέρονται
κάπως· αν όμως δεν είναι, τότε, Σωκράτη, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν ἔχει μόνο γεράματα ἀλλὰ
καὶ νιότη δύσκολη.
Πλάτωνος
– Πολιτεία, 328 e – 329 d
1 σχόλιο:
Η Πολιτεία (ή Περί δικαίου) είναι ένα από τα γνωστότερα έργα του Πλάτωνα, το οποίο γράφτηκε περίπου το -380 κι έχει ασκήσει μεγάλη επιρροή τόσο στη φιλοσοφία, όσο και στην πολιτική θεωρητική.
Στην Πολιτεία, ο Σωκράτης και άλλοι εξέχοντες Αθηναίοι και ξένοι συζητούν τη σημασία της δικαιοσύνης και εξετάζουν κατά πόσο είναι πιο ευτυχισμένος ένας δίκαιος άνθρωπος από έναν άδικο, κατασκευάζοντας μια φανταστική πολιτεία, την Καλλίπολη, με φιλόσοφους-βασιλείς.
Επίσης, συζητείται η φύση του φιλόσοφου, ή "Περί Ιδεών" θεωρία του Πλάτωνα, η διαμάχη ανάμεσα στη φιλοσοφία και την ποίηση και η αθανασία της ψυχής.
Πρόσωπα:
Σωκράτης
Κέφαλος, μέτοικος κατασκευαστής όπλων - πατέρας του ρήτορα Λυσία
Θρασύμαχος, σοφιστής από τη Χαλκηδόνα
Γλαύκων, γιος του Αρίστωνα, μεγαλύτερος αδερφός του Πλάτωνα
Αδείμαντος, γιος του Αρίστωνα, μεγαλύτερος αδερφός του Πλάτωνα
Πολέμαρχος, γιος του Κεφάλου
Κλειτοφών, γιος του Αριστωνύμου
Χαρμαντίδης, από την Παιανία (βουβό πρόσωπο)
Λυσίας, γιος του Κέφαλου (βουβό πρόσωπο)
Ευθύδημος, γιος του Κέφαλου (βουβό πρόσωπο)
Νικήρατος, γιος του Νικία (βουβό πρόσωπο)
Το σκηνικό του διαλόγου τοποθετείται στην κατοικία του Πολέμαρχου στον Πειραιά. Ο δραματικός χρόνος είναι το -421 Ο όλος διάλογος περιγράφεται από τον Σωκράτη, την επομένη της ημέρας που έλαβε χώρα.
Ο Σωκράτης και ο Γλαύκων είχαν πάει στον Πειραιά για να παρακολουθήσουν τα Βενδίδεια, γιορτή της θρακικής θεότητας Βένδιδος, που από πολλούς ταυτίζεται με την Άρτεμη. Στην επιστροφή προς την Αθήνα, πέρασαν από την κατοικία του Κεφάλου, όπου κι έγινε η συζήτηση ανάμεσα στους προαναφερόμενους. Από το 2ο βιβλίο κι έπειτα, κύριοι ομιλητές είναι ο Σωκράτης και οι δύο μεγαλύτεροι αδερφοί του Πλάτωνα.
Δημοσίευση σχολίου