«Φαίνεται ότι αυτοί που καθιέρωσαν τα
Μυστήρια για εμάς, δεν ήταν αδιαφώτιστοι. Για πολύ χρόνο αυτοί μας αποκάλυψαν
ότι οτιδήποτε φτάσει στον κάτω κόσμο χωρίς να έχει μυηθεί και επιδοκιμαστεί,
πέφτει στον βούρκο. Εκείνος όμως που φτάνει εκεί εξαγνισμένος και
καθαγιασμένος, θα συγκατοικήσει με τους Θεούς».
ΠΛΑΤΩΝΑΣ
Μυστήρια
ονομάζονταν στην Αρχαιότητα οι ιερατικές εκείνες σχολές που λειτουργούσαν σε
κλειστούς χώρους, και κατείχαν γνώσεις από υπέρτερες του ανθρώπου συνειδήσεις.
Οι περισσότεροι -αν όχι- όλοι οι Φιλόσοφοι ήταν μυημένοι στα Αρχαία Μυστήρια.
Λέει ο Πλάτωνας στον Θεαίτητο: «H ψυχή, αν δεν έχει γνωρίσει την αλήθεια δεν μπορεί να αποκτήσει
την μορφή του ανθρώπου. Πρόκειται για μία ανάμνηση όσων η ψυχή μας γνώριζε
παλαιότερα, όταν ταξίδευε με την θεότητα, περιφρονώντας εκείνα που θεωρούμε ότι
υπάρχουν και ατενίζοντας αυτό που πραγματικά είναι. Για αυτό μόνον ο νους ή το πνεύμα του φιλοσόφου είναι εξοπλισμένος με φτερά. Αυτός όσο μπορεί καλύτερα
διατηρεί στον νου του αυτές τις αναμνήσεις, η ενατένιση των οποίων καθιστά θεία
ακόμη και την ίδια την θεότητα. Χρησιμοποιώντας διαρκώς τον εαυτό του στα
μυστήρια, ο άνθρωπος γίνεται πραγματικά τέλειος- ένας μυημένος στη θεία σοφία».
Ο Πίνδαρος
αναφέρει: «Ευτυχής
είναι εκείνος που είδε τα Ελευσίνια Μυστήρια, γιατί γνωρίζει το τέλος της ζωής
του και τις αρχές που δόθηκαν στον άνθρωπο από τον Θεό».
Ο
Αριστείδης για την μύηση του είπε: «Νόμισα ότι ήρθα σε επαφή με τον Θεό, και τον ένοιωσα να
πλησιάζει εγγύτερα, και ήμουν τότε ανάμεσα σε εγρήγορση και ύπνο. Το πνεύμα μου
ήταν ανάλαφρο, ώστε κανείς που δεν έχει μυηθεί δεν μπορεί να μιλήσει για αυτό ή
να το κατανοήσει».
Στον
ηπειρωτικό Ελληνικό χώρο ο
Ορφέας ή Άρφας που σημαίνει εκείνος που θεραπεύει με το φως, είναι αυτός που εισήγαγε για πρώτη φορά τα
Μυστήρια στην Ελλάδα.
Τα
κυριότερα μυστήρια στην Αρχαία Ελλάδα ήταν τα Κρητικά, τα Καβείρια, τα
Διονυσιακά-Ορφικά, και τα Ελευσίνια. Γενικά θεμελιώδης διδασκαλία των Καβείριων
μυστηρίων ήταν «η γέννηση του ανθρώπου», ενώ των Ελευσίνιων η συμβολική παράσταση
της ψυχής, της καθόδου της στην ύλη, μετά την ανάληψη της και την επιστροφή της
στον υπερβατικό χώρο.
Και τέλος,
των Διονυσιακών μυστηρίων της αναγέννησης του ανθρώπου που συμβολιζόταν από τον
θάνατο του Διονύσου και την δεύτερη γέννηση του από τον Δία.
Στον Αρχαίο κόσμο η θεολογία λειτουργούσε σε
δύο επίπεδα. Σε πρώτο επίπεδο στη μεγάλη μάζα του πληθυσμού διάμεσο των μύθων,
οι οποίοι είχαν σκοπό την διαπαιδαγώγηση του λαού μέσω των εξυμνήσεων των θεών
και των ηρώων.
Οι
ίδιοι αυτοί μύθοι σε ένα δεύτερο ανώτερο πνευματικά στάδιο, έκρυβαν μεγάλες
αλήθειες τόσο για τον άνθρωπο όσο και για τον κόσμο.
Σύμφωνα
με τον πρωτοπόρο Ελβετό ψυχολόγο Κάρλ Γιούνγκ, τα σύμβολα που χρησιμοποιούνται
στους μύθους είναι πανάρχαια και γεννήθηκαν σε εποχές που ο άνθρωπος δεν είχε
αναπτύξει την λογική. Δεν κατασκευάζονταν αλλά παρά γίνονταν αυτόματα από την
ίδια την ψυχή.
Είναι
προϊόν ανάμνησης της μακραίωνης εξέλιξης, μία αναπαράσταση του παγκόσμιου
αρχέτυπου.
Οι
μύθοι αποκαλύπτονταν δια μέσου της μύησης που χρησιμοποιούσε σύμβολα και
εικόνες, έτσι ώστε οι μυημένοι ήταν ικανοί να γνωρίσουν τα μυστικά του κόσμου.
Αρχετυπικά
σύμβολα και εικόνες των οποίων η καθορισμένη διάταξη επενεργούσε στο
ασυνείδητο, έλκοντας την αποθηκευμένη γνώση που υπάρχει στον άνθρωπο. Ο μύθος σε αντίθεση με το παρά-μυθι, κρύβει
μέσα του μία δομημένη συγκαλυμμένη ιστορική αλήθεια.
Oι Αρχαίοι
Έλληνες για παράδειγμα, θεωρούσαν τον κόκκινο πλανήτη Άρη σαν θεό του πολέμου,
και υπογράμμιζαν ότι δύο άτια έσερναν το άρμα του στους Ουρανούς, δίνοντας τους
τα ονόματα "Φόβος" και "Δείμος", μέχρι που το 1877 ξανακάλυψε
ο Άσαφ Χώλλ τους δύο δορυφόρους του Άρη.
Στην
μυητική διαδικασία των μυστήριων χρησιμοποιούσαν ένα είδους θείου δράματος,
πλούσιο από εικόνες της θεότητας διάμεσο του οποίου ερχόταν ο άνθρωπος σε επαφή
με την θεία του αρχή.
Είναι
ιστορικά αποδεδειγμένο ότι η δημιουργία του θεάτρου οφείλεται στις Μυστηριακές
τελετές. Μέσα από τις θεατρικές παραστάσεις προσπαθούσαν να διεγείρουν
συγκεκριμένα συναισθήματα από τους συμμετέχοντες θεατές. Με τις Μυστηριακές
τελετές οι άνθρωποι αποκτούσαν ένα μέσο για να περάσουν σε ένα ανώτερο επίπεδο
αντίληψης. Ανυψώνονται
από επίπεδο σε επίπεδο και επικοινωνούσαν με τον θείο σπινθήρα που έκρυβαν και
κρύβουν μέσα τους. Αυτό που οι πρόγονοι μας αποκαλούσαν
"δαιμόνιο".
Αυτή η
διαδικασία ήταν η μύηση. Η διεύρυνση δηλαδή της συνείδησης, και η προσέγγιση
των θειικών όψεων που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος.
Τα
μυστήρια είχαν πάντοτε ως σκοπό να αποκαλύψουν την τέλεια διδασκαλεία υπό
τριπλή αντίληψη, δηλαδή των αισθήσεων, της ψυχής και του πνεύματος και να λάμψει το Αόρατο πίσω από
το ορατό, και η αλήθεια πίσω από το σύμβολο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου