ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ: Το ότι η Αθήνα είχε χειρότερη αντιμετώπιση από τις άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας υποστηρίζεται από πολλούς. Ο Downey προσπαθώντας να εξηγήσει γιατί ο Ιουστινιανός απαγόρευσε τη φιλοσοφία στην Αθήνα και όχι στην Αλεξάνδρεια, δίνει μία αρκετά λογική εξήγηση. Αφού έγινε αυτοκράτορας ο Ιουστινιανός εξέδωσε έδικτα που απαγορεύανε αιρετικούς, εθνικούς και Σαμαρίτες από το να διδάσκουνε οιοδήποτε θέμα [33]. Φυσικά αυτό έγινε ως τμήμα της προσπάθειάς του να επιτύχει θρησκευτική ενότητα, η οποία, όπως πίστευε ο ίδιος, θα ερχότανε μόνο με την κατάλληλη εκπαίδευση. Οι αιρετικοί ή οι εθνικοί διδάσκαλοι το μόνο που θα έκαναν θα ήτανε να διαφθείρουν τα μυαλά των φοιτητών [34]. Έτσι λοιπόν, όπως σημειώνει ο Downey «το κλείσιμο της Φιλοσοφικής Σχολής ήλθε ως συνέπεια των εθνικών καθηγητών της» [35]. Κάτι που υποστηρίζεται και από τον Browning λέγοντας ότι (μιλώντας για τον Ιουστινιανό) «… σίγουρα δεν είχε κάτι προσωπικό εναντίον του Δαμάσκιου και του Σιμπλίκιου. Αλλά δεν ταιριάζανε στην αυτοκρατορία έτσι όπως την έβλεπε αυτός. Η διανοητική τους υπεροχή έδινε μια πλασματική αίγλη στις παγανιστικές πεποιθήσεις. Και, ίσως, η μεγάλη περιουσία της Ακαδημίας ήτανε πειρασμός για έναν αυτοκράτορα που ήθελε χρηματοδότηση για τα μεγαλεπήβολα έργα του» [36].
Το θέσπισμα του Ιουστινιανού, έτσι όπως σώζεται από τον Μαλάλα είχε στόχο να επιβάλλει τον περιορισμό της φιλοσοφίας διδασκόμενης από τους Έλληνες (δηλαδή της βλασφημίας, αφού οι διδασκαλίες των Ελλήνων ήτανε «βλάσφημες»). Η διδασκαλία της φιλοσοφίας από χριστιανούς δε θα είχε αυτό το αποτέλεσμα [37].
Κάτι παρόμοιο για τις ιδέες του Ιουστινιανού γράφει και ο Cesaretti «Ήτανε αυτή η ορθοδοξία απλώς ένα εργαλείο για δύναμη, που βασιζότανε σε αυτό που ο Ιουστινιανός ονόμαζε «Καισαροπαππισμό»; Αν πούμε ναι τότε υποτιμούμε το πραγματικό θεολογικό πάθος του Ιουστιανιανού, την προσωπική του, συμπαγή, σχεδόν υπαρξιακή του αφοσοίωση στην αναζήτηση μιας ιδεατής φόρμουλας πίστης που θα έλυνε όλα τα προβλήματα -τυπικό της ύστερης αρχαιότητας- η οποία θα δημιουργούντανε με το να εφαρμόσει τις αρχαίες φιλοσοφικές ιδέες στο χριστιανικό Ευαγγέλιο» [38].
Ο Michael Mass λέει σχετικώς ότι οι χριστιανοί ανέκαθεν αναρωτιόταν «Τί σχέση έχει η Αθήνα με τα Ιεροσόλυμα; Η Ακαδημία με την Εκκλησία;» [39] αλλά κατά τον έκτο αιώνα η ένταση μεταξύ χριστιανικής προσέγγισης και μη-χριστιανικής παράδοσης έγινε ακόμα πιο οξεία, ιδιαίτερα όταν προσεγγίζονταν κάτω από το αυτοκρατορικό πρίσμα. Η προσπάθεια του Ιουστινιανού να δημιουργήσει μια Ρωμαϊκή κοινωνία ομοιόμορφης πίστης περνούσε μέσα από την αποδυνάμωση των συνδετικών κρίκων με το παρελθόν. Με το να καταστείλει τον πολυθεϊσμό και να βάλει στο στόχαστρό του τους διανοούμενους σφράγισε τη μοίρα της κοσμικής μάθησης. Επέβαλε το μειωτικό όρο «παγανιστικές» σε δραστηριότητες και γνώση που προηγουμένως αποτελούσαν αναπόσπαστο στοιχείο του αξιοθαύμαστου πολιτισμού της αυτοκρατορίας. Με λίγα λόγια, στην αρχή της βασιλείας του Ιουστινιανού παραδόσεις και γνώση, ειδικά στη φιλοσοφία, στις τέχνες και στην ιστορία υπήρχαν ανεξαρτήτως από τη χριστιανική ιδιοποίηση. Στο τέλος του έκτου αιώνος αυτές οι αυτόνομες σφαίρες πολιτισμού είχαν σχεδόν εξαφανιστεί [40].
Ο Θεόδωρος και ο Τυχικός
Για να αποκλείσουμε κάθε περίπτωση όμως η σχολή να επαναλειτούργησε θα πρέπει να αναλύσουμε και κάποιες σκόρπιες αναφορές που υπάρχουν σε κάποιους που τάχα σπούδασαν φιλοσοφία στην Αθήνα, όπως ο Θεόδωρος της Ταρσού (μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Canterbury) και ο Τυχικός (ο επονομαζόμενος Βυζάντιος).
Για τον Θεόδωρο υπάρχει μία αναφορά, γραμμένη 219 έτη μετά το κλείσιμο της Ακαδημίας, από τον Πάππα Ζαχαρία προς τον Άγιο Βονιφάκιο (Boniface) [41] που λέει ότι γνώριζε φιλοσοφία από την Αθήνα. Για κάποιον που δεν ξέρει τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες εκείνης της εποχής, του είναι εύκολο να το πιστέψει. Αν όμως ερευνήσουμε λίγο θα δούμε ότι ο όρος «φιλοσοφία» εκείνη την εποχή χρησιμοποιούνταν περισσότερο για να προσδώσει κύρος παρά για να δείξει ότι κάποιος όντως ήτανε φιλόσοφος. Ο Guglielmo Cavalo απέδειξε ότι αν κάποιος ήθελε να σπουδάσει εκείνη την εποχή θα μπορούσε να το κάνει κυρίως στην Αλεξάνδρεια και στη Νότιο Ιταλία, αλλά όχι στην Αθήνα [42]. Ο Michael Lapidge σε έρευνα που κάνει για την καριέρα του Θεόδωρου [43] δεν αναφέρει κάν την Αθήνα ως όνομα στην πορεία του Θεόδωρου από την Ταρσό στο Canterbury. Ούτε ο Βέδε (Bede) σύγχρονος του Θεόδωρου αναφέρει την Αθήνα στο έργο του «Historia ecclesiastica gentis Anglorum». Πώς λοιπόν ο Θεόδωρος σπούδασε στην Αθήνα; Και μάλιστα Φιλοσοφία;
Γίνεται φανερό ότι το σχόλιο του Πάππα Ζαχαρία σήμαινε απλώς ότι ο Θεόδωρος κατείχει κάποια «ελληνική» μόρφωση [44], ήτοι ότι ήτανε κάποιος ευρυμαθής, κάποιος «φιλόσοφος» (τα εισαγωγικά υπάρχουνε στο πρωτότυπο) που μπορούσε να διδάσκει και να έχει γνώση πολλών εκπαιδευτικών κλάδων [45], κάποιος ειδήμωνας στη ρητορική και στη διαλεκτική [46] όχι κάποιος που μπορούσε να κατανοήσει την Ελληνική Φιλοσοφία.
Το όνομα της Αθήνας και η έννοια της φιλοσοφίας μπήκαν στο κείμενο μόνο και μόνο για να προσδώσουνε κύρος στον Θεόδωρο. Άλλως τε η Αθήνα, μέσα από μια πολιτισμική παράδοση δεκάδων αιώνων, συνέχιζε να υφίσταται ως σύμβολο πολιτισμού και μόνο η αναφορά της αρκούσε για να δώσει αξία σε κάποιον. 220 σχεδόν έτη μετά το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών, στην εποχή του Καρλομάγνου, το κλέος και η πολιτιστική εμβέλεια της Αθήνας ήτανε τόσο ισχυρή, πού ένα έτος πρωτού στεφθεί αυτοκράτορας ο Καρλομάγνος, ο Αλκουϊν (Alcuin) του έγραψε προτρέποντάς τον να «δημιουργήσει μια νέα Αθήνα στη Γαλλία» [47].
Αλλά ακόμα και αν δεχτούμε ότι ο Θεόδωρος σπούδασε για κάποιο διάστημα στην Αθήνα πουθενά δεν υπάρχουνε αποδείξεις ότι σπούδασε φιλοσοφία, πόσο μάλλον από φιλοσοφική σχολή η οποία λειτουργούσε επισήμως. Ο Γισλένος (Gislenus), σύγχρονος του θεοδώρου που σπούδασε στην Αθήνα, διδάχτηκε από ιδιωτικούς δασκάλους [48]. Ίσως αυτούς θα μπορούσαμε να τους αποκαλέσουμε «φιλοσόφους» αλλά ήτανε; Δε νομίζω. Αυτοί ήτανε οι λεγόμενοι γραμματιστές, δηλαδή ιδιωτικοί δάσκαλοι που αναλαμβάνανε τη μόρφωση κάποιου· σε καμία όμως περίπτωση φιλόσοφοι.
Για τον Τυχικό, η μόνη πρωτογενής πηγή που υπάρχει είναι στην αυτοβιογραφία του Ανανία από τη Σιράκ [49]. Ο Τυχικός ήταν καλόγερος που δίδασκε στο μοναστήρι του Αγίου Ευγενίου και ήταν δάσκαλος του Ανανία, ο οποίος (ο Ανανίας) ήτανε καλόγερος της Αρμενικής Εκκλησίας [50]. Ο Τυχικός σπούδασε στην Αρμενία και πέρασε ένα μήνα στα Ιεροσόλυμα, τρία έτη στην Αλεξάνδρια, ένα έτος στη Ρώμη και μετά από αυτό στην Κωνσταντινούπολη [51]. Ο Ανανίας επίσης αναφέρει ότι ο Τυχικός βρήκε στην Αθήνα έναν «διάσημο άνδρα» (δεν αναφέρει το όνομά του) από τον οποίον διδάχτηκε φιλοσοφία [52].
Αυτό φυσικά δε συνηγορεί στην άποψη ότι υπήρχε φιλοσοφική σχολή στην Αθήνα και θέτει κάποια ερωτήματα. Ποιός ήτανε αυτός ο «διάσημος άνδρας» που γνώριζε φιλοσοφία και τη δίδασκε; Δεν υπάρχουνε πηγές για κάποιον διάσημο φιλόσοφο εκείνη την εποχή στην Αθήνα. Γιατί ο Ανανίας δεν αναφέρει όνομα; Αυτό κάνει τη μαρτυρία του συγκεχυμένη τη στιγμή που αναφέρει άλλες λεπτομέρειες αλλά όχι μια τόσο σημαντική για τον δάσκαλό του. Πού διδάχθηκε φιλοσοφία, στην Αθήνα ή στην Κωνσταντινούπολη; Ο Ανανίας δεν ξεκαθαρίζει αν ο Τυχικός σπούδασε στην Αθήνα ή στην Κωνσταντινούπολη, αλλά μόνο ότι βρήκε κάποιον διδάσκαλο στην Αθήνα. Ο Robert H. Hewsen υποστηρίζει ότι ο Τυχικός διδάχτηκε φιλοσοφία στην Κωνσταντινούπολη από τον Αθηναίο διδάσκαλο. Η φήμη του ήτανε τόσο μεγάλη ώστε ακόμα και ο Πατριάρχης τον παρακάλεσε να μείνει εκεί αλλά ο Τυχικός αρνήθηκε και γύρισε στην Τραπεζούντα όπου άνοιξε δική του σχολή. Όμως ο θάνατος του διδάσκαλού του ανάγκασε τον ίδιο τον αυτοκράτορα να καλέσει τον Τυχικό πίσω στην Κωνσταντινούπολη να αναπληρώσει την κενή θέση την οποία ο Τυχικός απέρριψε [53]. Εδώ πλέον γίνεται ξεκάθαρο ότι ο Τυχικός σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη αφού ο αυτοκράτορας τον κάλεσε πίσω στην Κωνσταντινούπολη, όπου προηγουμένως και ο διδάσκαλος του Τυχικού εδίδασκε. Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ
Συγγραφέας : Παναγιώτης Κωνσταντινίδης (ιστοσελίδα “Τόλμα να γνωρίσεις“)
https://tolmanagnoriseis.wordpress.com/2007/09/29/platosacademy/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου