Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2024

Το κλείσιμο της Πλατωνικής Ακαδημίας των Αθηνών από τον Ιουστινιανό το 529. Το σβήσιμο του φωτός της Παιδείας #4

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ

Αθήνα – Αλεξάνδρεια

Γιατί όμως η Αθήνα και όχι η Αλεξάνδρεια; Αν δούμε τις κοινωνικοθρησκευτικές συνθήκες της Αλεξάνδρειας εκείνη την εποχή θα καταλάβουμε πολύ εύκολα το λόγο. Στην Αλεξάνδρεια άρχισε να αναπτύσσεται ένας νέος τύπος διδασκάλου, αυτού του χριστιανού «φιλοσόφου» (ενός τύπου που υπάρχει ακόμα και στις μέρες μας). Στην Αλεξάνδρεια, οι μαθητές μάθαιναν από τη μία Όμηρο και Θουκυδίδη, αλλά από την άλλη -και αυτό είναι το πιο σημαντικό- οι χριστιανοί διδάσκαλοι τους υποχρέωναν να ασχοληθούν με χριστιανικά θέματα [54].

Κάτω από αυτό το πλαίσιο η Αθήνα είχε γίνει αναχρονιστική (αφού οι διδάσκαλοι ήτανε ακραιφνείς εθνικοί και όχι χριστιανοί) και έπρεπε να κλείσουνε οι φιλοσοφικές σχολές. Οι σχολές εκεί ήταν το αγκάθι στο πρόγραμμα εκχριστιανισμού της αυτοκρατορίας. Δεν ήτανε η διδασκαλία της Φιλοσοφίας αυτή καθεαυτή που ο Ιουστινιανός έβρισκε επικίνδυνη αλλά το ότι αυτή διδασκότανε από εθνικούς καθηγητές οι οποίοι διόλου δεν ενδιαφέρονταν να χτίσουν τη νέα χριστιανική κουλτούρα που χρειαζότανε ο Ιουστινιανός για την εδραίωση της χριστιανικής Πολιτείας [55]· ένα αμάλγαμα δηλαδή χριστιανισμού με φιλοσοφικές ιδέες, που τόσο πολύ τις είχε ανάγκη για να ορθοποδήσει ο ανώριμος χριστιανισμός. Και όπως είναι γνωστό, οι Έλληνες καθηγητές που αρνήθηκαν να γίνουνε χριστιανοί έφυγαν πρόσφυγες στην αυλή του βασιλιά της Περσίας [56].

Εδώ όμως τίθεται και μία άλλη ερώτηση. Γιατί αυτό το νέο είδος χριστιανού «φιλοσόφου» άρχισε να αναπτύσσεται στην Αλεξάνδρεια και όχι στην Αθήνα; Υπάρχουνε πολλοί λόγοι γι’ αυτό.

Οι διώξεις και η αποδυνάμωση του ελληνισμού άρχισε επί Πτολεμαίου Ζ’, όταν εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό κατά των Ελλήνων και ελληνιζόντων στην Αλεξάνδρεια κατά την ελληνιστική περίοδο. Ήδη από τότε έχουμε τις πρώτες βίαιες πράξεις συντριβής του ελληνισμού σε αυτόν τον συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο με αποτέλεσμα ο ελληνισμός να αρχίσει σιγά σιγά να χάνει τη ρώμη του και να γίνει εύκολο θύμα στις απηνείς διώξεις που ακολούθήσαν.

Ένας άλλος λόγος είναι και γεωγραφικός και κατά συνέπεια και οικονομικός. Η Αλεξάνδρεια, όντως σε μια εύφορη περιοχή ήτανε ο κύριος προμηθευτής καλαμποκιού, ελαιόλαδου και σιταριού της «δεύτερης Ρώμης», δηλαδή της Κωνσταντινούπολης. Ήτανε ζωτικής σημασίας τα φορτηγά πλοία να μεταφέρουνε τρόφιμα στην Κωνσταντινούπολη ανεμποδίστως και αδιακόπως. Και αφού η αυτοκρατορία χριστιανοποιούταν, οι αυτοκράτορες δεν το διακινδύνευαν καθόλου να βρίσκεται η Αλεξάνδρεια υπό αλλόθρησκη επιρροή (δηλαδή ελληνική). Έτσι έδωσαν ιδιαίτερη βαρύτητα στο χριστιανισμό εκεί πέρα και κατάφεραν από νωρίς να δημιουργήσουν μια δυνατότερη χριστιανική κοινότητα αναδεικνύοντας αιμοσταγείς επισκόπους στον επισκοπικό θώκο. Διαβάζουμε χαρακτηριστικώς:

«στα τέλη του 350 στην Αλεξάνδρεια ένας από τους πιο αντι-παγανιστικούς επισκόπους, ο Αρειανός Γεώργιος, ανέβηκε στο θρόνο της επισκοπής του Αθανάσιου. Ο Γεώργιος χρησιμοποίησε όλες τις μεθόδους που μπορεί να φανταστεί ανθρώπινο μυαλό για να αφανίσει την εθνική λατρεία. Ένας αλαζόνας και προκλητικός, όπου του το επέτρεπαν οι συνθήκες, αλλά κυρίως ύπουλος και δουλοπρεπής, μετέτρεψε ναούς σε εκκλησίες, οργάνωσε δημόσιες παρελάσεις όπου ιερά παγανιστικά αντικείμενα χλευάζονταν, εσκεμμένως προσέβαλλε εθνικούς κατά τη διάρκεια λατρείας τους και, τέλος, έστειλε το στρατό κατά του πιο τέλειου ναού της Αιγύπτου, το Σεράπειο. Και αφού δεν κορέστηκε με τη δήωση των μνημείων, ο Γεώργιος στράφηκε και σε διώξεις ανθρώπων, προξενώντας και την εξορία πολλών σημαίνοντων διδασκάλων, όπως του ιατροσοφιστή Ζήνωνος» [57].

Σε όλες αυτές τις καταστροφές συνέβαλλε και η ιστορία του χριστιανισμού στην Αλεξάνδρεια. Από τις μέρες ακόμα των Αποστόλων, οι κεντρικές επισκοπές του χριστιανισμού υπήρχαν στα τρία ηγετικά χριστιανικά κέντρα, Ρώμη, Αλεξάνδρεια και Αντιόχεια [58] (η Κωνσταντινούπολη έγινε ηγετικό κέντρο δυό αιώνες αργότερα). Ο Ευαγγελιστής Μάρκος είχε πάει το Ευαγγέλιο στην Αλεξάνδρεια και ο πατριάρχης της Αλεξάνδρειας θεωρούνταν Πάππας αφού ήταν απ’ ευθείας διάδοχος του Μάρκου. Πολλοί έβλεπαν την Αλεξάνδρεια σαν την υψηλότερη εκκλησιαστική αρχή, το προπύργιο της χριστιανικής πίστεως [59].

Γενικώς στην Αλεξάνδρεια από την εμφάνιση του χριστιανισμού και μετά υπήρχε ανέκαθεν ισχυρό ανθελληνικό κλίμα. Tο 380 έχουμε άγριες εξορμήσεις κατά των εθνικών. Πάλι το 385-386 με τον Κυνήγιο και τον Θεόφιλο, όπου με τις μανιασμένες ορδές φανατικών παππάδων κατέστρεψαν ελληνικούς ναούς και αγάλματα. Το 415 η Υπατία διαμελίστηκε στην κυριολεξία από τον Κύριλλο και τα φανατισμένα στίφη ιερέων που όπως πολύ σωστά αναφέρει η Αθανασιάδη «η μοίρα της Υπατίας απέτρεψε τους νέους από το να σπουδάζουν φιλοσοφία» [60]. Στα τέλη του πέμπτου αιώνος, λίγες μόνο δεκαετίες πριν το κλείσιμο της Ακαδημίας των Αθηνών, ο παγανιστής φιλόσοφος Ωραπόλλων εξαναγκάστηκε να παραιτηθεί και να φύγει από την πόλη λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων [61]. Ο φιλόσοφος Ηραϊσκος καταδιώχτηκε σε θάνατο από το Νικομήδη [62]. Ακόμα και ναούς εθνικών Αιγυπτίων κατέστρεψαν για να σταματήσουν τη λατρεία της Ίσιδος στη Μέμφιδα (Menouthis) [63].

Κάτω από αυτές τις συνθήκες οι εναπομείναντες Έλληνες είχαν δύο επιλογές. Ή να αλλαξοπιστήσουν (ή να κάνουνε πως αλλαξοπιστήσαν) σε χριστιανούς ή να φύγουνε. Η πρώτη λύση ήτανε και η ευκολότερη αν σκεφτούμε ότι από εδώ και πέρα οι κλασσικές επιστήμες θα προσεγγίζονταν μόνο κάτω από το χριστιανικό τρόπο σκέψης [64].

Κάτι τέτοιο έκανε και ο Ολυμπιόδωρος προκειμένου να σώσει τη θέση του και τη ζωή του· αναγκάστηκε να συμβιβαστεί με τη χριστιανική διδασκαλία σε αρκετές θέσεις [65]. Και όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Tarrant (μιλώντας για τον Ολυμπιόδωρο), «εν τέλει πρέπει να τον σκεφτούμε ως πολύ δεκτικό στις χριστιανικές θέσεις. Ο Westerink αναφέρεται στην αρκετά ευέλικτη προσαρμοστικότητα του δόγματός του…. Ο Ολυμπιόδωρος είχε λίγη από τη μεγαλειότητα του Σωκράτη, αλλά τουλάχιστον ήξερε σαν το Σωκράτη πως να αποφεύγει τις τεχνικές λεπτομέρειες της ιδεολογίας του» [66].

Κάτι παρόμοιο ως προς το αποτέλεσμα υποστηρίζει και ο Wildberg λέγοντας ότι ο Ολυμπιόδωρος, εν αντιθέσει με το σύγχρονό του Συμπλίκιο, δεν ήταν το ίδιο Έλληνας. Ήλπιζε για κάποιου είδους συνύπαρξης. Μια ματιά στα σχόλιά του στον Φαίδων, Αλκιβιάδης Α και Γοργίας μας δείχνουνε τον ανούσιο (σ.σ. toothless στο πρωτότυπο) πλατωνισμό του. Ένας σύγχρονος ερευνητής λέει για τα απογοητευτικά του σχόλια «βρίθει από αναπολήσεις και ανέκδοτα για τον Αμμώνιο, ενώ η πραγματική τους ουσία είναι πολύ φτωχή» [67].

Φυσικά, όπως είπα και δύο παραγράφους πιο πάνω, αυτό δεν είναι σφάλμα του Ολυμπιοδώρου, ο άνθρωπος προσπαθούσε να σώσει τη ζωή του από τους διωγμούς που εξαπέλυσαν οι χριστιανοί, έπρεπε να είναι προσεχτικός με αυτά που έλεγε και αυτά που έγραφε διαφορετικώς οι χριστιανικές αρχές θα του επέβαλαν κυρώσεις [68].

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΠΕΜΠΤΟ (και τελευταίο) ΜΕΡΟΣ

Συγγραφέας : Παναγιώτης Κωνσταντινίδης (ιστοσελίδα “Τόλμα να γνωρίσεις“)

https://tolmanagnoriseis.wordpress.com/2007/09/29/platosacademy/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου