Κυριακή 11 Απριλίου 2010

ΠΤΗΣΙΣ ΥΠΕΡΑΝΩ ΘΑΛΑΣΣΗΣ

Ιλιάδα ραψ. Ν΄ Στιχ. 25

…ατίκα δ ξ ρεος κατεβήσετο παιπαλόεντος κραιπν ποσπροβιβάς· τρέμε δορεα μακρ κα λη ποσσν π᾽ἀθανάτοισι Ποσειδάωνος όντος. τρς μν ρέξατ ών, τ δ τέτρατον κετο τέκμωρ Αγάς, νθα δέ ο κλυτ δώματα βένθεσι λίμνης

χρύσεα μαρμαίροντα τετεύχαται φθιτα αεί. νθ λθν π χεσφι τιτύσκετο χαλκόποδ ππω κυπέτα χρυσέσιν θείρσιν κομόωντε, χρυσν δ ατς δυνε περ χροΐ, γέντο δ μάσθλην χρυσείην ετυκτον, ο δ πεβήσετο δίφρο υ,

β δ λάαν π κύματ· ταλλε δ κήτε π ατο πάντοθεν κ κευθμν, οδ γνοίησεν νακτα· γηθοσύν δ θάλασσα διίστατο· το δ πέτοντο ίμφα μάλ, οδ πένερθε διαίνετο χάλκεος ξων· τν δ ς χαιν νας ΰσκαρθμοι φέρον πποι.

Νεοελληνική απόδοσις

Απ’ τ’ άγριον όρος με γοργά πατήματα εκατέβη, και κάτω απ’ τα αθάνατα πόδια του Ποσειδώνος όλα τα όρη απέραντα και όλα τα δάση ετρέμαν. Έκαμε τρία διάσκελα, στο τέταρτο είχε φθάσει εις τες Αιγές, που ολόλαμπρα, στα βάθη εκεί του κόλπου, άφθαρτα δώματα χρυσά του ευρίσκονται κτισμένα. Κι έζεψε εκεί στην άμαξαν τα ορμητικά πουλάρια χαλκόποδα, χρυσότριχα, και αυτός χρυσάφι εζώσθη, έπιασε μάστιγα χρυσήν, ανέβηκε στον θρόνον, και οδήγησε στην θάλασσαν τους ίππους. Και αποκάτω άμα τον βασιλέα τους ενόησαν, σκιρτούσαν τα κήτη απ’ όλους τους βυθούς, και από χαράν εμπρός του η θάλασσα εχωρίζετο και τ’ άλογα επετούσαν ψηλά, χωρίς να νοτισθεί το χάλκινον αξόνι. Και ως αστραπή τον έφεραν στων Αχαιών τα πλοία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Αρχειοθήκη ιστολογίου