Η αλήθεια όμως, κυριολεκτικώς δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η άρνηση στην λήθη.
Άλφα στερητικό + λήθη = αλήθεια. Αλήθεια με απλά λόγια είναι η Ιστορική γνώση. Η γνώση των γεγονότων του παρελθόντος. Αλήθεια είναι η γνώση της πραγματικής Ιστορίας. Αλήθεια είναι η Ιστορική μνήμη που δεν έχει προσβληθεί από την λήθη. Λήθη, που είναι αποτέλεσμα, κάποτε επιβαλλόμενης αμάθειας και αργότερα ηθελημένης λόγω απαιδείας αμορφωσιάς αλλά και αδιαφορίας.
Όπου υπάρχει όμως λήθη, εκεί υπάρχει πραγματική συμφορά. Διότι, όταν υπάρχει ένας λαός μέσα στην λήθη, εκεί κατασκευάζονται οι «αλήθειες», από τους νικητές… που αργότερα καθιερώνονται ως θέσφατα και γίνονται και δόγματα. Και είναι γνωστό τι σημαίνει (οποιουδήποτε είδους) δόγμα…
Οι αλήθειες είναι δύο ειδών. Είναι η συμβατική αλήθεια, η επίσημη. Αυτή που καθιερώθηκε κατόπιν συμβάσεως, δηλαδή συμφωνίας. Και η άλλη, η μη συμβατική. Η κρυμμένη… αυτή που δεν συμφέρει… και βεβαίως δεν διδάσκεται.
Ο καθένας είναι ελεύθερος να ερευνήσει και να κρίνει μόνος του ποια από τις δύο είναι η πραγματική.
Μην πιστεύετε αβασάνιστα ότι διαβάζετε, ούτε εδώ. Εδώ δίδονται πληροφορίες αλλά προπαντός ερεθίσματα για έρευνα. «Πίστη δεν είναι αυτό που σου είπε κάποιος άλλος να πιστεύεις, αλλά αυτό που ΜΟΝΟΣ ΣΟΥ ανακάλυψες ότι είναι η κρυμμένη αλήθεια» και «διάβαζε όχι για ν' αντιλέγεις, να αμφισβητείς, ν' αναιρείς, να διαψεύδεις και ανασκευάζεις, όχι για να πιστεύεις, και να τα παίρνεις όλα για αλήθεια, άλλα για να κρίνεις και να εκτιμάς σωστά την κατάσταση και να σκέφτεσαι σαν λογικός άνθρωπος». Αυτό φυσικά δεν ισχύει, μόνο για το θέμα της παρούσης αναρτήσεως, αλλά για τα πάντα.
Συνήθως αναφέρεται ως ο πατέρας της εκκλησιαστικής ιστορίας λόγω του έργου του, της καταγραφής της ιστορίας στις απαρχές της Χριστιανικής εκκλησίας, που είναι γνωστό ως Εκκλησιαστική Ιστορία. Βικιπαίδεια
Αποτυχημένος θεολόγος, διέπρεψε ως τυχοδιώκτης ιερωμένος, διπλωμάτης, δουλοπρεπής αλλά και ευφραδέστατος παραμυθάς, που πολλαπλασίασε τα θύματα των διωγμών, με ανατριχιαστικές ιστορίες για τους κακούς ειδωλολάτρες και τους καλούς και ενάρετους χριστιανούς.
Πρώτος αυτός διόρθωσε τα Ευαγγέλια και στη συνέχεια έκαψε τα πρωτότυπα για να μην φαίνεται η παραχάραξη. Ο ίδιος έλεγε: «Όπως και αν έχουν τα γεγονότα, μόνο τα Ευαγγέλια λένε την αλήθεια» (Κ. Σιμόπουλος «Ο μύθος των μεγάλων της ιστορίας»).
Ομολογεί κυνικότατα ότι μέσα στην ιστορία του «.....έγραψε ό,τι ωφελούσε την Εκκλησία και παρέλειπε ό,τι την ζημίωνε». Συνέγραψε φανταστικές βιογραφίες ανύπαρκτων αγίων, αλλά και πλήρωνε αδρά όσους του έγραφαν ωραίες ιστορίες για βίους αγίων. Ήταν ένας αργυρώνητος και ελεεινός κόλακας του αιμοσταγούς αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, έγραψε την «Εκκλησιαστική Ιστορία», που είναι το πιο ανιστόρητο και ψευδολόγο έργο που έχει γραφεί ποτέ. Είναι μια μυθοπλασία με φανταστικούς ήρωες. Στη βιογραφία τού Κωνσταντίνου δεν αναφέρει τίποτα για το γνωστό όραμα του «εν τούτω νίκα», αν και στην «Εκκλησιαστική Ιστορία» το αναφέρει πάνω από 100 φορές.
Οι προσωπικές του απόψεις, και οι καταφανείς ψευδολογίες, παρουσιάζονται άλλοτε σαν ιστορικά γεγονότα, δήθεν τεκμηριωμένα, και άλλοτε σαν θέλημα του θεού. Όλο το έργο του είναι ένα ασύστολο ψέμα.
Όλες οι ψευδολογίες και ιστορικές αυθαιρεσίες που περιέχονται στο έργο του, το καθιστούν τελείως ανάξιο να χρησιμοποιηθεί σαν ιστορική πηγή, γιατί είναι μια προκλητική διαστροφή της ιστορίας. Οι διάφορες ιστορικές πηγές υπολογίζουν ότι ο αριθμός των μαρτύρων των τριών πρώτον αιώνων δεν ξεπερνά τις τρεις χιλιάδες άτομα, και δεν είναι λιγότεροι από χίλιους πεντακοσίους, ενώ ο Ευσέβιος τους έκανε δεκάδες χιλιάδες, και είναι αυτός που βάφτισε και το Χριστό γιο Θεού.
Ο Ευσέβιος εκδήλωνε προκλητικά την αποστροφή του για την ελληνική σκέψη και ταύτιζε τον Ελληνισμό με το διάβολο, τον Έλληνα με τον ειδωλολάτρη δαίμονα που αγαπάει το κακό και μισεί το καλό.
Και τον παρουσίαζε σαν ένα λυσσασμένο σκυλί που επιτίθεται με ζωώδη μανία στους δυστυχισμένους και κακόμοιρους χριστιανούς, και καλούσε όλα τα άγρια ζώα και ανθρωπόμορφα τέρατα εναντίον τους. Χαίρεται γιατί εξαφανίστηκε το άθεο γένος των Ελλήνων από το πρόσωπο της γης, τα άγρια θηρία, τα φρικτά και αρπακτικά κτήνη οι Έλληνες (Ευσέβιος «Εκκλησιαστική Ιστορία»).
3 σχόλια:
(Ήταν ένας κόλακας του αιμοσταγούς αυτοκράτορα Κωνσταντίνου)
Ευσέβιος Καισαρείας, Eκκλησιαστική Iστορία, IV, 26. 7, 163, μετάφραση Μ. Δετοράκη.
«H δική μας σοφία (=χριστιανισμός) ευδοκίμησε αρχικά μέσα σε βαρβαρικά φύλα και φτάνοντας σε σημείο ακμής μέσα στα δικά σου έθνη, κατά την εποχή της μεγάλης βασιλείας του Aυγούστου του προγόνου σου (απευθύνεται στο Mεγάλο Kωνσταντίνο), αποτέλεσε για τη δική σου βασιλεία το πολυτιμότερο αγαθό. Διότι από τότε το κράτος των Pωμαίων έγινε μεγάλο και λαμπρό, στο θρόνο του οποίου εσύ έγινες και θα είσαι άξιος διάδοχος».
________________
Ο Ιώσηπος Φλάβιος (Josephus Flavius (37-100), στα βιβλία του «Πόλεμος των Ιουδαίων» και «Ιουδαϊκές Αρχαιότητες» περιγράφει με λεπτομέρειες διάφορα περιστατικά από την απώτερη και πρόσφατη ιστορία του λαού του, αναφέρεται σε διάφορες εβραϊκές αιρέσεις κτλ., δεν κάνει όμως καμιά αναφορά σε χριστιανούς.
Σε κάποιο σημείο των «Ιουδαϊκών Αρχαιοτήτων» αναφέρεται όμως απρόσμενα και μάλλον επαινετικά στη δραστηριότητα και τα θαύματα του Ιησού, τον οποίο αποκαλεί «μεσσία». Ο Ιησούς αναφέρεται σε μία μόνο παράγραφο ως εξής (Flavium Testamentum):
Περίπου εκείνη την εποχή ζούσε ο Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος, αν κάποιος μπορεί να τον πει άνθρωπο, καθώς είχε πετύχει θαυμαστά κατορθώματα και ήταν ο δάσκαλος πολλών ανθρώπων που διψούσαν για καινοτομίες. Πήρε με το μέρος του πολλούς από τους Εβραίους, αλλά και πολλούς από τους Έλληνες. Ήταν ο Μεσσίας. Όταν ο Πιλάτος τον καταδίκασε στον σταυρό, μετά από κατηγορία των αρχών μας (των Ιουδαίων), αυτοί που τον αγάπησαν από την αρχή δεν σταμάτησαν να είναι προσκολλημένοι σ’ αυτόν. Την τρίτη ημέρα εμφανίσθηκε σ’ αυτούς επανερχόμενος στη ζωή, καθώς οι ιερές προφητείες είχαν προείπει γι’ αυτό και για μυριάδες άλλα θαυμαστά πράγματα που αφορούσαν αυτόν. Και η φυλή (ομάδα) των χριστιανών, όπως ονομάσθηκαν μετά απ’ αυτόν, δεν έχει εξαφανισθεί μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, η παραπάνω παράγραφος θεωρείται ως μεταγενέστερη προσθήκη που έγινε κατά την αντιγραφή του έργου του, επειδή:
Η παραπάνω παράγραφος είναι άγνωστη (δεν αναφέρεται) από κανέναν χριστιανό απολογητή του 2ου αιώνα (Τερτυλλιανός, Ωριγένης, Ιουστίνος), ενώ αναφέρεται για πρώτη φορά από τον χριστιανό απολογητή, πατέρα της εκκλησιαστικής ιστορίας, Ευσέβιο Καισαρείας τον 3ο αιώνα μ.α.χ.χ.
Έτσι, η «παρεμβολή» αυτής της παραγράφου τοποθετείται μεταξύ 2ου – 3ου αιώνα.
Γα την ακρίβεια πιστεύεται ότι την έκανε ο Ευσέβιος.
Η ανάλυση σου καλέ μου φίλε είναι σοφότατη. Αν σκεφτούμε ότι οι πρόγονοι μας λάτρεψαν την αλήθεια και ζώντας δια μέσου της έφτασαν στο ύψιστο σημείο τού πολιτισμού τους τότε εξηγείτε η σημερινή μας κατάσταση. Ο χριστιανισμός, καθαρό γέννημα τού εβραϊσμού συνέχισεν την παράδοση του και επιβλήθηκε μέσα από ένα κράμα ψευτιάς, μυθοπλασίας και μαγγανείας πού πήγαζε από φθονερά μυαλά πού μίσησαν το ελληνικό πνεύμα. Τώρα γιατί; εκεί ευρίσκεται το μεγάλο μυστικό.
Ανδρειανή
Ο Ευσέβιος Καισαρείας ο Παμφίλου (205-340 μ.Χ.) συμπληρώνει ως εξής την γνωστή φράση του Ιησού από το κατά Ιωάννη σχετικά με τους έλληνες ότι «ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου»: «, μόνη γάρ η Ελλάς αψευδώς ανθρωπογονεί, φυτόν ουράνιον, καί βλάστημα θείον ηκριβωμένον, λογισμόν αποτίτκτον και οικειούμενον επιστήμη.», Ευσέβιος Καισαρείας, Ευαγγελική προπαρασκευή (Praeparatio evangelica), βιβλ. 8, κεφ. 14, παρ. 66, γραμμή 7 (έκδ. Παρισίων 1599, σ. 235, Εθνική Βιβλιοθήκη Αθηνών, θεολ. 4391).
Δημοσίευση σχολίου