Μουσική: Αντώνης Ρεπάνης. Στίχοι: Μιχάλης Τουτουντζής. Ερμηνεία: Λευτέρης Μυτιληναίος.
Κυκλοφόρησε το 1969 σε δίσκο 45 στροφών μαζί με το τραγούδι “Ποια Είσαι Συ;”
Οπτικοακουστικό: Thomaida Kotsali
Μουσική: Αντώνης Ρεπάνης. Στίχοι: Μιχάλης Τουτουντζής. Ερμηνεία: Λευτέρης Μυτιληναίος.
Κυκλοφόρησε το 1969 σε δίσκο 45 στροφών μαζί με το τραγούδι “Ποια Είσαι Συ;”
Οπτικοακουστικό: Thomaida Kotsali
Διάλογος ανάμεσα στους Αχιλλέα και Θερσίτη, σχέδιο από εικονογράφηση του θεατρικού έργου του Ουίλιαμ Σαίξπηρ «Τρωίλος και Χρυσηίδα».
Ο Θερσίτης είναι ένας ομηρικός αντιήρωας. Κακομούτσουνος, καμπούρης, πολυλογάς και αθυρόστομος. Ένας γελωτοποιός σε έναν κόσμο ηρωικό, όπου το γελοίο αντιμετωπιζόταν ως θανάσιμο αμάρτημα. Ο Όμηρος λέει πως δεν τον ένοιαζε τι θα πει, αρκεί να προκαλούσε τα γέλια της ομήγυρης. Το μεγαλείο της ομηρικής ποίησης και του ελληνικού πολιτισμού, εκτός των άλλων, έγκειται στο ότι βρήκε μια θέση στο ανθρώπινο σύμπαν και για τους Θερσίτες, έστω κι αν τους εμφανίζει ως αρνητικούς πρωταγωνιστές. Στο Β της Ιλιάδας ο Όμηρος αφηγείται ένα περιστατικό με πρωταγωνιστή έναν αμφιλεγόμενο χαρακτήρα, που εμφανίζεται σε λίγους στίχους και μετά εξαφανίζεται εντελώς.
Η σκηνή διαδραματίζεται στη συνέλευση των Αχαιών. Μετά από εννιά χρόνια πολιορκίας η Τροία αντέχει ακόμη και δεν παραδίδεται. Ο αρχιστράτηγος Αγαμέμνων θέλει να διαπιστώσει αν έχουν κουράγιο οι Αχαιοί να συνεχίσουν τον πόλεμο ή έχουν κουραστεί και θέλουν να γυρίσουν στις πατρίδες τους. Τους συγκεντρώνει και με τα παρακάτω λόγια τους ανακοινώνει ότι δεν έχει νόημα να συνεχιστεί ο πόλεμος. Απέτυχαν να κυριεύσουν την Τροία και είναι καιρός να μπουν στα πλοία και να γυρίσουν στην Ελλάδα.
«Ήρωες φίλοι Δαναοί, στρατιώτες του πολέμου,
Η αντίδραση των Αχαιών στα παραπλανητικά αυτά λόγια, ήταν μια μεγάλη έκπληξη και απογοήτευση για τον Αγαμέμνονα. «Σείστηκε η συνέλευση σαν της θάλασσας τα πελώρια κύματα και οι Αχαιοί με αλαλαγμούς που έφταναν ως τον ουρανό όρμησαν στα καράβια, να φύγουν για την πατρίδα».
Η Ήρα από τον Όλυμπο ανησυχεί για τις εξελίξεις και στέλνει την Αθηνά να παρακινήσει τον Οδυσσέα να προλάβει τη φυγή των Αχαιών. Ο Οδυσσέας υποπτεύεται το τέχνασμα του Αγαμέμνονα, παίρνει το σκήπτρο, που κρατά όποιος θέλει να μιλήσει επίσημα στη συνέλευση, και τρέχει να συγκρατήσει τους ξέφρενους από ενθουσιασμό Αχαιούς. Όσους βασιλιάδες και ήρωες συναντά στο δρόμο, τους λέει ότι ο Αγαμέμνων απλώς τους δοκιμάζει και τους συμβουλεύει να γυρίσουν πίσω.
Όταν όμως συναντούσε κανένα πολεμιστή από το πλήθος, που ούρλιαζε από τη χαρά του, τον κτυπούσε με το σκήπτρο και τον φοβέριζε: Κάτσε, παλαβιάρη, φρόνιμα και άκου τους ανωτέρους σου. Εσύ δε λογαριάζεσαι ούτε για πόλεμο ούτε για συνέλευση. Ένας είναι ο αρχηγός, ο βασιλιάς, που έχει το θεϊκό δικαίωμα να κυβερνά τους άλλους.
«Σιγά, χαμένε, υπάκουσε εις τους καλύτερούς σου.
Με την παρέμβαση του Οδυσσέα το πλήθος ξαναγύρισε στη συνέλευση και περίμενε τα νεότερα. Μόνο ένας δεν συμμορφώθηκε με τις υποδείξεις του Οδυσσέα και συνέχισε να ωρύεται και να δημιουργεί φασαρία. Ο αμετροεπής Θερσίτης, που φύλαγε μέσα στο μυαλό του λόγια πολλά και πρόστυχα και συνήθιζε να λογοφέρνει ανόητα και χυδαία με τους βασιλιάδες με λόγια που έφερναν το γέλιο στους Αχαιούς. Τώρα λοιπόν με δυνατή φωνή, για να τον ακούσουν όλοι, έκανε επίθεση στον Αγαμέμνονα:
– Γιε του Ατρέα, πάλι κακιωμένος είσαι; Τι σου λείπει πια; Γεμάτες χαλκό είναι οι σκηνές σου και μέσα σ’ αυτές σε περιμένουν πολλές πανέμορφες γυναίκες, που εμείς οι Αχαιοί σε σένα πρώτο-πρώτο παραδίνουμε, όποτε κυριεύουμε μια πόλη. Έχεις ανάγκη κι από άλλο χρυσάφι, που κάποιος από τους Τρώες θα σου φέρει ως λύτρα για το γιο του, που θα τον έχω αιχμαλωτίσει εγώ ή κάποιος άλλος Αχαιός; Ή μήπως θέλεις κανένα δροσερό κορίτσι, για να σμίγεις γλυκά μαζί του και να το’ χεις χωριστά από τους άλλους μόνο για τον εαυτό σου; Δεν ταιριάζει σε σένα που είσαι άρχοντας να τυραννάς τους Αχαιούς.
Κατόπιν στρέφεται στους Αχαιούς κι αρχίζει να τους βρίζει. Κακομοίρηδες Αχαιοί, τρομάρα σας, γυναίκες κι όχι άνδρες είσαστε! Πάμε να γυρίσουμε στην πατρίδα με τα πλοία μας και να αφήσουμε τούτον εδώ στην Τροία να χαίρεται τα τιμητικά του δώρα. Έτσι για να καταλάβει, αν τον βοηθήσαμε ή δεν τον βοηθήσαμε σε τίποτα. Που ξευτέλισε τον Αχιλλέα, άνδρα πολύ καλύτερο από την πάρτη του, αρπάζοντάς του το τιμητικό του δώρο με το έτσι θέλω.
«Κιοτήδες, τιποτένιοι, Αργίτισσες, τι Αργίτες πια δεν είστε!
Ο Οδυσσέας, όταν ακούει τα λόγια του Θερσίτη, θυμώνει, πάει προς το μέρος του, του ρίχνει ένα απειλητικό βλέμμα και του λέει άγρια: «Θερσίτη φαφλατά, βούλωσέ το. Μόνο εσύ τα βάζεις με τους βασιλιάδες. Είσαι ο πιο τιποτένιος άνδρας από όλους τους Ατρείδες που ήρθανε στην Τροία. Και μη λερώνεις το στόμα σου κατηγορώντας τους βασιλιάδες ούτε να παραμονεύεις πότε θα γυρίσεις στην πατρίδα. Κάθεσαι τώρα και κακολογείς τον αρχιστράτηγο Αγαμέμνονα, γιατί οι γενναίοι πολεμιστές του δίνουν πολλά δώρα. Λοιπόν, βάλτο καλά στο μυαλό σου. Αν σε πετύχω να λες πάλι τέτοιες αηδίες, να μη με λένε Οδυσσέα, αν δε σου βγάλω όλα τα ρουχαλάκια σου ένα-ένα, ακόμα κι όσα κρύβουν τα αχαμνά σου, και δε σε ξαποστείλω στα καράβια κλαμένο και δαρμένο αλύπητα».
Μετά από αυτές τις απειλές ο Οδυσσέας σηκώνει το σκήπτρο και ρίχνει στο Θερσίτη μερικές δυνατές στην πλάτη και στους ώμους. Ο Θερσίτης κουβαριάζεται, πέφτει κάτω και όλοι βλέπουν τις μελανιές στην πλάτη του από τα χτυπήματα. Βάζει τα κλάματα από τον πόνο, κοιτάζει γύρω του τρομαγμένος και πονεμένος σαν χαμένος και εξαφανίζεται από τη σκηνή αξιολύπητος.
Οι άλλοι Αχαιοί μπροστά στο θέαμα της τιμωρίας και της ταπείνωσης του συμπολεμιστή τους πικράθηκαν, δεν τους άρεσε αυτή η μεταχείριση. Ο Θερσίτης είναι ένας από αυτούς και μάλιστα έχει το θάρρος-θράσος να επιτίθεται στους ανώτερους. Ίσως δεν του αξίζει ένας τέτοιος εξευτελισμός. Αλλά η αριστοκρατική αντίληψη, που διαπνέει ολόκληρη την Ιλιάδα, δεν τους επέτρεψε να πάρουν το μέρος του άτυχου Θερσίτη. Αντίθετα, ξέσπασαν σε γέλια για το πάθημα του Θερσίτη και το ξυλοφόρτωμά του από τον Οδυσσέα και έλεγαν μεταξύ τους: «Πω πω, αυτός ο Οδυσσέας! Πάλι έκανε σπουδαία δουλειά, που βούλωσε το στόμα αυτού του αθυρόστομου συκοφάντη. Δεν θα τολμήσει πια ο θρασύς να προσβάλει ξανά με πρόστυχα λόγια τους βασιλιάδες».
«Ω έργα πόσα εξαίσια κατόρθωσε ο Οδυσσέας,
Ο Θερσίτης είναι από μόνος του μια προσβολή σε μια κοινωνία με συγκεκριμένη ιεραρχία, όπου τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο έχει ο γιος του Ατρέα, ο ήρωας και μεγαλοκράτορας Αγαμέμνων. Αμέσως μετά από αυτόν ακολουθούν ιεραρχικά οι άλλοι βασιλείς και οι ήρωες του Τρωικού Πολέμου. Στις συνελεύσεις έχουν το δικαίωμα να μιλήσουν όλοι αυτοί και να διαφωνήσουν, αν χρειαστεί. Καμιά φορά χολιάζουν κιόλας, όπως συνέβη με τον Αχιλλέα, όταν ο Αγαμέμνων του πήρε τη Χρυσηίδα. Οι άλλοι Αχαιοί, το πλήθος των ανώνυμων πολεμιστών, παρακολουθεί τις συνελεύσεις βουβό. Το πολύ-πολύ να επευφημήσει τους άρχοντες μετά από κάποια ομιλία τους. Επομένως ο Θερσίτης και λίγες έφαγε με αυτό που έκανε. Σε μια άλλη κοινωνία, την αιγυπτιακή π.χ. ή την περσική, μάλλον θα τον έγδερναν ζωντανό ή θα τον έψηναν σε κανένα φούρνο.
Τα Κύκλια Έπη αναφέρουν ότι ο Θερσίτης σκοτώθηκε από τον Αχιλλέα προς το τέλος του Τρωικού Πολέμου. Μετά την κηδεία του Έκτορα ήλθε στην Τροία η Πενθεσίλεια, βασίλισσα των Αμαζόνων, που πολεμούσε με το μέρος των Τρώων φορώντας πολεμική μάσκα. Στην αρχή η Πενθεσίλεια πολέμησε με επιτυχία, αλλά στο τέλος νικήθηκε από τον Αχιλλέα, που τη σκότωσε βυθίζοντας το ξίφος του στο στήθος της. Κατόπιν πήγε κοντά της και της έβγαλε τη μάσκα. Η ομορφιά της Πενθεσίλειας τον γέμισε μελαγχολία και γέννησε έναν κεραυνοβόλο έρωτα στον Αχιλλέα για τη γυναίκα που σε λίγο θα πέθαινε στα χέρια του. Ο Θερσίτης όμως, όταν είδε τον Αχιλλέα σε στιγμή συναισθηματικής αδυναμίας, άρχισε να τον χλευάζει για τον απρόσμενο έρωτά του. Ο μεγάλος αρχηγός με μια Αμαζόνα; Λέγεται μάλιστα ότι έμπηξε και το κοντάρι του μέσα στο μάτι της Πενθεσίλειας. Τότε ο Αχιλλέας, έξαλλος από θυμό, σηκώθηκε και τον σκότωσε με γροθιές «εν βρασμώ ψυχής». Για να εξαγνισθεί από το μίασμα του φόνου, ο Αχιλλέας αναγκάσθηκε μετά να ταξιδέψει στη Λέσβο, όπου θυσίασε στον Απόλλωνα, στην Αρτέμη και στη Λητώ. Αναφορά στο περιστατικό αυτό έχουμε επίσης στις “Ηρωίδες”» του Οβίδιου και την “Αινειάδα” του Βιργιλίου.
Ο Θερσίτης είναι ο μοναδικός αρνητικός ήρωας της Ιλιάδας. Το όνομά του μάλλον προκύπτει από τη λέξη «θέρσος», αιολική μορφή της λέξης «Θάρρος/θάρσος», που σημαίνει και αναίδεια και γενναιότητα + ἰταμεύομαι (προκαλώ, γίνομαι θρασύς, αυθαδιάζω), και δηλώνει αυτόν που έχει το θάρρος να προκαλεί, τον «θρασύ». Και στον Όμηρο και στα «Κύκλια Έπη» παρουσιάζεται με τα μελανότερα χρώματα. Ήταν ο πιο άσχημος άνδρας που είχε έρθει στο Ίλιο, αλλήθωρος και κουτσός, με ώμους γερτούς μπασμένους στο στήθος του, με κεφάλι που μάκραινε προς τα πάνω και με λίγο μαδημένο χνούδι στην κορφή του. Ο Αχιλλέας κι ο Οδυσσέας δεν τον χώνευαν καθόλου, γιατί ήταν δειλός, ζητιάνος, αυθάδης και κακομούτσουνος. Λέγεται μάλιστα ότι, όταν πήρε μέρος στο κυνήγι του Καλυδώνιου Κάπρου, με το που είδε το θηρίο το έβαλε στα πόδια.
(απόσπασμα) Ολόκληρο το άρθρο: https://argolikivivliothiki.gr/2014/09/01/thersites/
Εδώ είναι συγκεντρωμένα τα δικά μου άρθρα. ΚΛΙΚ ΣΤΟΝ ΣΥΝΔΕΣΜΟ: ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΝΝΕΑ ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ
«Ουτ’ άρα φύσει ούτε παρά φύσιν εγγίνονται αι αρεταί, αλλά πεφυκόσι μεν ημίν δέξασβαι αυτάς, τελειουμένοις δε δια του εθους».
[Oι αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως - ούτε όμως και είναι αντίθετη προς τη φύση μας η γένεσή τους μέσα μας, η φύση μας έκανε επιδεκτικούς στις αρετές, τέλειοι όμως σ' αυτές γινόμαστε με τη διαδικασία του έθους (1103a 25).]
Αριστοτέλης «Ηθικά Νικομάχεια»
Κάποιοι φίλοι του Σωκράτη γνώρισαν ένα διάσημο φυσιογνωμιστή. Του έδειξαν από μακριά τον Σωκράτη και του ζήτησαν να περιγράψει το χαρακτήρα του. Εκείνος, αφού τον κοίταξε καλά, απάντησε, ότι είναι ευέξαπτος και ανίκανος για αυτοέλεγχο, φιλήδονος, ψεύτης κ.λπ.. Κατάπληξη και γέλια των φίλων, που τα μετέφεραν όλα στον Σωκράτη. Έτσι ακριβώς ήμουν, τους απαντά· έκτοτε άλλαξα τον εαυτό μου, τα ελαττώματα όμως αυτά παρέμειναν χαραγμένα στο πρόσωπο μου.
(Κικέρων, Τusculanes, IV, 37).
Πεθαίνετε, διότι εσκοτώσατε το Πνεύμα.
Ενόσω δεν αναστηθή και αναστηλωθή το Πνεύμα,
αδύνατον να αρχίση η υπάρχουσα Ζωντανή Ελλάς.
Περικλής Γιαννόπουλος
(1870-1910)
«Η αμάθεια γεννά πρώτον την οίησιν και την θρασύτητα, μετά ταύτα την αναισχυντίαν, όλα δε ταύτα αποκορυφούνται εις την ακόλαστον ελευθερίαν, η οποία πρώτον εκδηλώνεται με απείθειαν εις τους άρχοντας, έπειτα με ασέβειαν προς τους γονείς και τους πρεσβυτέρους, δια να καταλήξη εις την ασύστολον παράβασιν των νόμων και τέλος εις την εσχάτην αδιαφορίαν και περιφρόνησιν προς τους όρκους, τα συνθήκας και προς αυτούς ακόμη τους θεούς»
Πλάτων στην «Πολιτεία» βιβλίο Η, 562-569
(Απόδοσις Ι. Πασσά)
«Απόγονοι των θεών και παιδιά των θεών» ονομάζονται οι Έλληνες. (Πλάτωνας Τίμαιος 40β)
«Γεννήματα και θρέμματα θεών γεμάτοι αρετές» χαρακτηρίζονται οι Έλληνες. (Πλάτωνας Τίμαιος 24 d).
«Είναι φυτά τ' ουρανού οι Έλληνες, και όχι της γης, γιατί στον ουρανό Βρίσκονται οι ρίζες τους. Τους ανέθρεψε η Αθηνά.» (Πλάτωνας Τίμαιος 23 d - e).
«Θεοί και άνθρωποι έχουν την ίδια καταγωγή». (Ησίοδος: Έργα και Ημέρες και Πίνδαρος Ωδή Νεμεονίκου).
ΤΟ ΜΑΚΑΡΙΟΝ ΚΑΙ ΑΦΘΑΡΤΟΝ ΟΥΤΕ ΑΥΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΧΕΙ ΟΥΤΕ ΑΛΛΩ ΠΑΡΕΧΕΙ, ΩΣΤΕ ΟΥΤΕ ΟΡΓΑΙΣ ΟΥΤΕ ΧΑΡΙΣΙ ΣΥΝΕΧΕΤΑΙ,ΕΝ ΑΣΘΕΝΕΙ ΓΑΡ ΠΑΝ ΤΟ ΤΟΙΟΥΤΟΝ.
Το μακάριο και άφθαρτο ον ούτε το ίδιο γνωρίζει ενοχλήσεις ούτε σε άλλους προξενεί ενοχλήσεις. Ώστε δεν επηρεάζεται ούτε από θυμούς ούτε από ευχαριστίες. Γιατί όλα αυτά είναι γνωρίσματα ενός αδύναμου όντος.
_____________
«Αποκλείεται ως πρώτη αρχή των όντων πάσα γνωστή ουσία, διότι εφ όσον θα ήταν γνωστή, αυτομάτως παύει να είναι Άπειρος»
ΑΝΑΞΙΜΑΝΔΡΟΣ
Το Άπειρο κατά τον Αναξίμανδρο, το οποίο είναι ποιοτικώς ακαθόριστο και ποσοτικώς απεριόριστο είναι αδύνατον να κατανοηθεί από την ανθρώπινη νοημοσύνη και τις ανθρώπινες αισθήσεις, οι οποίες έχουν περιορισμένες δυνατότητες με αρχή και τέλος.
Για κείνους που πέθαναν στις Θερμοπύλες, ένδοξη η τύχη, ωραίος ο θάνατος, βωμός ο τάφος, μνήμη παντοτινή αντί για θρήνος, κι η μοίρα τους αντικείμενο εγκωμίων. Σάβανο σαν κι αυτό μήτε η σαπίλα μήτε ο χρόνος ο πανδαμάτορας θα αμαυρώσει των γενναίων ανδρών. Και το μνήμα την καλή φήμη της Ελλάδας διάλεξε για ένοικό του. Μάρτυρας είναι ο Λεωνίδας, ο βασιλιάς της Σπάρτης, που μέγα στολίδι άφησε πίσω του την αρετή και δόξα αιώνια.
Σιμωνίδης, λυρικός ποιητής
Οι συμβολισμοί στην αλληγορία του σπηλαίου είναι :
Σπήλαιο = η αισθητή πραγματικότητα και η κοινωνία στην οποία δεν διοικούν οι πεπαιδευμένοι.
Οι δεσμώτες = οι απαίδευτοι άνθρωποι, αυτοί δηλαδή που βρίσκονται στα σκοτάδια της αμορφωσιάς, της αμάθειας και της αγνοίας.
Φωτιά = το φως του ήλιου της κοινωνίας μας.
Σκιές & αντίλαλοι ήχων = είδωλα των πραγματικών όντων, όχι τα πραγματικά αντικείμενα και οι ήχοι.
Αλυσίδες = οι αισθήσεις (μέσω των αισθητηρίων οργάνων γίνεται αντιληπτός ο αισθητός κόσμος, ενώ μέσω της νόησης προσεγγίζεται ο κόσμος των ιδεών)
Φωτεινός χώρος εκτός σπηλιάς = ο κόσμος των ιδεών, ο πραγματικός κόσμος που γίνεται αντιληπτός με την νόηση.
Οι άνθρωποι που κινούνται εκεί έξω, όσα κουβαλάνε, οι ήχοι που εκπέμπουν = τα αληθινά όντα, οι ιδέες.
Το φως του ήλιου = η πραγματική αλήθεια, η ιδέα του αγαθού.
Η ανηφορική οδός που οδηγεί στην έξοδο = διαδικασία Παιδείας.
Ο απελευθερωμένος δεσμώτης = φιλόσοφος

Η απόσταση του Σειρίου από την Γη είναι 2,76 Parsec* (όπου Parsec ισοδυναμεί με 3,26 έτη φωτός) ή 8,9976 έτη φωτός. Δηλαδή κατά προσέγγιση, περίπου ΕΝΝΕΑ ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ. Η εννεάδα (9) ήταν το σήμα κατατεθέν των αρχαίων Ελλήνων.
Ο Θειοφόρος Ησίοδος μέσα από την Θεογονία του, κωδικοποιεί την απόσταση Σειρίου – Γης, με την περιγραφή της πτώσεως των υδάτων της Στυγός. Λέει λοιπόν πως 9 ολόκληρα ημερονύκτια πέφτει το νερό και την δέκατη ημέρα φτάνει στα Τάρταρα. Το φάως (=φως), ταξιδεύει από τον Σείριο στην Γη 9 ολόκληρα έτη και φτάνει στο δέκατο έτος. Λέει ακόμη, πως ο ιερότερος όρκος των Θεών, είναι το νερό της Στυγός και μάλιστα όχι τόσο τα 9/10 των τμημάτων αυτής, αλλά κυρίως το Δέκατο. Θέλοντας να υποδείξει την τοποθεσία αφίξεως του φωτός (σύμφωνα με τα παραπάνω) στον Σείριο. Να λοιπόν ο ιερότερος όρκος πάσης φύσεως ελλόγου όντος.
Το φάσμα του Σειρίου (α Μεγ. Κυνός) είναι περίπου 450 nm (νανόμετρα) ενώ του συνοδού, γύρω στα 550 nm. Το α είναι θερμό αστέρι και το φάσμα του του δίδει το κυανόλευκο χρώμα, ενώ ο συνοδός είναι ψυχρότερο άστρο έχοντας το πορτοκαλί χρώμα φάσματος. Ωστόσο, ως φαινομενικό οπτικό φάσμα, εμείς εισπράττουμε συνδυασμό και των δυο φασμάτων, δηλαδή το σμαραγδί (περίπου στα 500 nm).
Να λοιπόν, από πού πηγάζει και η λατρεία των Αρχαίων Ελλήνων για τους σμαράγδους λίθους!
Τέλος, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Σωκράτης έπαιρνε όρκο στον Αστερισμό του Κυνός , «Μα τον Κύνα…», λέγει στο έργο του Πλάτωνος «ΓΟΡΓΙΑΣ».
Οι ουσίες των Θεών ποτέ δεν δημιουργήθησαν (διότι τα αιώνια όντα ποτέ δεν δημιουργούνται. Και υπάρχει αιώνια ότι κατέχει την πρωταρχική δύναμη και από τη φύση του δεν παθαίνει τίποτα). Ούτε συνίστανται οι ουσίες των Θεών από σώματα. Διότι πάντα οι δυνάμεις μέσα στα σώματα είναι ασώματες. Ούτε περιέχονται στο χώρο διότι αυτή είναι ιδιότητα των σωμάτων. Ούτε διαχωρίζονται από την Πρώτη Αιτία ούτε και μεταξύ τους, όπως ακριβώς και οι σκέψεις διαχωρίζονται από το νου, ούτε οι πράξεις γνώσης από την ψυχή. Ακολουθεί η γνώση για την Πρώτη Αιτία και οι συνακόλουθες προς αυτήν τάξεις των Θεών, καθώς και η φύση του Κόσμου, η ουσία του νου και της ψυχής, έπειτα η Πρόνοια, η Ειμαρμένη, και η Τύχη, μετά η Αρετή και η Κακία και οι διάφορες μορφές κοινωνικής οργανώσεως, καλές και κακές, που προέρχονται από αυτές, και η πιθανή προέλευση του Κακού στον Κόσμο. Καθένα από αυτά τα θέματα απαιτεί πολλές και μεγάλες συζητήσεις. Δεν θα έβλαπτε όμως, αν τα εκθέταμε εν συντομία, ώστε ο ακροατής να μην τα αγνοεί παντελώς. Αρμόζει στην Πρώτη Αιτία να είναι Μία -διότι η μονάδα προηγείται κάθε πλήθους - και να ξεπερνά τα πάντα σε δύναμη και αγαθότητα. Επομένως τα πάντα μετέχουν αυτής. Διότι λόγω της δύναμής της, τίποτα δεν γίνεται να την παρακωλύσει και λόγω της αγαθότητάς της είναι αδύνατον να παραγκωνισθεί. Αν η Πρώτη Αιτία ήταν Ψυχή, τα πάντα θα ήσαν Έμψυχα. Αν ήταν Νους, τα πάντα θα είχαν Νόηση. Αν ήταν Ύπαρξη, τα πάντα θα αποτελούνταν από την Ύπαρξη. Και βλέποντας αυτή την ιδιότητα στα πάντα, μερικοί άνθρωποι νόμισαν ότι ήταν η Πρώτη Αιτία η Ύπαρξη. Αν τα πράγματα απλώς υπήρχαν, χωρίς να είναι αγαθά, αυτό το επιχείρημα θα ήταν ορθό, αν όμως τα πράγματα που υπάρχουν, υπάρχουν λόγω της αγαθότητάς τους και μετέχουν του Αγαθού, η Πρώτη Αιτία πρέπει απαραιτήτως να είναι πέρα από την Ύπαρξη και από το Αγαθό. Σημαντική απόδειξη αυτού είναι ότι οι ευγενικές ψυχές περιφρονούν την Ύπαρξη προς χάριν του Αγαθού, όταν κινδυνεύουν για την πατρίδα τους ή τους φίλους τους ή για την αρετή. Μετά από αυτή την άρρητη δύναμη έχουμε πάντως τις τάξεις των Θεών.
«Οι μύθοι παρουσιάζουν τους ίδιους τους Θεούς και την αγαθότητα τους -σύμφωνα πάντα με τον διαχωρισμό ανάμεσα στο ρητό και το άρρητο, το αφανές και το φανερό, το σαφές και το κρυφό. Εφόσον, όπως ακριβώς οι Θεοί έχουν κάνει κοινά για όλους τα αγαθά των αισθήσεων, τα αγαθά όμως της νόησης τα έχουν δώσει μόνο στους σοφούς, έτσι και οι μύθοι λένε σε όλους ότι υπάρχουν οι Θεοί, αλλά ποιοί είναι αυτοί και ποιές οι δυνάμεις τους το φανερώνουν μόνο σε εκείνους που μπορούν να το κατανοήσουν. Παρουσιάζουν επίσης και τις ενέργειες των Θεών. Διότι μπορούμε να ονομάσουμε και τον Κόσμο Μύθο, όπου σώματα και πράγματα είναι ορατά, ΑΛΛΑ ΨΥΧΕΣ ΚΑΙ ΝΟΕΣ ΕΙΝΑΙ ΚΡΥΦΟΙ. Επιπλέον, αν θέλεις να διδάξεις σε όλους την αλήθεια για τους Θεούς, ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΑ ΟΙ ΑΝΟΗΤΟΙ ΘΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΟΥΝ ΕΠΕΙΔΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΟΥΝ, από την άλλη οι καλοί θα την βαρεθούν. ΕΝΩ ΑΝ ΚΡΥΨΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΜΥΘΟΥΣ, ΑΠΟΤΡΕΠΕΙΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΟΗΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΖΕΙΣ ΤΟΥΣ ΚΑΛΟΥΣ ΝΑ ΑΣΚΗΣΟΥΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ.»
ΣΑΛΟΥΣΤΙΟΣ – ΠΕΡΙ ΘΕΩΝ και ΚΟΣΜΟΥ